Ezekiel 1

Εν τω τριακοστω ετει, τω τεταρτω μηνι, τη πεμπτη του μηνος, ενω ημην μεταξυ των αιχμαλωτων παρα τον ποταμον Χεβαρ, ηνοιχθησαν οι ουρανοι και ειδον οραματα του Θεου
I det trettionde året, på femte dagen i fjärde månaden, när jag var bland de fångna vid strömmen Kebar, öppnades himmelen, och jag såg en syn från Gud.
τη πεμπτη του μηνος του ετους τουτου, του πεμπτου της αιχμαλωσιας του βασιλεως Ιωαχειν,
På femte dagen i månaden, när femte året gick, efter att konung Jojakin hade blivit bortförd i fångenskap,2 Kon. 24,12.
εγεινε ητως λογος Κυριου προς τον Ιεζεκιηλ υιον του Βουζει τον ιερεα, εν τη γη των Χαλδαιων παρα τον ποταμον Χεβαρ, και εκει εσταθη η χειρ του Κυριου επ αυτον.
kom HERRENS ord till prästen Hesekiel, Busis son, i kaldéernas land vid strömmen Kebar, och HERRENS hand kom där över honom.
Και ειδον και ιδου, ανεμοστροβιλος ηρχετο απο βορρα, νεφος μεγα και πυρ συστρεφομενον περιξ δε τουτου λαμψις και εκ μεσου αυτου εφαινετο ως οψις ηλεκτρου, εκ μεσου του πυρος.
Och jag fick se en stormvind komma norrifrån, ett stort moln med flammande eld, och ett sken omgav det; och mitt däri, mitt i elden, syntes något som var såsom glänsande malm.Ps. 18,8 f. Hab. 3,3 f. Syr. 49,8.
Και εκ μεσου αυτου εφαινετο τεσσαρων ζωων ομοιωμα. Και η θεα αυτων ητο αυτη ειχον ομοιωμα ανθρωπου.
Och mitt däri syntes något som liknade fyra väsenden, och dessa sågo ut på följande sätt: de liknade människor,1 Mos. 3,24. Upp. 4,7 f.
Και εκαστον ειχε τεσσαρα προσωπα και εκαστον αυτων ειχε τεσσαρας πτερυγας.
men vart väsende hade fyra ansikten, och vart och ett av dem hade fyra vingar,
Και οι ποδες αυτων ησαν ποδες ορθοι, και το ιχνος του ποδος αυτων ομοιον με ιχνος ποδος μοσχου και εσπινθηροβολουν ως οψις χαλκου στιλβοντος.
och deras ben voro raka och deras fötter såsom fötterna på en kalv och de glimmade såsom glänsande koppar.
Και ειχον χειρας ανθρωπου υποκατωθεν των πτερυγων αυτων, εις τα τεσσαρα αυτων μερη και τα τεσσαρα ειχον τα προσωπα αυτων και τας πτερυγας αυτων.
Och de hade människohänder under sina vingar på alla fyra sidorna. Och med de fyras ansikten och vingar förhöll det sig så:
Αι πτερυγες αυτων συνειχοντο η μια μετα της αλλης δεν εστρεφοντο ενω εβαδιζον κατεναντι του προσωπου αυτων επορευοντο εκαστον.
deras vingar slöto sig intill varandra; och när de gingo, behövde de icke vända sig, utan gingo alltid rakt fram.
Περι δε του ομοιωματος του προσωπου αυτων, τα τεσσαρα ειχον προσωπον ανθρωπου, και προσωπον λεοντος κατα το δεξιον μερος και τα τεσσαρα ειχον προσωπον βοος κατα το αριστερον ειχον και τα τεσσαρα προσωπον αετου.
Och deras ansikten liknade människoansikten, och alla fyra hade lejonansikten på högra sidan, och alla fyra hade tjuransikten på vänstra sidan, och alla fyra hade ock örnansikten.
Και τα προσωπα αυτων και αι πτερυγες αυτων ησαν διηρημεναι προς τα ανω δυο εκαστου συνειχοντο η μια μετα της αλλης και δυο εκαλυπτον τα σωματα αυτων.
Så var det med deras ansikten. Och deras vingar voro utbredda upptill; vart väsende hade två vingar med vilka de slöto sig intill varandra, och två som betäckte deras kroppar.
Και επορευοντο εκαστον κατεναντι του προσωπου αυτου οπου το πνευμα εφερετο, εκει εβαδιζον ενω εβαδιζον, δεν εστρεφοντο.
Och de gingo alltid rakt fram; vart anden ville gå, dit gingo de, och när de gingo, behövde de icke vända sig.
Περι δε του ομοιωματος των ζωων, η θεα αυτων ητο ως καιομενοι ανθρακες πυρος, ως θεα λαμπαδων τουτο συνεστρεφετο μεταξυ των ζωων και ητο το πυρ λαμπρον, και αστραπη εξηρχετο απο του πυρος.
Och väsendena voro till sitt utseende lika eldsglöd, som brunno likasom bloss, under det att elden for omkring mellan väsendena; och den gav ett sken ifrån sig, och ljungeldar foro ut ur elden.
Και τα ζωα ετρεχον και επεστρεφον ως η θεα της αστραπης.
Och väsendena hastade fram och tillbaka likasom blixtar.
Και ως ειδον τα ζωα, ιδου, τροχος εις επι την γην, πλησιον των ζωων εις τα τεσσαρα αυτων προσωπα.
När jag nu såg på väsendena, fick jag se ett hjul stå på jorden, invid väsendena, vid var och en av deras fyra framsidor.
Η θεα των τροχων και η εργασια αυτων ησαν ως οψις βηρυλλου και οι τεσσαρες ειχον το αυτο ομοιωμα και η θεα αυτων και η εργασια αυτων ησαν ως εαν ητο τροχος εν μεσω τροχου.
Och det såg ut som om hjulen voro gjorda av något som liknade krysolit, och alla fyra voro likadana; och det såg vidare ut som om de voro så gjorda, att ett hjul var insatt i ett annat.
Οτε εβαδιζον, εκινουντο κατα τα τεσσαρα αυτων πλαγια δεν εστρεφοντο ενω εβαδιζον.
När de skulle gå, kunde de gå åt alla fyra sidorna, de behövde icke vända sig, när de gingo.
Οι δε κυκλοι αυτων ησαν τοσον υψηλοι, ωστε εκαμνον φοβον και οι κυκλοι αυτων πληρεις οφθαλμων κυκλω των τεσσαρων τουτων.
Och deras lötar voro höga och förskräckliga, och på alla fyra voro lötarna fullsatta med ögon runt omkring.
Και οτε τα ζωα επορευοντο, επορευοντο οι τροχοι πλησιον αυτων και οτε τα ζωα υψονοντο απο της γης, υψονοντο και οι τροχοι.
Och när väsendena gingo, gingo ock hjulen invid dem, och när väsendena lyfte sig upp över jorden lyfte sig ock hjulen.
Οπου ητο να υπαγη το πνευμα, εκει επορευοντο, εκει το πνευμα ητο να υπαγη και οι τροχοι υψονοντο απεναντι τουτων, διοτι το πνευμα των ζωων ητο εν τοις τροχοις.
Vart anden ville gå, dit gingo de, ja, varthelst anden ville gå; och hjulen lyfte sig jämte dem, ty väsendenas ande var i hjulen.
Οτε εκεινα επορευοντο, επορευοντο και ουτοι και οτε εκεινα ισταντο, ισταντο και ουτοι οτε δε εκεινα υψονοντο απο της γης, και οι τροχοι υψονοντο απεναντι αυτων, διοτι το πνευμα των ζωων ητο εν τοις τροχοις.
När väsendena gingo, gingo ock dessa; när de stodo stilla, stodo ock dessa stilla; när de lyfte sig upp över jorden, lyfte sig ock hjulen jämte dem, ty väsendenas ande var i hjulen.
Και το ομοιωμα του στερεωματος του επανωθεν της κεφαλης των ζωων ητο ως οψις φοβερου κρυσταλλου, εξηπλωμενου υπερ τας κεφαλας αυτων.
Och över väsendenas huvuden syntes något som liknade ett himlafäste, till utseendet såsom underbar kristall, utspänt ovanpå deras huvuden.
Υποκατω δε του στερεωματος ησαν εκτεταμεναι αι πτερυγες αυτων, η μια προς την αλλην δυο ειχεν εκαστον, με τας οποιας εκαλυπτον τα σωματα αυτων.
Och under fästet voro deras vingar utbredda rätt emot varandra Vart särskilt väsende hade två vingar med vilka det kunde betäcka sin kropp.
Και οτε επορευοντο, ηκουον τον ηχον των πτερυγων αυτων, ως ηχον υδατων πολλων, ως φωνην του Παντοδυναμου, και την φωνην της λαλιας ως φωνην στρατοπεδου οτε ισταντο, κατεβιβαζον τας πτερυγας αυτων.
Och när de gingo, lät dånet av deras vingar i mina öron såsom dånet av stora vatten, såsom den Allsmäktiges röst; ja, det var ett väldigt dån, likt dånet från en härskara. Men när de stodo stilla, höllo de sina vingar nedsänkta.Ps 29,3 f.
Και εγινετο φωνη ανωθεν εκ του στερεωματος του υπερ την κεφαλην αυτων οτε ισταντο, κατεβιβαζον τας πτερυγας αυτων.
Och ovan fästet, som vilade på deras huvuden, dånade det; när de då stodo stilla, höllo de sina vingar nedsänkta.
Υπερανωθεν δε του στερεωματος του υπερ την κεφαλην αυτων εφαινετο ομοιωμα θρονου, ως θεα λιθου σαπφειρου και επι του ομοιωματος του θρονου ομοιωμα ως θεα ανθρωπου καθημενου επ αυτον ανωθεν.
Och ovanpå fästet, som vilade på deras huvuden, syntes något som såg ut att vara av safirsten, och som liknade en tron; och ovanpå det som liknade en tron satt en som till utseendet liknade en människa,2 Mos. 24,10. Jes. 6,1 Hes. 10,1 f. Dan. 7,9 f. Upp. 4,2 f.
Και ειδον ως οψιν ηλεκτρου, ως θεαν πυρος εν αυτω κυκλω, απο της θεας της οσφυος αυτου και επανω και απο της θεας της οσφυος αυτου και κατω ειδον ως θεαν πυρος, και ειχε λαμψιν κυκλω.
Och jag såg något som var såsom glänsande malm och omgivet runt omkring av något som såg ut såsom eld, ända ifrån det som såg ut att vara hans länder och sedan allt uppåt. Men nedåt från det som såg ut att vara hans länder såg jag något som såg ut såsom eld; och ett sken omgav honom.
Ως η θεα του τοξου, του γινομενον εν τη νεφελη εν ημερα βροχης, ουτως ητο η θεα της λαμψεως κυκλω. Αυτη ητο η θεα του ομοιωματος της δοξης του Κυριου. Και οτε ειδον, επεσον επι προσωπον μου και ηκουσα φωνην λαλουντος.
Såsom bågen som synes i skyn, när det regnar, så såg skenet ut där runt omkring. Så såg det ut, som tycktes mig vara HERRENS härlighet; och när jag såg det, föll jag ned på mitt ansikte, och jag hörde rösten av en som talade1 Mos. 9,12 f. Dan. 10,9. Upp. 1,17.