Job 13

Ιδου, ταυτα παντα ειδεν ο οφθαλμος μου το ωτιον μου ηκουσε και ενοησε ταυτα.
Ось усе оце бачило око моє, чуло ухо моє, та й усе зауважило...
Καθως γνωριζετε σεις, γνωριζω και εγω δεν ειμαι κατωτερος υμων.
Як знаєте ви знаю й я, я не нижчий від вас,
Αλλ ομως θελω λαλησει προς τον Παντοδυναμον, και επιθυμω να διαλεχθω μετα του Θεου.
і я говоритиму до Всемогутнього, і переконувати хочу Бога!
Σεις δε εισθε εφευρεται ψευδους εισθε παντες ιατροι ανωφελεις.
Та неправду куєте тут ви, лікарі непутящі ви всі!
Ειθε να εσιωπατε πανταπασι και τουτο ηθελεν εισθαι εις εσας σοφια.
О, коли б ви насправді мовчали, то вам це за мудрість було б!...
Ακουσατε τωρα τους λογους μου, και προσεξατε εις τας δικαιολογιας των χειλεων μου.
Послухайте но переконань моїх: і вислухайте заперечення уст моїх.
Θελετε λαλει αδικα υπερ του Θεου; και θελετε προφερει δολια υπερ αυτου;
Чи будете ви говорити неправду про Бога, чи будете ви говорити оману про Нього?
Θελετε καμει προσωποληψιαν υπερ αυτου; θελετε δικολογησει υπερ του Θεου;
Чи будете ви уважати на Нього? Чи за Бога на прю постаєте?
Ειναι καλον να σας εξιχνιαση; η καθως ανθρωπος περιγελα ανθρωπον, θελετε περιγελα αυτον;
Чи добре, що вас Він дослідить? Чи як з людини сміються, так будете ви насміхатися з Нього?
Εξαπαντος θελει σας εξελεγξει, εαν κρυφιως προσωποληπτητε.
Насправді Він вас покарає, якщо будете ви потурати таємно особі!
Το μεγαλειον αυτου δεν θελει σας τρομαξει, και ο φοβος αυτου πεσει εφ υμας;
Чи ж велич Його не настрашує вас, і не нападає на вас Його страх?
τα απομνημονευματα σας ισοδυναμουσι με κονιορτον, τα προπυργια σας με προπυργια χωματος.
Ваші нагадування це прислів'я із попелу, ваші башти це глиняні башти!
Σιωπησατε, αφησατε με, δια να λαλησω εγω, και ας ελθη επ εμε ο, τι δηποτε.
Мовчіть передо мною, а я говоритиму, і нехай щобудь прийде на мене!
δια τι πιανω τας σαρκας μου με τους οδοντας μου και βαλλω την ζωην μου εις την χειρα μου;
Нащо дертиму я своє тіло зубами своїми, а душу свою покладу в свою руку?
Και αν με θανατονη, εγω θελω ελπιζει εις αυτον πλην θελω υπερασπισθη τας οδους μου ενωπιον αυτου.
Ось Він мене вб'є, і я надії не матиму, але перед обличчям Його про дороги свої сперечатися буду!
Αυτος μαλιστα θελει εισθαι η σωτηρια μου διοτι δεν θελει ελθει ενωπιον αυτου υποκριτης.
І це мені буде спасінням, бо перед обличчя Його не підійде безбожний.
Ακροασθητε προσεκτικως τον λογον μου, και την παραστασιν μου με τα ωτα σας.
Направду послухайте слова мого, а моє це освідчення в ваших ушах нехай буде.
Ιδου τωρα, διεταξα την κρισιν μου εξευρω οτι εγω θελω δικαιωθη.
Ось я суд спорядив, бо я справедливий, те знаю!
Τις ειναι εκεινος οστις θελει αντιδιαλεχθη μετ εμου, δια να σιωπησω τωρα και να εκπνευσω;
Хто той, що буде зо мною провадити прю? Бо тепер я замовк би й помер би...
Μονον δυο μη καμης εις εμε τοτε δεν θελω κρυφθη απο του προσωπου σου
Тільки двох цих речей не роби Ти зо мною, тоді від обличчя Твого я не буду ховатись:
την χειρα σου απομακρυνον απ εμου και ο φοβος σου ας μη με τρομαξη.
віддали Свою руку від мене, а Твій страх хай мене не жахає!...
Επειτα καλεσον, και εγω θελω αποκριθη η ας λαλησω, και αποκριθητι μοι.
Тоді клич, а я відповідатиму, або я говоритиму, Ти ж мені відповідь дай!
Ποσαι ειναι αι ανομιαι μου και αι αμαρτιαι μου; φανερωσον μοι το εγκλημα μου και την αμαρτιαν μου.
Скільки в мене провин та гріхів? Покажи Ти мені мій переступ та гріх мій!
Δια τι κρυπτεις το προσωπον σου και με θεωρεις ως εχθρον σου;
Чому Ти ховаєш обличчя Своє і вважаєш мене Собі ворогом?
Θελεις κατατριψει φυλλον φερομενον υπο του ανεμου; και θελεις κατατρεξει αχυρον ξηρον;
Чи Ти будеш страхати завіяний вітром листок? Чи Ти соломину суху будеш гнати?
Διοτι γραφεις πικριας εναντιον μου, και αποδιδεις εις εμε τας ανομιας της νεοτητος μου
Бо Ти пишеш на мене гіркоти й провини мого молодечого віку даєш на спадок мені,
και βαλλεις τους ποδας μου εις δεσμα, και παραφυλαττεις πασας τας οδους μου σημειονεις τα ιχνη των ποδων εμου
і в кайдани заковуєш ноги мої, і всі дороги мої стережеш, назирці ходиш за мною,
οστις φθειρεται ως πραγμα σεσηπος, ως ενδυμα σκωληκοβρωτον.
і він розпадається, мов та трухлявина, немов та одежа, що міль її з'їла!...