Exodus 15

Τοτε εψαλεν ο Μωυσης και οι υιοι Ισραηλ την ωδην ταυτην προς τον Κυριον, και ειπον λεγοντες, Ας ψαλλω προς τον Κυριον διοτι εδοξασθη ενδοξως τον ιππον και τον αναβατην αυτου ερριψεν εις την θαλασσαν.
Då sjöngo Mose och Israels barn denna lovsång till HERRENS ära; de sade:  »Jag vill sjunga till HERRENS ära,      ty högt är han upphöjd.  Häst och man      störtade han i havet.Vish. 10,19.
Ο Κυριος ειναι η δυναμις μου και το ασμα μου, και εσταθη η σωτηρια μου αυτος ειναι Θεος μου και θελω δοξασει αυτον Θεος του πατρος μου, και θελω υψωσει αυτον.
 HERREN är min starkhet och min lovsång,  Och han blev mig till frälsning.  Han är min Gud, jag vill ära honom,  min faders Gud, jag vill upphöja honom.Ps. 118,14 f. Jes. 12,2 f.
Ο Κυριος ειναι δυνατος πολεμιστης Κυριος το ονομα αυτου.
 HERREN är en stridsman,      'HERREN' är hans namn.Hos. 12,6.
Του Φαραω τας αμαξας και το στρατευμα αυτου ερριψεν εις την θαλασσαν και εκλεκτοι πολεμαρχοι αυτου κατεποντισθησαν εν τη Ερυθρα θαλασση.
 Faraos vagnar och härsmakt      kastade han i havet,  hans utvalda kämpar      dränktes i Röda havet.
Αι αβυσσοι εσκεπασαν αυτους ως πετρα κατεβυθισθησαν εις τα βαθη.
 De övertäcktes av vattenmassor,      sjönko i djupet såsom stenar.
Η δεξια σου, Κυριε, εδοξασθη εις δυναμιν η δεξια σου, Κυριε, συνετριψε τον εχθρον.
 Din högra hand, HERRE,      du härlige och starke,  din högra hand, HERRE,      krossar fienden.
Και με το μεγεθος της υπεροχης σου εξωλοθρευσας τους υπεναντιους σου εξαπεστειλας την οργην σου και κατεφαγεν αυτους ως καλαμην.
 Genom din stora höghet      slår du ned dina motståndare;  du släpper lös din förgrymmelse,      den förtär dem såsom strå.
Και με την πνοην του θυμου σου τα υδατα επεσωρευθησαν ομου τα κυματα εσταθησαν ως σωρος, αι αβυσσοι επηξαν εν τω μεσω της θαλασσης.
 För en fnysning av din näsa      uppdämdes vattnen,  böljorna reste sig och samlades hög,  vattenmassorna stelnade i havets djup.
Ο εχθρος ειπε, Θελω καταδιωξει, θελω καταφθασει, θελω διαμοιρασθη τα λαφυρα η ψυχη μου θελει χορτασθη επ αυτους θελω συρει την μαχαιραν μου, η χειρ μου θελει αφανισει αυτους.
 Fienden sade:      'Jag vill förfölja dem, hinna upp dem,  jag vill utskifta byte,      släcka min hämnd på dem;  jag vill draga ut mitt svärd,      min hand skall förgöra dem.'
Εφυσησας με τον ανεμον σου και η θαλασσα εσκεπασεν αυτους κατεβυθισθησαν ως μολυβδος εις τα φοβερα υδατα.
 Du andades på dem,      då övertäckte dem havet;  de sjönko såsom bly      i de väldiga vattnen.
Τις ομοιος σου Κυριε, μεταξυ των θεων; Τις ομοιος σου, ενδοξος εις αγιοτητα, θαυμαστος εις υμνους, ενεργων τεραστια;
 Vilken bland gudar      liknar dig, HERRE?  Vem är dig lik,      du härlige och helige,  du fruktansvärde och högtlovade,      du som gör under?1 Krön. 16,25. Ps. 96,4. Jes. 40,18.
Εξετεινας την δεξιαν σου, και η γη κατεπιεν αυτους.
 Du räckte ut din högra hand,      då uppslukades de av jorden.
Με το ελεος σου ωδηγησας τον λαον τουτον, τον οποιον ελυτρωσας ωδηγησας αυτον με την δυναμιν σου προς την κατοικιαν της αγιοτητος σου.
 Men du ledde med din nåd      det folk du hade förlossat,  du förde dem med din makt      till din heliga boning.
Οι λαοι θελουσιν ακουσει και φριξει πονοι θελουσι κατακυριευσει τους κατοικους της Παλαιστινης.
 Folken hörde det      och måste då darra,  av ångest grepos      Filisteens inbyggare.Jos. 2,9 f.
Τοτε θελουσιν εκπλαγη οι ηγεμονες Εδωμ τρομος θελει καταλαβει τους αρχοντας του Μωαβ παντες οι κατοικοι της Χανααν θελουσιν αναλυθη.
 Då förskräcktes      Edoms furstar,  Moabs hövdingar      grepos av bävan,  alla Kanaans inbyggare      försmälte av ångest.
Φοβος και τρομος θελει επιπεσει επ αυτους απο του μεγεθους του βραχιονος σου θελουσιν απολιθωθη, εωσου περαση ο λαος σου, Κυριε, εωσου περαση ο λαος ουτος, τον οποιον απεκτησας.
 Ja, över dem faller      förskräckelse och fruktan;  för din arms väldighet      stå de såsom förstenade,  medan ditt folk      tågar fram, o HERRE  medan det tågar fram,      det folk du har förvärvat.
Θελεις εισαγαγει αυτους και φυτευσει αυτους εις το ορος της κληρονομιας σου, τον τοπον, Κυριε, τον οποιον ητοιμασας δια κατοικιαν σου, το αγιαστηριον, Κυριε, το οποιον αι χειρες σου εστησαν.
 Du för dem in och planterar dem      på din arvedels berg,  på den plats, o HERRE,      som du har gjort till din boning,  i den helgedom, Herre,      som dina händer hava berett.Ps. 44,3. 78,54. 80,9. 2 Mack. 1,29.
Ο Κυριος θελει βασιλευει εις τους αιωνας των αιωνων.
 HERREN är konung      alltid och evinnerligen!»Ps. 93,1.
Διοτι εισηλθον οι ιπποι του Φαραω εις την θαλασσαν μετα των αμαξων αυτου και μετα των ιππεων αυτου, και ο Κυριος εστρεψεν επ αυτους τα υδατα της θαλασσης οι δε υιοι Ισραηλ επερασαν δια ξηρας εν τω μεσω της θαλασσης.
Ty när Faraos hästar med hans vagnar och ryttare hade kommit ned i havet, lät HERREN havets vatten vända tillbaka och komma över dem, sedan Israels barn på torr mark hade gått mitt igenom havet.
Μαριαμ δε η προφητις, η αδελφη του Ααρων ελαβε το τυμπανον εν τη χειρι αυτης και πασαι αι γυναικες εξηλθον κατοπιν αυτης μετα τυμπανων και χορων.
Och profetissan Mirjam, Arons syster, tog en puka i sin hand, och alla kvinnorna följde efter henne med pukor och dans.
Και η Μαριαμ ανταπεκρινετο προς αυτους, λεγουσα, Ψαλλετε εις τον Κυριον διοτι εδοξασθη ενδοξως τον ιππον και τον αναβατην αυτου ερριψεν εις θαλασσαν.
Och Mirjam sjöng för dem: »Sjungen till HERRENS ära, ty högt är han upphöjd. Häst och man störtade han i havet.»
Τοτε εσηκωσεν ο Μωυσης τους Ισραηλιτας απο της Ερυθρας θαλασσης, και εξηλθον εις την ερημον Σουρ και περιεπατουν τρεις ημερας εν τη ερημω και δεν ευρισκον υδωρ.
Därefter lät Mose israeliterna bryta upp från Röda havet, och de drogo ut i öknen Sur; och tre dagar vandrade de i öknen utan att finna vatten.4 Mos. 33,8.
Και εκειθεν ηλθον εις Μερραν δεν ηδυναντο ομως να πιωσιν εκ των υδατων της Μερρας, διοτι ησαν πικρα δια τουτο και επωνομασθη Μερρα.
Så kommo de till Mara; men de kunde icke dricka vattnet i Mara, ty det var bittert. Därav fick stället namnet Mara.
Και εγογγυζεν ο λαος κατα του Μωυσεως, λεγων, Τι θελομεν πιει;
Då knorrade folket emot Mose och sade: »Vad skola vi dricka?»
Ο δε Μωυσης εβοησε προς τον Κυριον και εδειξεν εις αυτον ο Κυριος ξυλον, το οποιον οτε ερριψεν εις τα υδατα, τα υδατα εγλυκανθησαν. Εκει εδωκεν εις αυτους παραγγελιαν και διαταγμα, και εκει εδοκιμασεν αυτους
Men han ropade till HERREN; och HERREN visade honom ett visst slags trä, som han kastade i vattnet, och så blev vattnet sött. Där förelade han folket lag och rätt, och där satte han det på prov.Syr. 38,5.
και ειπεν, Εαν ακουσης επιμελως την φωνην Κυριου του Θεου σου και πραττης το αρεστον εις τους οφθαλμους αυτου και δωσης ακροασιν εις τας εντολας αυτου και φυλαξης παντα τα προσταγματα αυτου, δεν θελω φερει επι σε ουδεμιαν εκ των νοσων, τας οποιας εφερα κατα των Αιγυπτιων διοτι εγω ειμαι ο Κυριος ο θεραπευων σε.
Han sade: »Om du hör HERRENS, din Guds, röst och gör vad rätt är i hans ögon och lyssnar till hans bud och håller alla hans stadgar, så skall jag icke lägga på dig någon av de sjukdomar som jag lade på egyptierna, ty jag är HERREN, din läkare.»2 Mos. 23,25.
Επειτα ηλθον εις Αιλειμ, οπου ησαν δωδεκα πηγαι υδατων και εβδομηκοντα δενδρα φοινικων και εκει εστρατοπεδευσαν πλησιον των υδατων.
Sedan kommo de till Elim; där funnos tolv vattenkällor och sjuttio palmträd. Och de lägrade sig där vid vattnet.4 Mos. 33,9. Ps. 23,2.