Παντες ειναι μοιχοι, ως ο κλιβανος ο πεπυρωμενος υπο του αρτοποιου οστις, αφου ζυμωση το φυραμα, παυει του να θερμαινη αυτον, εωσου γεινη η ζυμωσις.
Toţi sînt preacurvari, ca un cuptor încălzit de brutar: şi brutarul încetează să mai aţîţe focul, de cînd a frămîntat plămădeala pînă s'a ridicat.