Deuteronomy 24

Οταν τις λαβη γυναικα και νυμφευθη μετ αυτης, και συμβη να μη ευρη χαριν εις τους οφθαλμους αυτου, διοτι ευρηκεν εν αυτη ασχημον πραγμα, τοτε ας γραψη εις αυτην γραμμα διαζυγιου, και ας δωση αυτο εις την χειρα αυτης, και ας αποπεμψη αυτην εκ της οικιας αυτου.
Gdyby pojął kto żonę, a stałby się jej małżonkiem, a przydałoby się, żeby nie znalazła łaski w oczach jego, przeto, że znalazł przy niej co sprośnego, tedy jej napisze list rozwodny i da w rękę jej, a puści ją z domu swego.
Και αφου αναχωρηση απο της οικιας αυτου, δυναται να υπαγη και να συζευχθη μετα αλλου ανδρος.
A gdyby wyszła z domu jego, a odszedłszy szłaby za drugiego męża;
Και εαν ο δευτερος ανηρ αυτης μισηση αυτην και γραψη εις αυτην γραμμα διαζυγιου και δωση αυτο εις την χειρα αυτης, και αποπεμψη αυτην απο της οικιας αυτου, η εαν αποθανη ο δευτερος ανηρ, ο λαβων αυτην εις γυναικα αυτου,
A mając ją w nienawiści on mąż drugi, napisałby jej list rozwodny, i dałby w rękę jej i puściłby ją z domu swego; albo jeźliby też umarł on mąż drugi, który ją był pojął sobie za żonę:
ο πρωτος αυτης ανηρ, ο αποπεμψας αυτην, δεν δυναται να λαβη αυτην παλιν εις εαυτον γυναικα, αφου εμολυνθη διοτι ειναι βδελυγμα ενωπιον του Κυριου και δεν θελεις επιφερει αμαρτιαν εις την γην, την οποιαν Κυριος ο Θεος σου διδει εις σε κληρονομιαν.
Nie będzie mógł mąż jej pierwszy, który ją był opuścił, znowu jej pojąć, aby mu była żoną, gdyż jest splugawiona; albowiem obrzydliwością to jest przed obliczem Pańskiem. Przetoż nie dopuszczaj grzeszyć ziemi, którą Pan, Bóg twój, dawa tobie w dziedzictwo.
Εαν τις νεωστι λαβη γυναικα, δεν θελει εξελθει εις πολεμον, και δεν θελει επιφορτισθη επ αυτον ουδεν αλλα ελευθερος θελει εισθαι εν τη οικια αυτου εν ετος, και θελει ευφρανει την γυναικα αυτου την οποιαν ελαβε.
Gdyby się kto świeżo ożenił, nie wynijdzie na wojnę, ani nań włożona będzie jaka praca; wolen będzie w domu swym przez cały rok weseląc się z żoną swoją, którą pojął.
Δεν θελει λαβει ουδεις εις ενεχυρον την ανω ουδε την κατω πετραν του μυλου διοτι ζωην λαμβανει εις ενεχυρον.
Nikt nie weźmie w zastawie zwierzchniego i spodniego kamienia młyńskiego; bo takowy jakoby duszę brał w zastawie.
Εαν τις φωραθη κλεπτων τινα εκ των αδελφων αυτου εκ των υιων Ισραηλ, και καταδουλωσας αυτον επωλησε, τοτε ο κλεπτης ουτος θελει θανατονεσθαι και θελεις εξαφανισει το κακον εκ μεσου σου.
Jeźliby kto był znalezion, coby ukradł człowieka z braci swej, synów Izraelskich, a handlowałby nim, i sprzedał go, tedy umrze on złodziej, i odejmiesz złe z pośrodku siebie.
Προσεχε εις την πληγην της λεπρας, να φυλαττης επιμελως και να καμνης κατα παντα οσα οι ιερεις οι Λευιται σας διδαξωσι καθως προσεταξα εις αυτους, θελετε προσεχει να καμνητε.
Strzeż się zarazy trądu, a przestrzegaj pilnie, żebyś czynił wszystko, czego was nauczą kapłani Lewitowie; jakom im rozkazał, przestrzegać tego, i czynić to będziecie.
Ενθυμου τι εκαμεν εις την Μαριαμ Κυριος ο Θεος σου καθ οδον, αφου εξηλθετε εξ Αιγυπτου.
Pamiętaj co uczynił Pan, Bóg twój, Maryi w drodze, gdyście wyszli z Egiptu.
Οταν δανεισης τι εις τον πλησιον σου, δεν θελεις εισελθει εις την οικιαν αυτου δια να λαβης το ενεχυρον αυτου
Gdy pożyczysz czego bliźniemu twemu, nie wchodźże do domu jego, abyś wziął co w zastawie od niego.
εξω θελεις σταθη, και ο ανθρωπος εις τον οποιον δανειζεις θελει εκφερει εις σε το ενεχυρον.
Ale na dworze zostaniesz, a człowiek, któremuś pożyczył, wyniesie do ciebie zastaw przed dom.
Και εαν ο ανθρωπος ηναι πτωχος, δεν θελεις κοιμηθη μετα του ενεχυρου αυτου
A jeźliby on człowiek był ubogi, nie układziesz się z zastawem jego.
εξαπαντος θελεις αποδωσει εις αυτον το ενεχυρον περι την δυσιν του ηλιου, και θελει κοιμηθη εν τω ιματιω αυτου και θελει σε ευλογησει και θελει εισθαι εις σε δικαιοσυνη ενωπιον Κυριου του Θεου σου.
Bez omieszkania wrócisz mu on zastaw, gdy słońce zajdzie, żeby leżał na odzieniu swem, i błogosławił ci; a będzieć to sprawiedliwością przed Panem, Bogiem twoim.
Δεν θελεις αδικησει μισθωτον πτωχον και ενδεη, εκ των αδελφων σου η εκ των ξενων σου των εν τη γη σου, εντος των πυλων σου.
Nie uczynisz krzywdy najemnikowi ubogiemu, i potrzebnemu z braci twojej, albo z cudzoziemców twoich, którzy są w ziemi twej, w bramach twoich.
Αυθημερον θελεις δωσει τον μισθον αυτου, πριν δυση ο ηλιος επ αυτον διοτι ειναι πτωχος και εχει την ελπιδα αυτου εις αυτον δια να μη βοηση κατα σου προς Κυριον, και γεινη εις σε αμαρτια.
Tegoż dnia dasz mu zapłatę jego przed zajściem słońca, albowiem ubogi jest, a z tego żywi duszę swoję; żeby nie wołał przeciwko tobie do Pana, a zostałby na tobie grzech.
Οι πατερες δεν θελουσι θανατονεσθαι δια τα τεκνα, ουτε τα τεκνα θελουσι θανατονεσθαι δια τους πατερας εκαστος θελει θανατονεσθαι δια το ιδιον εαυτου αμαρτημα.
Nie umrą ojcowie za syny, a synowie nie umrą za ojce; każdy za grzech swój umrze.
Δεν θελεις διαστρεφει την κρισιν του ξενου, του ορφανου, ουδε θελεις λαμβανει το ιματιον της χηρας ενεχυρον
Nie wywrócisz sądu przychodniowi, ani sierocie, ani weźmiesz w zastawie szaty wdowy;
αλλα θελεις ενθυμεισθαι οτι δουλος εσταθης εν Αιγυπτω, και σε ελυτρωσε Κυριος ο Θεος σου εκειθεν δια τουτο εγω προσταζω εις σε να καμνης το πραγμα τουτο.
Ale pamiętaj, żeś niewolnikiem był w Egipcie, a iż cię wybawił Pan, Bóg twój, stamtąd; dla tegoż ja przykazuję tobie, abyś to czynił.
Οταν θεριζης το θερος σου εν τω αγρω σου, και λησμονησης χειροβολον τι εν τω αγρω, δεν θελεις επιστρεψει δια να λαβης αυτο δια τον ξενον θελει εισθαι, δια τον ορφανον και δια την χηραν δια να σε ευλογη Κυριος ο Θεος σου εις παντα τα εργα των χειρων σου.
Gdybyś żął zboże twoje na roli twojej, a zapamiętałbyś snopa na polu, nie wracaj się, abyś go wziął; przychodniowi, sieroci, i wdowie to będzie, abyć błogosławił Pan, Bóg twój, w każdej sprawie rąk twoich.
Αφου τιναξης τας ελαιας σου, δεν θελεις παλιν ελαιολογησει τους κλαδους θελει εισθαι δια τον ξενον, δια τον ορφανον και δια την χηραν.
Gdy będziesz obierał oliwki twoje, nie oglądajże się na każdą gałązkę za sobą; przychodniowi, sierocie, i wdowie to będzie.
Αφου τρυγησης τον αμπελωνα σου, δεν θελεις σταφυλολογησει παλιν θελει εισθαι δια τον ξενον, δια τον ορφανον και δια την χηραν.
Gdy będziesz obierał winnicę twoję, nie zbierajże gron pozostałych za tobą; przychodniowi, sierocie, i wdowie to będzie.
Και θελεις ενθυμεισθαι οτι δουλος εσταθης εν γη Αιγυπτου δια τουτο εγω προσταζω εις σε να καμνης το πραγμα τουτο.
A pamiętaj, iżeś był niewolnikiem w ziemi Egipskiej; przetoż ja tobie przykazuję, abyś to czynił.