II Samuel 22

Και ελαλησεν ο Δαβιδ προς τον Κυριον τους λογους της ωδης ταυτης, καθ ην ημεραν ο Κυριος ηλευθερωσεν αυτον εκ χειρος παντων των εχθρων αυτου και εκ χειρος του Σαουλ
Och David talade till HERREN denna sångs ord, när HERREN hade räddat honom från alla hans fienders hand och från Sauls hand.Ps. 18,1 f.
και ειπεν, Ο Κυριος ειναι πετρα μου και φρουριον μου και ελευθερωτης μου
Han sade:  HERRE, du mitt bergfäste, min borg och min räddare,5 Mos. 32,4
ο Θεος ειναι ο βραχος μου επ αυτον θελω ελπιζει η ασπις μου και το κερας της σωτηριας μου, ο υψηλος πυργος μου και η καταφυγη μου, ο σωτηρ μου συ εσωσας με εκ της αδικιας.
 Gud, du min klippa, till vilken jag tager min tillflykt,  min sköld och min frälsnings horn,    mitt värn och min tillflykt,  min frälsare, du som frälsar mig från våldet!Ps. 3,4. 144,2. Luk. 1,69. Hebr. 2,13.
Θελω επικαλεσθη τον αξιυμνητον Κυριον, και εκ των εχθρων μου θελω σωθη.
 HERREN, den högtlovade, åkallar jag,  och från mina fiender bliver jag frälst.Ps. 146,2.
Οτε του θανατου τα κυματα με περιεκυκλωσαν, χειμαρροι ανομιας με κατετρομαξαν,
 Ty dödens bränningar omvärvde mig,  fördärvets strömmar förskräckte mig,Ps. 55,5.
οι πονοι του αδου με περιεκυκλωσαν, αι παγιδες του θανατου με εφθασαν,
 dödsrikets band omslöto mig,  dödens snaror föllo över mig.Ps. 116,3.
εν τη στενοχωρια μου επεκαλεσθην τον Κυριον, και προς τον Θεον μου εβοησα και ηκουσε της φωνης μου εκ του ναου αυτου, και η κραυγη μου ηλθεν εις τα ωτα αυτου.
 Men jag åkallade HERREN i min nöd,  ja, jag gick med min åkallan till min Gud.  Och han hörde från sin himmelska boning min röst,  och mitt rop kom till hans öron.Ps. 3,5. Jon. 2,3 f.
Τοτε εσαλευθη και εντρομος εγεινεν η γη τα θεμελια του ουρανου εταραχθησαν και εσαλευθησαν, διοτι ωργισθη.
 Då skalv jorden och bävade,  himmelens grundvalar darrade;  de skakades, ty hans vrede var upptänd.Ps. 68,9.
Καπνος ανεβαινεν εκ των μυκτηρων αυτου, και πυρ κατατρωγον εκ του στοματος αυτου ανθρακες ανηφθησαν απ αυτου.
 Rök steg upp från hans näsa  och förtärande eld från hans mun,  eldsglöd ljungade från honom.2 Mos. 19,18. 24.17. 5 Mos. 4,24. 32,22.
Και εκλινε τους ουρανους και κατεβη, και γνοφος υπο τους ποδας αυτου.
 Och han sänkte himmelen och for ned  och töcken var under hans fötter.
Και επεβη επι χερουβειμ και επεταξε, και εφανη επι πτερυγων ανεμων.
 Han for på keruben och flög,  han sågs komma på vindens vingarPS. 99,1. 104,3. Hes. 9,3.
Και εθεσε σκηνην περιξ αυτου το σκοτος, υδατα ζοφερα, νεφη πυκνα των αερων.
 Och han gjorde mörker till en hydda som omslöt honom:  vattenhopar, tjocka moln.Ps. 97,2. Jes. 45,15. 50,3
Ανθρακες πυρος εξεκαυθησαν εκ της λαμψεως της εμπροσθεν αυτου.
 Ur glansen framför honom ljungade eldsglöd.
Εβροντησεν ο Κυριος εξ ουρανου, και ο Υψιστος εδωκε την φωνην αυτου.
 HERREN dundrade från himmelen  den Högste lät höra sin röst.Ps. 29,3.
Και απεστειλε βελη και εσκορπισεν αυτους αστραπας, και συνεταραξεν αυτους.
 Han sköt pilar och förskingrade dem,  ljungeld och förvirrade dem.1 Sam. 7,10. Ps. 148,8.
Και εφανησαν οι πυθμενες της θαλασσης, ανεκαλυφθησαν τα θεμελια της οικουμενης, εις την επιτιμησιν του Κυριου, απο του φυσηματος της πνοης των μυκτηρων αυτου.
 Havets bäddar kommo i dagen,  jordens grundvalar blottades,  för HERRENS näpst,  för hans vredes stormvind.
Εξαπεστειλεν εξ υψους ελαβε με ειλκυσε με εξ υδατων πολλων.
 Han räckte ut sin hand från höjden och fattade mig,  han drog mig upp ur de stora vattnen.Ps. 32,6. 69,2 f. 144,7.
Ηλευθερωσε με εκ του δυνατου εχθρου μου, και εκ των μισουντων με, διοτι ησαν δυνατωτεροι μου.
 Han räddade mig från min starke fiende,  från mina ovänner, ty de voro mig övermäktiga.1 Sam. 23,1 f.
Προεφθασαν με εν τη ημερα της θλιψεως μου αλλ ο Κυριος εσταθη το αντιστηριγμα μου
 De överföllo mig på min olyckas dag,  men HERREN blev mitt stöd.
Και εξηγαγε με εις ευρυχωριαν ηλευθερωσε με, διοτι ηυδοκησεν εις εμε.
 Han förde mig ut på rymlig plats  han räddade mig, ty han hade behag till mig.
Αντημειψε με ο Κυριος κατα την δικαιοσυνην μου κατα την καθαροτητα των χειρων μου ανταπεδωκεν εις εμε.
 HERREN lönar mig efter min rättfärdighet;  efter mina händers renhet vedergäller han mig.Job 22,30. Ps. 17,1.
Διοτι εφυλαξα τας οδους του Κυριου και δεν ησεβησα εκκλινας απο του Θεου μου.
 Ty jag höll mig på HERRENS vägar  och avföll icke från min Gud i ogudaktighet;
Διοτι πασαι αι κρισεις αυτου ησαν εμπροσθεν μου και απο των διαταγματων αυτου δεν απεμακρυνθην.
 nej, alla hans rätter hade jag för ögonen,  och från hans stadgar vek jag icke av.
Και εσταθην αμεμπτος προς αυτον, και εφυλαχθην απο της ανομιας μου.
 Så var jag ostrafflig för honom  och tog mig till vara för missgärning.1 Kon. 14,8. 15,5.
Και ανταπεδωκεν εις εμε ο Κυριος κατα την δικαιοσυνην μου, Κατα την καθαροτητα μου εμπροσθεν των οφθαλμων αυτου.
 Därför vedergällde mig HERREN efter min rättfärdighet,  efter min renhet inför hans ögon.1 Sam. 26,23 f.
Μετα οσιου, οσιος θελεις εισθαι, μετα ανδρος τελειου, τελειος θελεις εισθαι
 Mot den fromme bevisar du dig from,  mot en ostrafflig hjälte bevisar du dig ostrafflig.
μετα καθαρου, καθαρος θελεις εισθαι και μετα διεστραμμενου διεστραμμενα θελεις φερθη.
 Mot den rene bevisar du dig ren,  men mot den vrånge bevisar du dig avog.3 Mos. 26,23 f. Ords. 3,34. Hes. 7,27.
Και θελεις σωσει λαον τεθλιμμενον επι δε τους υπερηφανους οι οφθαλμοι σου ειναι, δια να ταπεινωσης αυτους,
 och du frälsar ett betryckt folk,  men dina ögon äro emot de stolta, till att ödmjuka dem.Dan. 4,34. Luk. 1,51 f.
διοτι συ εισαι ο λυχνος μου, Κυριε και ο Κυριος θελει φωτισει το σκοτος μου.
 Ja, du, HERRE, är min lampa;  ty HERREN gör mitt mörker ljust.Ps. 112,4.
Διοτι δια σου θελω διασπασει στρατευμα δια του Θεου μου θελω υπερπηδησει τειχος.
 Ja, med dig kan jag nedslå härskaror,  med min Gud stormar jag murar.Ps. 60,14. Fil. 4,13.
Του Θεου, η οδος αυτου ειναι αμωμος, ο λογος του Κυριου ειναι δεδοκιμασμενος ειναι ασπις παντων των ελπιζοντων επ αυτον.
 Guds väg är ostrafflig,  HERRENS tal är luttrat.  En sköld är han för alla    som taga sin tillflykt till honom.Ps. 12,7. Ords. 30,5.
Διοτι τις Θεος, πλην του Κυριου; και τις φρουριον, πλην του Θεου ημων
 Ty vem är Gud förutom HERREN,  och vem är en klippa förutom vår Gud?5 Mos. 4,35. 32,39. 1 Sam. 2,2. Jes. 43,11. 44,6, 8.
ο Θεος ειναι το κραταιον οχυρωμα μου και καθιστων αμωμον την οδον μου.
 Gud, du som var mitt starka värn  och ledde den ostrafflige på hans väg,
Καμνει τους ποδας μου ως των ελαφων και με στηνει επι τους υψηλους τοπους μου.
 du som gjorde hans fötter såsom hindens  och ställde mig på mina höjder,Hab. 3,19.
Διδασκει τας χειρας μου εις πολεμον, και εκαμε τοξον χαλκουν τους βραχιονας μου.
 du som lärde mina händer att strida  och mina armar att spänna kopparbågen!Ps. 144,1.
Και εδωκας εις εμε την ασπιδα της σωτηριας σου και η αγαθοτης σου με εμεγαλυνεν.
 Du gav mig din frälsnings sköld  och din bönhörelse gjorde mig stor,
Συ επλατυνας τα βηματα μου υποκατω μου, και οι ποδες μου δεν εκλονισθησαν.
 du skaffade rum för mina steg, där jag gick,  och mina fötter vacklade icke.Ps. 17,5. 31,9.
Κατεδιωξα τους εχθρους μου και ηφανισα αυτους και δεν επεστρεψα εωσου συνετελεσα αυτους.
 Jag förföljde mina fiender och förgjorde dem;  jag vände icke tillbaka, förrän jag hade gjort ände på dem.
Και συνετελεσα αυτους, και δεν ηδυνηθησαν να ανεγερθωσιν και επεσον υπο τους ποδας μου.
 Ja, jag gjorde ände på dem och slog dem,    så att de icke mer reste sig;  de föllo under mina fötter.
Και περιεζωσας με δυναμιν εις πολεμον συνεκαμψας υποκατω μου τους επανισταμενους επ εμε.
 Du omgjordade mig med kraft till striden,  du böjde mina motståndare under mig.
Και εκαμες τους εχθρους μου να στρεψωσιν εις εμε τα νωτα, και εξωλοθρευσα τους μισουντας με.
 Mina fiender drev du på flykten för mig,  dem som hatade mig förgjorde jag.
Περιεβλεψαν, αλλ ουδεις ο σωζων εβοησαν προς τον Κυριον, και δεν εισηκουσεν αυτων.
 De sågo sig omkring, men det fanns ingen som frälste;  efter HERREN, men han svarade dem icke.Joh. 9,31.
Και κατελεπτυνα αυτους ως την σκονην της γης συνετριψα αυτους ως τον πηλον της οδου και κατεπατησα αυτους.
 Och jag stötte dem sönder till stoft på jorden,  jag krossade och förtrampade dem    såsom orenlighet på gatan.
Και ηλευθερωσας με εκ των αντιλογιων του λαου μου κατεστησας με κεφαλην εθνων λαος, τον οποιον δεν εγνωρισα, εδουλευσεν εις εμε.
 Du räddade mig ur mitt folks strider,  du bevarade mig till ett huvud över hedningar;  folkslag som jag ej kände blevo mina tjänare.
Ξενοι υπεταχθησαν εις εμε μολις ηκουσαν, και υπηκουσαν εις εμε.
 Främlingar visade mig underdånighet;  vid blotta ryktet hörsammade de mig.5 Mos 33,29.
Ξενοι παρελυθησαν και κατετρομαξαν εκ των αποκρυφων τοπων αυτων.
 Ja, främlingarnas mod vissnade bort;  de omgjordade sig och övergåvo sina borgar.
Ζη Κυριος και ευλογημενον το φρουριον μου και ας υψωθη ο Θεος, το φρουριον της σωτηριας μου.
 HERREN lever!  Lovad vare min klippa,  upphöjd vare Gud, min frälsnings klippa!
Ο Θεος, ο εκδικων με και υποταττων τους λαους υποκατω μου
 Gud, som har givit mig hämnd  och lagt folken under mig;
Και ο εξαγαγων με εκ των εχθρων μου συ, ναι, με υψονεις υπερανω των επανισταμενων επ εμε ηλευθερωσας με απο ανδρος αδικου.
 du som har fört mig ut från mina fiender  och upphöjt mig över mina motståndare,  räddat mig från våldets man!
Δια τουτο θελω σε υμνει, Κυριε, μεταξυ των εθνων και εις το ονομα σου θελω ψαλλει.
 Fördenskull vill jag tacka dig,  HERRE, bland hedningarna,  och lovsjunga ditt namn.Rom. 15,9.
Αυτος μεγαλυνει τας σωτηριας του βασιλεως αυτου και καμνει ελεος εις τον κεχρισμενον αυτου, εις τον Δαβιδ και εις το σπερμα αυτου εως αιωνος.
 Ty du giver din konung stor seger  och gör nåd mot din smorde,  mot David och hans säd till evig tid.2 Sam. 7,8 f.