Isaiah 61

Πνευμα Κυριου του Θεου ειναι επ εμε διοτι ο Κυριος με εχρισε δια να ευαγγελιζωμαι εις τους πτωχους με απεστειλε δια να ιατρευσω τους συντετριμμενους την καρδιαν, να κηρυξω ελευθεριαν εις τους αιχμαλωτους και ανοιξιν δεσμωτηριου εις τους δεσμιους
 Herrens, HERRENS Ande är över mig,  ty HERREN har smort mig  till att förkunna glädjens budskap för de ödmjuka;  han har sänt mig till att läka dem som hava ett förkrossat hjärta,  till att predika frihet för de fångna  och förlossning för de bundna,
δια να κηρυξω ενιαυτον ευπροσδεκτον του Κυριου και ημεραν εκδικησεως του Θεου ημων δια να παρηγορησω παντας τους πενθουντας
 till att predika ett nådens år från HERREN  och en hämndens dag från vår Gud,  en dag, då han skall trösta alla sörjande,
δια να θεσω εις τους πενθουντας εν Σιων, να δωσω εις αυτους ωραιοτητα αντι της στακτης, ελαιον ευφροσυνης αντι του πενθους, στολην αινεσεως αντι του πνευματος της ακηδιας δια να ονομαζωνται δενδρα δικαιοσυνης, φυτευμα του Κυριου, εις δοξαν αυτου.
 då han skall låta de sörjande i Sion  få huvudprydnad i stället för aska,  glädjeolja i stället för sorg,  högtidskläder i stället för en bedrövad ande;  och de skola kallas »rättfärdighetens terebinter»,  »HERRENS plantering, som han vill förhärliga sig med».
Και θελουσιν ανοικοδομησει τας παλαιας ερημωσεις, θελουσιν ανεγειρει τα αρχαια ερειπια, και θελουσιν ανακαινισει τας ερημους πολεις, τας ηρημωμενας απο γενεας γενεων.
 Och de skola bygga upp de gamla ruinerna  och upprätta förfädernas ödeplatser;  de skola återställa de förödda städerna,  de platser, som hava legat öde släkte efter släkte.
Και αλλογενεις θελουσιν ιστασθαι και βοσκει τα ποιμνια σας, και οι υιοι των αλλογενων θελουσιν εισθαι οι γεωργοι σας και οι αμπελουργοι σας.
 Främlingar skola stå redo      att föra edra hjordar i bet,  och utlänningar skola bruka åt eder      åkrar och vingårdar.
Σεις δε ιερεις του Κυριου θελετε ονομαζεσθαι λειτουργους του Θεου ημων θελουσι σας λεγει θελετε τρωγει τα αγαθα των εθνων και εις την δοξαν αυτων θελετε καυχασθαι.
 Men I skolen heta HERRENS präster,  och man skall kalla eder vår Guds tjänare;  I skolen få njuta av folkens skatter,  och deras härlighet skall övergå till eder.
Αντι της αισχυνης σας θελετε εχει διπλασια και αντι της εντροπης θελουσιν εχει αγαλλιασιν εν τη κληρονομια αυτων οθεν εν τη γη αυτων θελουσι κληρονομησει το διπλουν αιωνιος ευφροσυνη θελει εισθαι εις αυτους.
 För eder skam skolen I få dubbelt igen,  och de som ledo smälek skola nu jubla över sin del.  Så skola de få dubbelt att besitta i sitt land;  evig glädje skola de undfå.
Διοτι εγω ειμαι ο Κυριος, ο αγαπων δικαιοσυνην, ο μισων αρπαγην και αδικιαν και θελω ανταποδωσει το εργον αυτων πιστα και θελω καμει προς αυτους διαθηκην αιωνιον.
 Ty jag, HERREN, älskar, vad rätt är,  och hatar orättfärdigt rov;  och jag skall giva dem deras lön i trofasthet  och sluta ett evigt förbund med dem.
Και το σπερμα αυτων θελει φημισθη μεταξυ των εθνων και οι εκγονοι αυτων μεταξυ των λαων πας ο βλεπων αυτους θελει γνωριζει αυτους, οτι ειναι το σπερμα, το οποιον ο Κυριος ευλογησε.
 Och deras släkte skall bliva känt bland folken  och deras avkomma bland folkslagen;  alla som se dem skola märka på dem,  att de äro ett släkte, som HERREN har välsignat.
Θελω ευφρανθη τα μεγιστα επι τον Κυριον η ψυχη μου θελει αγαλλιασθη εις τον Θεον μου διοτι με ενεδυσεν ιματιον σωτηριας, με εφορεσεν επενδυμα δικαιοσυνης, ως νυμφιον ευπρεπισμενον με μιτραν και ως νυμφην κεκοσμημενην με τα πολυτιμα αυτης καλλωπισματα.
 Jag gläder mig storligen i HERREN,  och min själ fröjdar sig i min Gud,  ty han har iklätt mig frälsningens klädnad  och höljt mig i rättfärdighetens mantel,  likasom när en brudgum sätter högtidsbindeln på sitt huvud  eller likasom när en brud pryder sig med sina smycken.
Διοτι καθως η γη αναδιδει το βλαστημα αυτης και καθως ο κηπος εκφυει τα σπειρομενα εν αυτω ουτω Κυριος ο Θεος θελει καμει την δικαιοσυνην και την αινεσιν να βλαστησωσιν ενωπιον παντων των εθνων.
 Ty likasom jorden låter sina växter spira fram  och en trädgård sin sådd växa upp,  så skall Herren, HERREN låta rättfärdighet uppväxa  och lovsång inför alla folk.