Ezekiel 34

Και εγεινε λογος Κυριου προς εμε, λεγων,
I stało się słowo Pańskie do mnie mówiąc:
Υιε ανθρωπου, προφητευσον επι τους ποιμενας του Ισραηλ προφητευσον και ειπε προς αυτους, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος προς τους ποιμενας Ουαι εις τους ποιμενας του Ισραηλ, οιτινες βοσκουσιν εαυτους οι ποιμενες δεν βοσκουσι τα ποιμνια;
Synu człowieczy! prorokuj przeciwko pasterzom Izraelskim, prorokuj, a mówi do tych pasterzy: Tak mówi panujący Pan: Biada pasterzom Izraelskim, którzy sami siebie pasą!
Σεις τρωγετε το παχος και ενδυεσθε το μαλλιον, σφαζετε τα παχεα δεν βοσκετε τα ποιμνια.
Izali pasterze trzody paść nie mają? Tłustość jadacie, a wełną się przyodziewacie, to, co jest tłustego zabijacie, a trzody nie pasiecie;
Δεν ενισχυσατε το ασθενες και δεν ιατρευσατε το κακως εχον και δεν εκαμετε επιδεσμα εις το συντετριμμενον και δεν επανεφερατε το πεπλανημενον και δεν εζητησατε το απολωλος αλλα εν βια και εν σκληροτητι εδεσποζετε επ αυτα.
Słabych nie posilacie, a chorego nie leczycie, i złamanego nie zawiązujecie, a zapłoszonego nie przywodzicie, ani zgubionego nie szukacie, owszem, nad nimi surowie i srodze panujecie.
Και διεσκορπισθησαν, επειδη δεν υπηρχε ποιμην, και εγειναν καταβρωμα εις παντα τα θηρια του αγρου και διεσκορπισθησαν.
Tak, że rozproszone będąc są bez paterza i stały się na pożarcie wszelkiemu zwierzowi polnemu. ponieważ się rozpierzchnęły.
Τα προβατα μου περιεπλανωντο επι παν ορος και επι παντα λοφον υψηλον, και επι παν το προσωπον της γης ησαν διεσκορπισμενα τα προβατα μου, και δεν υπηρχεν ο ερευνων ουδε ο ζητων.
Błąkają się owce moje po wszystkich górach, i po każdym pagórku wysokim; owszem, po wszystkiej ziemi rozproszyły się owce moje, a nie był, ktoby ich szukał, i ktoby się za niemi pytał.
Δια τουτο, ακουσατε, ποιμενες, τον λογον του Κυριου
Dlatego, wy pasterze! słuchajcie słowa Pańskiego,
Ζω εγω, λεγει Κυριος ο Θεος, εξαπαντος, επειδη τα προβατα μου εγειναν λαφυρον και τα προβατα μου εγειναν καταβρωμα παντων των θηριων του αγρου δι ελλειψιν ποιμενος, και δεν εζητησαν οι ποιμενες μου τα προβατα μου αλλ οι ποιμενες εβοσκησαν εαυτους και δεν εβοσκησαν τα προβατα μου,
Jako żyję Ja, mówi panujący Pan: Przeto, iż trzoda moje jest na łup dana, a owce moje są na pożarcie wszelkiemu zwierzowi polnemu, będąc bez pasterza a iż nie szukają pasterze moi owiec moich, ale tylko pasterze samych siebie pasą, a owiec moich nie pasą;
δια τουτο, ακουσατε, ποιμενες, τον λογον του Κυριου
Przetoż o pasterze! słuchajcie słowo Pańskiego.
Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος Ιδου, εγω ειμαι εναντιον των ποιμενων, και θελω εκζητησει τα προβατα μου εκ της χειρος αυτων και θελω παυσει αυτους απο του να ποιμαινωσι τα προβατα και δεν θελουσι πλεον βοσκει εαυτους οι ποιμενες, διοτι θελω ελευθερωσει εκ του στοματος αυτων τα προβατα μου και δεν θελουσιν εισθαι καταβρωμα εις αυτους.
Tak mówi panujący Pan: Otom Ja przeciwko pasterzom, i szukać będę owiec moich z rąk ich, a uczynię, że oni przestaną paść owiec moich, aby nie paśli więcej pasterze samych siebie; wydrę zaiste owce moje z gęby ich, i nie będą im więcej pokarmem.
Διοτι ουτω λεγει Κυριος ο Θεος Ιδου, εγω, εγω θελω και αναζητησει τα προβατα μου και επισκεφθη αυτα.
Bo tak mówi panujący Pan: Oto Ja, Ja szukać będę owiec moich, i pytać się za niemi.
Καθως ο ποιμην επισκεπτεται το ποιμνιον αυτου, καθ ην ημεραν ευρισκεται εν μεσω των προβατων αυτου διεσκορπισμενων, ουτω θελω επισκεφθη τα προβατα μου και θελω ελευθερωσει αυτα εκ παντων των τοπων, οπου ησαν διεσκορπισμενα, εν ημερα νεφωδει και ζοφερα.
Jako się pyta pasterz o trzodę swoję, kiedy bywa w pośrodku owiec swoich rozproszonych: tak się Ja będę pytał za owcami mojemi, i wyrwę je ze wszystkich miejsc, kędy były rozproszone w dzień obłoku i chmury;
Και θελω εξαγαγει αυτα εκ των λαων και συναξει αυτα εκ των τοπων και φερει αυτα εις την γην αυτων και βοσκησει αυτα επι τα ορη του Ισραηλ, πλησιον των ποταμων και επι παντα τα κατοικουμενα της γης.
I wywiodę je z narodów, a zgromadzę je z ziem, i przywiodę je do ziemi ich, a paść je będę na górach Izraelskich nad strumieniami, i po wszystkich mieszkaniach tej ziemi.
Θελω βοσκησει αυτα εν αγαθη νομη, και η μανδρα αυτων θελει εισθαι επι των υψηλων ορεων του Ισραηλ εκει θελουσιν αναπαυεσθαι εν μανδρα καλη, και θελουσι βοσκεσθαι εν παχεια νομη επι των ορεων του Ισραηλ.
Na pastwiskach dobrych paść je będę, a na górach wysokich Izraelskich będą pastwiska ich; tam odpoczywać będą w trawach bujnych, a w paszach tłustych paść się będą na górach Izraelskich.
Εγω θελω βοσκησει τα προβατα μου και εγω θελω αναπαυσει αυτα, λεγει Κυριος ο Θεος.
Ja sam paść będę owce moje, i Ja im poczynię legowiska, mówi panujący Pan.
Θελω εκζητησει το απολωλος και επαναφερει το πεπλανημενον και επιδεσει το συντετριμμενον και ενισχυσει το ασθενες το παχυ ομως και το ισχυρον θελω καταστρεψει εν δικαιοσυνη θελω βοσκησει αυτα.
Zgubionej szukać będę, a zapłoszoną przywiodę, i połamaną zawiążę, a słabą posilę; ale tłustą i mocną wytracę; bo je będę pasł w sądzie.
Και περι υμων, ποιμνιον μου, ουτω λεγει Κυριος ο Θεος Ιδου, εγω θελω κρινει αναμεσον προβατου και προβατου, αναμεσον κριων και τραγων.
A wy, trzodo moja! tak mówi panujący Pan: Oto Ja uczynię sąd między owcą a owcą, między barany a kozły.
Μικρον ειναι εις εσας, οτι εβοσκησατε την καλην βοσκην, το δε επιλοιπον της βοσκης σας κατεπατειτε με τους ποδας σας; και οτι επινετε καθαρον υδωρ, το δε επιλοιπον εταραττετε με τους ποδας σας;
Azaż wam na tem mało, paść się na dobrej paszy, że jeszcze ostatek pastwisk waszychdepczecie nogami swojemi? a czystą wodę pić, że ostatek nogami swemi mącicie?
τα δε προβατα μου εβοσκον το καταπεπατημενον με τους ποδας σας και επινον το τεταραγμενον με τους ποδας σας.
Tak, że się owce moje tem, co było podeptane nogami waszemi, paść, a męciny nóg waszych pić muszą.
Δια τουτο ουτω λεγει προς αυτα Κυριος ο Θεος Ιδου, εγω, εγω θελω η κρινει αναμεσον προβατου παχεος και αναμεσον προβατου ισχνου.
Przetoż tak mówi panujący Pan do nich: Oto Ja, Ja sąd uczynię między bydlęciem tłustym i między bydlęciem chudem,
Επειδη απωθειτε με πλευρα και με ωμους και κερατιζετε δια των κερατων σας παντα τα ασθενη, εωσου διεσκορπισατε αυτα εις τα εξω,
Dlatego, że wy bokami i plecami trącacie, a rogami waszemi bodziecie wszystkie słabe, tak żeścieje precz rozegnali.
δια τουτο θελω σωσει τα προβατα μου και δεν θελουσιν εισθαι πλεον λαφυρον και θελω κρινει αναμεσον προβατου και προβατου.
Przetoż wyzwolę owce moje, że już dalej łupem nie będą, i uczynię sąd między owcą i owcą;
Και θελω καταστησει επ αυτα ενα ποιμενα και θελει ποιμαινει αυτα, τον δουλον μου Δαβιδ αυτος θελει ποιμαινει αυτα και αυτος θελει εισθαι ποιμην αυτων.
I wzbudzę nad niemi pasterza jednego, który je paść będzie, sługę mego Dawida, on je paść będzie, i on będzie pasterzem ich.
Και εγω ο Κυριος θελω εισθαι Θεος αυτων και ο δουλος μου Δαβιδ αρχων εν μεσω αυτων εγω ο Κυριος ελαλησα.
A Ja Pan będę im Bogiem, a sługa mój Dawid książęciem w pośrodku nich, Ja Pan mówiłem to.
Και θελω καμει προς αυτα διαθηκην ειρηνης και θελω αφανισει απο της γης τα πονηρα θηρια και θελουσι κατοικησει ασφαλως εν τη ερημω και κοιμασθαι εν τοις δρυμοις.
I uczynię z nimi przymierze pokoju, a wygubię zły zwierz z ziemi; i będą na puszczy bezpiecznie mieszkać, a w lasach sypiać będą;
Και θελω καταστησει ευλογιαν αυτα και τα περιξ του ορους μου, και θελω καταβιβαζει την βροχην εν τω καιρω αυτης βροχη ευλογιας θελει εισθαι.
Nadto dam im, i okolicy pagórka mego, błogasławieństwo, i spuszczać będę deszcz czasu swego; deszcze to błogosłwieństwa będą;
Και τα δενδρα του αγρου θελουσιν αποδιδει τον καρπον αυτων και η γη θελει διδει το προιον αυτης και θελουσιν εισθαι ασφαλεις εν τη γη αυτων και θελουσι γνωρισει οτι εγω ειμαι ο Κυριος, οταν συντριψω τα δεσμα του ζυγου αυτων και ελευθερωσω αυτους εκ της χειρος των καταδουλωσαντων αυτους.
I wypuści drzewo polne owoc swój, a ziemia wyda urodzaj swój, i będą na ziemi swojej bezpieczni, a dowiedzą się, żem Ja Pan, gdy połamię zawory jarzma ich, a wyrwię je z ręki tych, którzy je zniewalają.
Και δεν θελουσιν εισθαι πλεον λαφυρον εις τα εθνη, και τα θηρια της γης δεν θελουσι κατατρωγει αυτους αλλα θελουσι κατοικει ασφαλως και δεν θελει υπαρχει ο εκφοβων.
I nie będą więcej łupem narodom, a zwierz ziemiski pożerać ich nie będzie; ale mieszkać będą bezpiecznie, a nie będzie, ktoby je straszył.
Και θελω αναστησει εις αυτους φυτον ονομαστον, και δεν θελουσι πλεον φθειρεσθαι υπο πεινης εν τη γη και δεν θελουσι φερει πλεον την υβριν των εθνων.
I wzbudzę im latorośl sławną, że nie będą więcej głodem niszczeni na ziemi, ani poniosą pohańbienia od pogan.
Και θελουσι γνωρισει οτι εγω Κυριος ο Θεος αυτων ειμαι μετ αυτων και αυτοι, ο οικος Ισραηλ, λαος μου, λεγει Κυριος ο Θεος.
I dowiedzą się, żem Ja Pan, Bóg ich, z nimi, a oni lud mój, dom Izraelski, mówi panujący Pan.
Και σεις, προβατα μου, τα προβατα της βοσκης μου, σεις εισθε ανθρωποι, και εγω ο Θεος σας, λεγει Κυριος ο Θεος.
Ale wy owce moje, owce pastwiska mego, wyście lud mój, a Jam Bóg wasz, mówi panujący Pan.