Psalms 89

Μασχιλ του Εθαν του Εζραιτου. Τα ελεη του Κυριου εις τον αιωνα θελω ψαλλει δια του στοματος μου θελω αναγγελλει την αληθειαν σου εις γενεαν και γενεαν.
En sång av esraiten Etan.
Διοτι ειπα, το ελεος σου θελει θεμελιωθη εις τον αιωνα εν τοις ουρανοις θελεις στερεωσει την αληθειαν σου.
 Jag vill sjunga om HERRENS      nådegärningar evinnerligen;  jag vill låta min mun förkunna din trofasthet,      från släkte till släkte.
Εκαμα διαθηκην μετα του εκλεκτου μου ωμοσα προς Δαβιδ τον δουλον μου
 Ja, jag säger: För evig tid      skall nåd byggas upp;  i himmelen, där befäster du      din trofasthet.
Διαπαντος θελω στερεωσει το σπερμα σου, και θελω οικοδομησει τον θρονον σου εις γενεαν και γενεαν. Διαψαλμα.
 »Jag har slutit ett förbund med min utvalde,  med ed har jag lovat min tjänare David:
Και οι ουρανοι θελουσιν υμνει τα θαυμασια σου, Κυριε και η αληθεια σου θελει εξυμνεισθαι εν τη συναξει των αγιων.
 'Jag skall befästa din säd för evig tid  och bygga din tron från släkte till släkte.'»  Sela.
Διοτι τις εν τω ουρανω δυναται να εξισωθη με τον Κυριον; Τις μεταξυ των υιων των δυνατων δυναται να ομοιωθη με τον Κυριον;
 Av himlarna prisas      dina under, o HERRE,  och i de heligas församling      din trofasthet.
Ο Θεος ειναι φοβερος σφοδρα εν τη βουλη των αγιων και σεβαστος εν πασι τοις κυκλω αυτου.
 Ty vilken i skyn      kan liknas vid HERREN,  vilken bland Guds söner      kan aktas lik HERREN?
Κυριε Θεε των δυναμεων, τις ομοιος σου; δυνατος εισαι, Κυριε, και η αληθεια σου ειναι κυκλω σου.
 Ja, Gud är mycket förskräcklig      i de heligas råd  och fruktansvärd utöver alla      som äro omkring honom.
Συ δεσποζεις την επαρσιν της θαλασσης οταν σηκονωνται τα κυματα αυτης, συ ταπεινονεις αυτα.
 HERRE, härskarornas Gud,      vem är dig lik?  Stark är HERREN;      och din trofasthet är runt omkring dig.
Συ συνετριψας την Ρααβ ως τραυματιαν δια του βραχιονος της δυναμεως σου διεσκορπισας τους εχθρους σου.
 Du är den som råder      över havets uppror;  när dess böljor resa sig,      stillar du dem.
Σου ειναι οι ουρανοι και σου η γη την οικουμενην και το πληρωμα αυτης, συ εθεμελιωσας αυτα.
 Du krossade Rahab,      så att han låg lik en slagen;  med din mäktiga arm      förströdde du dina fiender.
Τον βορραν και τον νοτον, συ εκτισας αυτους Θαβωρ και Αερμων εις το ονομα σου θελουσιν αγαλλεσθαι.
 Din är himmelen,      din är ock jorden;  du har grundat jordens krets      med allt vad därpå är.
Εχεις ισχυρον τον βραχιονα κραταια ειναι η χειρ σου υψηλη η δεξια σου.
 Norr och söder,      dem har du skapat;  Tabor och Hermon      jubla i ditt namn.
Η δικαιοσυνη και η κρισις ειναι η βασις του θρονου σου το ελεος και η αληθεια θελουσι προπορευεσθαι εμπροσθεν του προσωπου σου.
 Du har en arm      med hjältekraft,  mäktig är din hand,      hög är din högra hand.
Μακαριος ο λαος ο γινωσκων αλαλαγμον θελουσι περιπατει, Κυριε, εν τω φωτι του προσωπου σου.
 Rättfärdighet och rätt      äro din trons fäste,  nåd och sanning      stå inför ditt ansikte.
Εις το ονομα σου θελουσιν αγαλλεσθαι ολην την ημεραν και εις την δικαιοσυνην σου θελουσιν υψωθη.
 Saligt är det folk      som vet vad jubel är,  de som vandra, o HERRE,      i ditt ansiktes ljus.
Διοτι συ εισαι το καυχημα της δυναμεως αυτων και δια της ευμενειας σου θελει υψωθη το κερας ημων.
 I ditt namn fröjda de sig alltid,  och genom din rättfärdighet upphöjas de.
Διοτι ο Κυριος ειναι η ασπις ημων και ο Αγιος του Ισραηλ ο βασιλευς ημων.
 Ty du är deras starkhet och prydnad,  och genom din nåd upphöjer du vårt horn.
Ελαλησας τοτε δι οραματος προς τον οσιον σου και ειπας εθεσα βοηθειαν επι τον δυνατον υψωσα εκλεκτον εκ του λαου
 Ty han som är vår sköld tillhör HERREN,  vår konung tillhör Israels Helige.
Ευρηκα Δαβιδ τον δουλον μου με το ελαιον το αγιον μου εχρισα αυτον
 På den tiden talade du i en syn      till dina fromma och sade:  »Jag har lagt hjälp i en hjältes hans,  jag har upphöjt en yngling ur folket.
η χειρ μου θελει στερεονει αυτον και ο βραχιων μου θελει ενδυναμονει αυτον.
 Jag har funnit min tjänare David  och smort honom med min helig olja.
δεν θελει υπερισχυσει εχθρος κατ αυτου ουδε υιος ανομιας θελει ταλαιπωρησει αυτον.
 Min hand skall stadigt vara med honom,  och min arm skall styrka honom.
Και θελω κατακοψει απ εμπροσθεν αυτου τους εχθρους αυτου και τους μισουντας αυτον θελω κατατροπωσει.
 Ingen fiende skall oförtänkt komma över honom,  och ingen orättfärdig skall förtrycka honom;
Η δε αληθεια μου και το ελεος μου θελουσιν εισθαι μετ αυτου και εν τω ονοματι μου θελει υψωθη το κερας αυτου.
 nej, jag skall krossa hans ovänner framför honom,  och jag skall hemsöka dem som hata honom.
Και θελω θεσει την χειρα αυτου επι την θαλασσαν, και επι τους ποταμους την δεξιαν αυτου.
 Min trofasthet och min nåd skola vara med honom,  och i mitt namn skall hans horn varda upphöjt.
Αυτος θελει κραξει προς εμε, Πατηρ μου εισαι, Θεος μου και πετρα της σωτηριας μου.
 Jag skall lägga havet under hans hand  och strömmarna under hans högra hand.
Εγω βεβαιως θελω καμει αυτον πρωτοτοκον μου, Υψιστον επι τους βασιλεις της γης.
 Han skall kalla mig så: 'Du min fader,  min Gud och min frälsnings klippa.'
Διαπαντος θελω φυλαττει εις αυτον το ελεος μου, και η διαθηκη μου θελει εισθαι στερεα μετ αυτου.
 Ja, jag skall göra honom till den förstfödde,  till den högste bland konungarna på jorden.
Και θελω καμει να διαμενη το σπερμα αυτου εις τον αιωνα, και ο θρονος αυτου ως αι ημεραι του ουρανου.
 Jag skall bevara min nåd åt honom evinnerligen,  och mitt förbund med honom skall förbliva fast.
Εαν εγκαταλιπωσιν οι υιοι αυτου τον νομον μου και εις τας κρισεις μου δεν περιπατησωσιν
 Jag skall låta hans säd bestå till evig tid,  och hans tron, så länge himmelen varar.
Εαν παραβωσι τα διαταγματα μου και δεν φυλαξωσι τας εντολας μου
 Om hans barn övergiva min lag  och icke vandra efter mina rätter,
Τοτε θελω επισκεφθη με ραβδον τας παραβασεις αυτων και με πληγας τας παρανομιας αυτων.
 om de bryta mot mina stadgar  och icke hålla mina bud,
Το ελεος μου ομως δεν θελω αφαιρεσει απ αυτου, ουδε θελω ψευσθη κατα της αληθειας μου.
 då skall jag väl hemsöka deras överträdelse med ris  och deras missgärning med plågor,
Δεν θελω παραβη την διαθηκην μου, ουδε θελω αθετησει ο, τι εξηλθεν εκ των χειλεων μου.
 men min nåd skall jag ej taga ifrån honom,  och jag skall icke svika i trofasthet.
Απαξ ωμοσα εις την αγιοτητα μου, οτι δεν θελω ψευσθη προς τον Δαβιδ.
 Jag skall icke bryta mitt förbund,  och vad mina läppar hava talat skall jag ej förändra.
Το σπερμα αυτου θελει διαμενει εις τον αιωνα και ο θρονος αυτου ως ο ηλιος, ενωπιον μου
 En gång har jag svurit det vid min helighet,  och mitt löfte till David skall jag icke bryta.
Ως η σεληνη θελει στερεωθη εις τον αιωνα και μαρτυς πιστος εν τω ουρανω. Διαψαλμα.
 Hans säd skall förbliva evinnerligen  och hans tron inför mig så länge som solen;
Αλλα συ απεβαλες και εβδελυχθης, ωργισθης κατα του χριστου σου
 såsom månen skall den bestå evinnerligen.  Och trofast är vittnet i skyn.»  Sela.
ηκυρωσας την διαθηκην του δουλου σου εβεβηλωσας το διαδημα αυτου εως της γης.
 Men nu har du förkastat och förskjutit din smorde  och handlat i vrede mot honom.
Κατεβαλες παντας τους φραγμους αυτου ηφανισας τα οχυρωματα αυτου
 Du har upplöst förbundet med din tjänare,  du har oskärat hans krona      och kastat den ned till jorden.
διαρπαζουσιν αυτον παντες οι διαβαινοντες την οδον κατεσταθη ονειδος εις τους γειτονας αυτου.
 Du har brutit ned alla hans murar,  du har gjort hans fästen till spillror.
Υψωσας την δεξιαν των εναντιων αυτου ευφρανας παντας τους εχθρους αυτου
 Alla som gå vägen fram plundra honom,  han har blivit till smälek för sina grannar.
ημβλυνας μαλιστα το κοπτερον της ρομφαιας αυτου και δεν εστερεωσας αυτον εν τη μαχη
 Du har upphöjt hans ovänners högra hand  och berett alla hans fiender glädje.
Επαυσας την δοξαν αυτου και τον θρονον αυτου ερριψας κατα γης.
 Ja, du har låtit hans svärdsegg vika tillbaka  och icke hållit honom uppe i striden.
Ωλιγοστευσας τας ημερας της νεοτητος αυτου ενεδυσας αυτον με αισχυνην. Διαψαλμα.
 Du har gjort slut på hans glans  och slagit hans tron till jorden.
Εως ποτε, Κυριε; θελεις κρυπτεσθαι διαπαντος; θελει καιεσθαι ως πυρ η οργη σου;
 Du har förkortat hans ungdoms dagar,  du har höljt honom med skam.  Sela.
Μνησθητι ποσον βραχυς ειναι ο καιρος μου, εν τινι ματαιοτητι εποιησας παντας τους υιους των ανθρωπων.
 Huru länge, o HERRE,      skall du så alldeles fördölja dig?  Huru länge skall din vrede      brinna såsom eld?
Τις ανθρωπος θελει ζησει και δεν θελει ιδει θανατον; τις θελει λυτρωσει την ψυχην αυτου εκ της χειρος του αδου; Διαψαλμα.
 Tänk på huru kort      mitt liv varar,  och huru förgängliga du har skapat      alla människors barn.
Που ειναι τα ελεη σου τα αρχαια, Κυριε, τα οποια ωμοσας προς τον Δαβιδ εν τη αληθεια σου;
 Ty vilken är den man som får leva      och undgår att se döden?  Vem räddar din själ      från dödsrikets våld?  Sela.
Μνησθητι, Κυριε, του ονειδισμου των δουλων σου, τον οποιον φερω εν τω κολπω μου υπο τοσουτων πολυαριθμων λαων
 Herre, var äro      din forna nådegärningar,  vad du lovade David med ed      i din trofasthet.
με τον οποιον ωνειδισαν οι εχθροι σου, Κυριε με τον οποιον ωνειδισαν τα ιχνη του χριστου σου.
 Tänk, Herre,      på dina tjänares smälek,  på vad jag måste fördraga      av alla de många folken;
Ευλογητος Κυριος εις τον αιωνα. Αμην, και αμην.
 tänk på huru dina fiender      smäda, o HERRE,  huru de smäda      din smordes fotspår.               ---- [ (Psalms 89:53) Lovad vare HERREN evinnerligen! Amen, Amen.               Guds evighet och människans                      förgänglighet. ]