Και εσηκωσα τους οφθαλμους μου και ειδον και ιδου, ιστατο εμπροσθεν του ποταμου κριος εις εχων κερατα και τα κερατα ησαν υψηλα, το εν ομως υψηλοτερον του αλλου και το υψηλοτερον εξεφυτρωσεν υστερον.
Levantei os olhos, e olhei, e eis que estava em pé, diante do rio, um carneiro, que tinha dois chifres; e os dois chifres eram altos; mas, um era mais alto do que o outro, e o mais alto subiu por último.