Judges 2

Και ανεβη αγγελος Κυριου απο Γαλγαλων εις Βοκιμ και ειπε, Σας ανεβιβασα εξ Αιγυπτου και σας εφερα εις την γην την οποιαν ωμοσα προς τους πατερας σας και ειπα, Δεν θελω αθετησει την προς εσας διαθηκην μου εις τον αιωνα
I przyszedł Anioł Pański z Galgal do Bochym, mówiąc: Wywiodłem was z Egiptu, i wywiodłem was do ziemi, o którąm przysiągł ojcom waszym, i mówiłem: Nie wzruszę przymierza mego z wami na wieki;
και σεις δεν θελετε καμει συνθηκην προς τους κατοικους του τοπου τουτου τα θυσιαστηρια αυτων θελετε καταστρεψει. Δεν υπηκουσατε ομως εις την φωνην μου δια τι επραξατε τουτο;
Jedno wy nie wchodźcie w przymierze z mieszkającymi w tej ziemi, owszem ołtarze ich porozwalajcie; aleście nie słuchali głosu mojego. Przeczżeście to uczynili?
Δια τουτο και εγω ειπα, Δεν θελω εκδιωξει αυτους απ εμπροσθεν σας αλλα θελουσιν εισθαι εναντιοι σας, και οι θεοι αυτων θελουσιν εισθαι παγις εις εσας.
Przetożem tak rzekł: Nie wypędzę ich od obliczności waszej; ale będą wam jako ciernie na boki, a bogowie ich będą wam jako sidło.
Και καθως ελαλησεν ο αγγελος του Κυριου τους λογους τουτους προς παντας τους υιους Ισραηλ, ο λαος υψωσε την φωνην αυτου και εκλαυσε.
I stało się, gdy mówił Anioł Pański te słowa do wszystkich synów Izraelskich, że lud podniósł głos swój , i płakali.
Και εκαλεσαν το ονομα του τοπου εκεινου Βοκιμ και εθυσιασαν εκει εις τον Κυριον.
I nazwali imię miejsca onego Bochym, a tamże ofiarowali Panu.
Και οτε απελυσε τον λαον ο Ιησους, οι υιοι Ισραηλ υπηγον εκαστος εις την κληρονομιαν αυτου, δια να κατακληρονομησωσι την γην.
A Jozue rozpuścił był lud, i rozeszli się synowie Izraelscy każdy do dziedzictwa swego, aby posiedli ziemię.
Και ελατρευσαν ο λαος τον Κυριον πασας τας ημερας του Ιησου και πασας τας ημερας των πρεσβυτερων, οιτινες επεζησαν μετα τον Ιησουν και ειδον παντα τα εργα τα μεγαλα του Κυριου, οσα εκαμεν υπερ του Ισραηλ.
Tedy służył lud Panu po wszystkie dni Jozuego, i po wszystkie dni starszych, którzy długo żyli po śmierci Jozuego, a którzy widzieli wszystkie sprawy Pańskie wielkie, które uczynił Izraelowi.
Και ετελευτησεν Ιησους, ο υιος του Ναυη, ο δουλος του Κυριου, ηλικιας εκατον δεκα ετων.
Ale gdy umarł Jozue syn Nunów, sługa Pański, będąc we stu i w dziesięć lat;
Και εθαψαν αυτον εις το οριον της κληρονομιας αυτου εν Θαμναθ−αρες, εν τω ορει Εφραιμ, κατα το βορειον μερος του ορους Γαας.
I gdy go pogrzebli na granicy dziedzictwa jego w Tamnatheres na górze Efraim, od północy góry Gaas;
Και πασα ετι η γενεα εκεινη προσετεθησαν εις τους πατερας αυτων και εσηκωθη αλλη γενεα μετ αυτους, ητις δεν εγνωρισε τον Κυριον ουδε τα εργα, τα οποια εκαμεν υπερ του Ισραηλ.
Także gdy wszystek on rodzaj przyłączony jest do ojców swoich, i powstał po nich inszy naród, który nie znał Pana, ani też spraw, który uczynił Izraelowi;
Και επραξαν οι υιοι Ισραηλ πονηρα ενωπιον του Κυριου και ελατρευσαν τους Βααλειμ
Tedy uczynili synowie Izraelscy złe przed oczyma Pańskiemi, a służyli Baalom;
και εγκατελιπον Κυριον τον Θεον των πατερων αυτων, τον εξαγαγοντα αυτους εκ γης Αιγυπτου, και υπηγον κατοπιν αλλων θεων, εκ των θεων των λαων των περιξ αυτων, και προσεκυνησαν αυτους και παρωργισαν τον Κυριον.
I opuścili Pana, Boga ojców swoich, który je wywiódł z ziemi Egipskiej, i szli za bogami cudzymi, którzy byli z bogów onych narodów okolicznych, i kłaniali się im, a tak rozdraźnili Pana.
Και εγκατελιπον τον Κυριον και ελατρευσαν τον Βααλ και τας Ασταρωθ.
Bo opuścili Pana, a służyli Baalowi i Astarotowi.
Και εξηφθη ο θυμος του Κυριου κατα του Ισραηλ, και παρεδωκεν αυτους εις την χειρα των λεηλατιστων, και ελεηλατησαν αυτους και επωλησεν αυτους εις την χειρα των εχθρων αυτων κυκλω, ωστε δεν ηδυνηθησαν πλεον να σταθωσι κατα προσωπον των εχθρων αυτων.
I rozpalił się gniew Pański przeciw Izraelowi, i podał je w ręce łupieżcom, którzy je łupili; a zaprzedał je w ręce nieprzyjaciół ich okolicznych, tak iż się nie mogli dalej ostać przed nieprzyjacioły swymi.
Πανταχου οπου εξηρχοντο, η χειρ του Κυριου ητο εναντιον αυτων προς κακον, καθως ελαλησεν ο Κυριος και καθως ωμοσεν ο Κυριος προς αυτους και ηλθον εις μεγαλην αμηχανιαν.
A gdzie się kolwiek ruszyli, ręka Pańska była przeciwko nim ku złemu, jako powiedział Pan, i jako im przysiągł Pan; i byli ściśnieni bardzo.
Τοτε ανεστησεν ο Κυριος κριτας, οιτινες εσωσαν αυτους εκ της χειρος των λεηλατουντων αυτους.
Potem Pan wzbudził sędzie, którzy je wyzwalali z rąk łupieżców ich;
Πλην ουδε εις τους κριτας αυτων υπηκουσαν, αλλ επορνευσαν κατοπιν αλλων θεων και προσεκυνησαν αυτους εξεκλιναν ταχεως απο της οδου, εις την οποιαν περιεπατησαν οι πατερες αυτων υπακουοντες εις τας εντολας του Κυριου δεν εκαμον ουτω.
Ale i sędziów swych nie słuchali, owszem się scudzołożyli z bogami obcymi, kłaniając się im, i ustępowali prędko z drogi, którą chodzili ojcowie ich, a słuchając przykazań Pańskich, nie czynili tak.
Και οτε ανεστησεν ο Κυριος εις αυτους κριτας, τοτε ο Κυριος ητο μετα του κριτου και εσωζεν αυτους εκ της χειρος των εχθρων αυτων καθ ολας τας ημερας του κριτου διοτι εσπλαγχνισθη ο Κυριος εις τους στεναγμους αυτων τους εξ αιτιας των καταθλιβοντων αυτους και καταπιεζοντων αυτους.
A gdy im wzbudzał Pan sędzie, bywał Pan z każdym sędzią, i wybawiał je z rąk nieprzyjaciół ich po wszystkie dni onego sędziego; bo się użalił Pan narzekania ich, do którego je przywodzili ci, którzy je uciskali i trapili.
Οτε δε απεθνησκεν ο κριτης, επεστρεφον και διεφθειροντο χειροτερα παρα τους πατερας αυτων, υπαγοντες κατοπιν αλλων θεων, δια να λατρευωσιν αυτους και να προσκυνωσιν αυτους δεν επαυον απο των πραξεων αυτων ουδε απο της οδου αυτων της διεστραμμενης.
Wszakże po śmierci sędziego odwracali się, i psowali się bardziej niż ojcowie ich, chodząc za bogami cudzymi, a służąc im, i kłaniając się im, nic nie opuszczali z spraw swoich i z drogi swojej upornej.
Και εξηφθη ο θυμος του Κυριου κατα του Ισραηλ, και ειπεν, Επειδη ο λαος ουτος παρεβη την διαθηκην μου, την οποιαν προσεταξα εις τους πατερας αυτων, και δεν υπηκουσεν εις την φωνην μου
Przetoż wzruszyła się popędliwość Pańska przeciw Izraelowi, i rzekł: Dla tego, że przestąpił ten naród przymierze moje, którem przykazał ojcom ich, a nie byli posłuszni głosowi mojemu,
και εγω δεν θελω εκδιωξει πλεον απ εμπροσθεν αυτων ουδεν εκ των εθνων, τα οποια αφηκεν ο Ιησους οτε ετελευτησε,
Ja też na potem nie wypędzę żadnego od twarzy ich z tych narodów, które pozostawił Jozue, kiedy umarł.
δια να δοκιμασω τον Ισραηλ δια μεσου αυτων, εαν φυλαττωσι την οδον του Κυριου, περιπατουντες εν αυτη, καθως εφυλαξαν αυτην οι πατερες αυτων, η ουχι.
Abym przez nie doświadczał Izraela, będąli strzedz drogi Pańskiej, chodząc po niej, jako jej strzegli ojcowie ich, czyli nie.
Και αφηκε Κυριος τα εθνη ταυτα, χωρις να εκδιωξη ταχεως αυτα ουδε παρεδωκεν αυτα εις την χειρα του Ιησου.
I zostawił Pan one narody, nie wyganiając ich rychło, ani ich podał w rękę Jozuego.