Jeremiah 8

Εν τω καιρω εκεινω, λεγει Κυριος, θελουσιν εκριψει τα οστα των βασιλεων του Ιουδα και τα οστα των αρχοντων αυτου και τα οστα των ιερεων, και τα οστα των προφητων και τα οστα των κατοικων της Ιερουσαλημ, απο των ταφων αυτων
på den tiden, säger HERREN, skall man kasta Juda konungars och furstars ben, och prästernas och profeternas ben, och Jerusalems invånares ben ut ur deras gravarBar. 2,24.
και θελουσιν απλωσει αυτα κατεναντι του ηλιου και της σεληνης και κατεναντι πασης της στρατιας του ουρανου, τα οποια ηγαπησαν και τα οποια ελατρευσαν και οπισω των οποιων περιεπατησαν και τα οποια εξεζητησαν και τα οποια προσεκυνησαν δεν θελουσι συναχθη ουδε ταφη θελουσιν εισθαι δια κοπριαν επι του προσωπου της γης.
och kringströ dem inför solen och månen och himmelens hela härskara, som de hava älskat, tjänat och efterföljt, sökt och tillbett; man skall icke sedan samla dem tillhopa eller begrava dem, utan de skola bliva gödsel på marken.5 Mos. 4,19. 17,3. 2 Kon. 21,3.
Και ο θανατος θελει εισθαι προτιμοτερος παρα την ζωην εις απαν το υπολοιπον των εναπολειφθεντων απο εκεινης της πονηρας γενεας, οσοι ηθελον μεινει εν πασι τοις τοποις, οπου ηθελον εξωσει αυτους, λεγει ο Κυριος των δυναμεων.
Och alla kvarblivna, de som lämnas kvar av detta onda släkte, skola hellre vilja dö än leva, vilka än de orter må vara, dit dessa kvarlämnade bliva fördrivna av mig, säger HERREN Sebaot.
Και θελεις ειπει προς αυτους, Ουτω λεγει Κυριος Εαν τις πεση, δεν σηκονεται; εαν τις εκκλινη, δεν θελει επιστρεψει;
Du skall ock säga till dem: Så säger HERREN:  Om någon faller, står han ju upp igen;      om någon går bort, vänder han ju tillbaka.
Δια τι ο λαος ουτος της Ιερουσαλημ εστραφη παντοτεινην στροφην; προσηλονονται εις την απατην, αρνουνται να επιστρεψωσιν.
 Varför går det då bort      i beständig avfällighet,      detta folk i Jerusalem?  Varför hålla de fast vid sitt svek      och vilja icke vända tillbaka?
Ηκροασθην και ηκουσα, αλλα δεν ελαλησαν εν ευθυτητι δεν υπαρχει ουδεις μετανοων απο της κακιας αυτου, λεγων, Τι επραξα; πας τις εστραφη εις την οδον αυτου, ως ιππος εφορμων εις την μαχην.
 Jag har givit akt och hört      huru de tala vad orätt är;  ingen enda finnes,      som ångrar sin ondska,      ingen säger: »Vad har jag gjort!»  Alla löpa de bort, lika hästar  som rusa åstad i striden.
Και αυτος ο πελαργος εν τω ουρανω γνωριζει τους διωρισμενους καιρους αυτου και η τρυγων και ο γερανος και η χελιδων φυλαττουσι τον καιρον της ελευσεως αυτων ο δε λαος μου δεν γνωριζει την κρισιν του Κυριου.
 Till och med hägern under himmelen      känner ju sin bestämda tid,  och turturduvan, svalan och tranan      taga i akt tiden för sin återkomst;  mitt folk däremot      känner ej HERRENS rätter.Jes. 1,3.
Πως λεγετε, Ειμεθα σοφοι, και ο νομος του Κυριου ειναι μεθ ημων; ιδου, βεβαιως εις ματην εγεινε τουτο ο καλαμος των γραμματεων ειναι ψευδης.
 Huru kunnen I då säga: »Vi äro visa  och hava HERRENS lag ibland oss»?  Icke så, de skriftlärdes lögnpenna  har förvandlat den i lögn.
Οι σοφοι κατησχυνθησαν, επτοηθησαν και συνεληφθησαν, διοτι απερριψαν τον λογον του Κυριου και ποια σοφια ειναι εν αυτοις;
 Sådana visa skola komma på skam,  komma till korta och bliva snärjda.  De hava ju förkastat HERRENS ord,      vari äro de då visa?5 Mos. 4,6. Job 5,16. 1 Kor. 3,19.
Δια τουτο θελω δωσει τας γυναικας αυτων εις αλλους, τους αγρους αυτων εις εκεινους οιτινες θελουσι κληρονομησει αυτους διοτι πας τις απο μικρου εως μεγαλου εδοθη εις πλεονεξιαν απο προφητου εως ιερεως, πας τις πραττει ψευδος.
 Så skall jag nu giva deras hustrur åt andra      och deras åkrar åt erövrare  Ty alla, både små och stora,      söka orätt vinning;  både profeter och präster  fara allasammans med lögn,Jes. 56,11. Jer. 6,12 f.
Διοτι ιατρευσαν το συντριμμα της θυγατρος του λαου μου επιπολαιως, λεγοντες, Ειρηνη, ειρηνη και δεν υπαρχει ειρηνη.
 de taga det lätt med helandet      av dottern mitt folks skada;  de säga: »Allt står väl till, allt står väl till»,      och dock står icke allt välHes. 13,10.
Μηπως ησχυνθησαν οτι επραξαν βδελυγμα; μαλιστα ουδολως δεν ησχυνθησαν ουδε ηρυθριασαν δια τουτο θελουσι πεσει μεταξυ των πιπτοντων εν τω καιρω της επισκεψεως αυτων θελουσιν απολεσθη, ειπε Κυριος.
 De skola komma på skam, övade styggelse.  Likväl känna de alls icke skam  och veta icke av att blygas.  Därför skola de falla bland de andra;  när hemsökelsen träffar dem,  skola de komma på fall, säger HERREN.
Εξαπαντος θελω αναλωσει αυτους, λεγει Κυριος δεν θελουσιν εισθαι σταφυλαι εν τη αμπελω ουδε συκα εν τη συκεα και το φυλλον θελει μαρανθη και τα αγαθα, τα οποια εδωκα εις αυτους, θελουσι φυγει απ αυτων.
 Jag skall bortrycka och förgöra dem, säger HERREN.  Inga druvor växa på vinträden,  och inga fikon på fikonträden,  utan till och med löven äro vissnade:  De bud jag gav dem överträda de.Jes. 5,5 f. Matt. 21,19. Luk. 13,6 f.
Δια τι καθημεθα; συναχθητε και ας εισελθωμεν εις τας οχυρας πολεις και ας κατασιωπησωμεν εκει, διοτι Κυριος ο Θεος ημων κατεσιωπησεν ημας και εποτισεν ημας υδωρ χολης, επειδη ημαρτησαμεν εις τον Κυριον.
 Varför sitta vi här stilla?  Församlen eder och låt oss fly      in i de befästa städerna      och förgås där;  ty HERREN, vår Gud, vill förgöra oss,      han giver oss gift att dricka      därför att vi syndade mot HERREN.Jer. 4,5. 9,15. 23,15,
Επροσμειναμεν ειρηνην, αλλ ουδεν αγαθον καιρον θεραπειας, αλλ ιδου, ταραχη.
 V bida efter frid,      men intet gott kommer,  efter en tid då vi skulle bliva helade,      men se, förskräckelse kommer.Jer. 14,19.
Το φρυαγμα των ιππων αυτου ηκουσθη απο Δαν πασα η γη εσεισθη απο του ηχου του χρεμετισμου των ωμαλεων ιππων αυτου διοτι ηλθον και κατεφαγον την γην και το πληρωμα αυτης την πολιν και τους κατοικουντας εν αυτη
 Från Dan hör man      frustandet av hans hästar;  för hans hingstars gnäggande      bävar hela landet.  De komma och förtära      landet med allt vad däri är,      staden med dem som bo däri.Jer. 4,15.
διοτι, ιδου, εγω εξαποστελλω προς εσας οφεις, βασιλισκους, οιτινες δεν θελουσι γοητευεσθαι αλλα θελουσι σας δαγκανει, λεγει Κυριος.
 Ty se, jag sänder emot eder      ormar, basilisker,  mot vilka ingen besvärjelse hjälper,      och de skola stinga eder,      säger HERREN.
Ηθελησα να παρηγορηθω απο της λυπης, αλλ η καρδια μου ειναι εκλελυμενη εντος μου.
 Var skall jag finna vederkvickelse i min sorg?      Mitt hjärta är sjukt i mig.
Ιδου, φωνη κραυγης της θυγατρος του λαου μου απο γης μακρας. Δεν ειναι ο Κυριος εν Σιων; ο βασιλευς αυτης δεν ειναι εν αυτη; Δια τι με παρωργισαν με τα γλυπτα αυτων, με ματαιοτητας ξενας;
 Hör, dottern mitt folk ropar      i fjärran land:  »Finnes då icke HERREN i Sion?  Är dennes konung icke mer där?»  Ja, varför hava de förtörnat mig med sina beläten,      med sina främmande avgudar?Mik. 4,9.
Παρηλθεν ο θερισμος, ετελειωσε το θερος, και ημεις δεν εσωθημεν.
 Skördetiden är förbi,      sommaren är till ända,  och ingen frälsning har kommit oss till del.
Δια το συντριμμα της θυγατρος του λαου μου επληγωθην, ειμαι εις πενθος, εκπληξις με κατελαβε.
 Jag är förkrossad,      därför att dottern mitt folk så krossas,  jag går sörjande,      häpnad har gripit mig.
Δεν ειναι βαλσαμον εν Γαλααδ; δεν ειναι εκει ιατρος; δια τι λοιπον η θυγατηρ του λαου μου δεν ανελαβε την υγειαν αυτης;
 Finnes då ingen balsam i Gilead,      finnes ingen läkare där?  Eller varför bliver dottern mitt folk      icke helad från sina sår?Jer. 46,11.