Ezekiel 2

Και ειπε προς εμε, Υιε ανθρωπου, στηθι επι τους ποδας σου, και θελω λαλησει προς σε.
Och han sade till mig: »Du människobarn, stå upp på dina fötter, så vill jag tala med dig.»
Και καθως ελαλησε προς εμε, εισηλθεν εις εμε το πνευμα και με εστησεν επι τους ποδας μου, και ηκουσα τον λαλουντα προς εμε.
När han så talade till mig, kom en andekraft i mig och reste upp mig på mina fötter; och jag hörde på honom som talade till mig.Hes. 3,24. Dan. 10,10.
Και ειπε προς εμε, Υιε ανθρωπου, εγω σε εξαποστελλω προς τους υιους Ισραηλ, προς εθνη αποστατικα, τα οποια απεστατησαν απ εμου αυτοι και οι πατερες αυτων εσταθησαν παραβαται εναντιον μου εως ταυτης της σημερον ημερας
Och han sade till mig: »Du människobarn, jag sänder dig till Israels barn, de avfälliga hedningarna som hava avfallit från mig; de och deras fäder hava begått överträdelser mot mig allt intill den dag som i dag är.
και ειναι υιοι σκληροπροσωποι και σκληροκαρδιοι. Εγω σε εξαποστελλω προς αυτους, και θελεις ειπει προς αυτους, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος.
Till barnen med hårda pannor och förstockade hjärtan sänder jag dig, och du skall säga till dem: 'Så säger Herren, HERREN'Jer. 3,8. 5,8. Hes. 3,7.
Και εαν τε ακουσωσιν, εαν τε απειθησωσι, διοτι ειναι οικος αποστατης, θελουσιν ομως γνωρισει οτι εσταθη προφητης εν μεσω αυτων.
Och evad de höra därpå eller icke -- ty de äro ett gensträvigt släkte -- så skola de dock förnimma att en profet har varit ibland dem.Jes. 28,9, Hes. 33,33.
Και συ, υιε ανθρωπου, μη φοβηθης απ αυτων και απο των λογων αυτων μη δειλιασης, διοτι ειναι ακανθαι και σκολοπες μετα σου, και κατοικεις μεταξυ σκορπιων μη φοβηθης απο των λογων αυτων και απο προσωπου αυτων μη τρομαξης, διοτι ειναι οικος αποστατης.
Och du, människobarn, frukta icke för dem, och frukta icke för deras ord, fastän du omgives av tistlar och törnen och bor ibland skorpioner. Nej, frukta icke för deras ord, och var icke förfärad för dem själva, då de nu äro ett gensträvigt släkte.Jer 1,8, 17. 9,2 f. Hes. 3,9. Mik. 7,4. Luk. 12,4 1 Petr. 3,14.
Και θελεις λαλησει τους λογους μου προς αυτους, εαν τε ακουσωσιν, εαν τε απειθησωσι διοτι ειναι αποσταται.
Utan tala mina ord till dem, evad de höra på dem eller icke, då de nu äro så gensträviga.
Συ ομως, υιε ανθρωπου, ακουε τουτο, το οποιον εγω λαλω προς σε μη γεινης αποστατης ως ο αποστατης οικος ανοιξον το στομα σου και φαγε τουτο, το οποιον εγω διδω εις σε.
Men du, människobarn, hör nu vad jag talar till dig; var icke gensträvig såsom detta gensträviga släkte. Öppna din mun och ät vad jag giver dig.»Upp. 10,9 f.
Και ειδον και ιδου, χειρ εξηπλωμενη προς εμε, και ιδου, εν αυτη τομος βιβλιου.
Och jag fick se en hand uträckas mot mig, och i den såg jag en bokrulle.
Και εξετυλιξεν αυτον ενωπιον μου και ητο γεγραμμενος εσωθεν και εξωθεν, και εν αυτω γεγραμμενοι κλαυθμοι και θρηνωδιαι και ουαι.
Och denna breddes ut framför mig, och den var fullskriven innan och utan; och där voro uppskrivna klagosånger, suckan och verop.