Proverbs 9

Η σοφια ωκοδομησε τον οικον αυτης, ελατομησε τους στυλους αυτης επτα
 Visheten har byggt sig ett hus,  hon har huggit ut sitt sjutal av pelare.
εσφαξε τη σφαγια αυτης, εκερασε τον οινον αυτης, και ητοιμασε την τραπεζαν αυτης
 Hon har slaktat sin boskap, blandat sitt vin,  hon har jämväl dukat sitt bord
απεστειλε τας θεραπαινας αυτης, κηρυττει επι των υψηλων τοπων της πολεως,
 Sina tjänarinnor har hon utsänt och låter ropa ut sin bjudning  uppe på stadens översta höjder:
Οστις ειναι αφρων, ας στραφη εδω και, προς τους ενδεεις φρενων, λεγει προς αυτους,
 »Den som är fåkunnig, han komme hit.»  Ja, till den oförståndige säger hon så:
Ελθετε, φαγετε απο του αρτου μου, και πιετε απο του οινου τον οποιον εκερασα
 »Kommen och äten av mitt bröd,  och dricken av vinet som jag har blandat.
αφησατε την αφροσυνην και ζησατε και κατευθυνθητε εν τη οδω της συνεσεως.
 Övergiven eder fåkunnighet, så att I fån leva,  och gån fram på förståndets väg.
Ο νουθετων χλευαστην λαμβανει εις εαυτον ατιμιαν και ο ελεγχων τον ασεβη λαμβανει εις εαυτον μωμον.
 (Den som varnar en bespottare, han får skam igen,  och den som tillrättavisar en ogudaktig får smälek därav.Matt. 7,6.
Μη ελεγχε χλευαστην, δια να μη σε μισηση ελεγχε σοφον, και θελει σε αγαπησει.
 Tillrättavisa icke bespottaren, på det att han icke må hata dig;  tillrättavisa den som är vis, så skall han älska dig.Ords. 23,9. 28,23.
Διδε αφορμην εις τον σοφον και θελει γεινει σοφωτερος διδασκε τον δικαιον και θελει αυξηθη εις μαθησιν.
 Giv åt den vise, så bliver han ännu visare;  undervisa den rättfärdige, så lär han än mer.Matt. 13,12.
Αρχη σοφιας φοβος Κυριου και επιγνωσις αγιων φρονησις.
 HERRENS fruktan är vishetens begynnelse,  och att känna den Helige är förstånd.)Job 28,28. Ps. 111,10. Ords. 1,7. Syr. 1,14.
Διοτι δι εμου αι ημεραι σου θελουσι πολλαπλασιασθη, και ετη ζωης θελουσι προστεθη εις σε.
 Ty genom mig skola dina dagar bliva många  och levnadsår givas dig i förökat mått.Ords. 3,16. 4,10. 8,35.
Εαν γεινης σοφος, θελεις εισθαι σοφος δια σεαυτον και εαν γεινης χλευαστης, συ μονος θελεις πασχει.
 Är du vis, så är din vishet dig själv till gagn,  och är du en bespottare, så umgäller du det själv allena.»
Γυνη αφρων, θρασεια, ανοητος και μη γνωριζουσα μηδεν
 En dåraktig, yster kvinna  är fåkunnigheten, och intet förstå hon.
καθηται εν τη θυρα της οικιας αυτης επι θρονου, εν τοις υψηλοις τοποις της πολεως,
 Hon har satt sig vid ingången till sitt hus,  på sin stol, högt uppe i staden,
προσκαλουσα τους διαβατας τους κατευθυνομενους εις την οδον αυτων
 för att ropa ut sin bjudning till dem som färdas på vägen,  dem som där vandra sin stig rätt fram:
οστις ειναι αφρων, ας στραφη εδω και προς τον ενδεη φρενων, λεγει προς αυτον,
 »Den som är fåkunnig, han komme hit.»  Ja, till den oförståndige säger hon så:
Τα κλοπιμαια υδατα ειναι γλυκεα, και ο κρυφιος αρτος ειναι ηδυς.
 »Stulet vatten är sött,  bröd i lönndom smakar ljuvligt.»Ords. 5,16. 20,17.
Αλλ αυτος αγνοει οτι εκει ειναι οι νεκροι, και εις τα βαθη του αδου οι κεκλημενοι αυτης.
 han vet icke att det bär till skuggornas boning,  hennes gäster hamna i dödsrikets djup.Ords. 2,18. 7,27.               ----