Και ειπεν ο αρχιευνουχος προς τον Δανιηλ, Εγω φοβουμαι τον κυριον μου τον βασιλεα, οστις διεταξε το φαγητον σας και το ποτον σας, μηποτε ιδη τα προσωπα σας σκυθρωποτερα παρα των νεανισκων των συνομηλικων σας, και ενοχοποιησητε την κεφαλην μου εις τον βασιλεα.
I rzekł przełożony nad komornikami do Danijela: Ja się boję króla, pana mego, który wam postanowił pokarm wasz i napój wasz: który jeźliby obaczył, że twarzy wasze chudsze są niż innych młodzieńców, którzy jednako z wami mają być wychowani, tedy mię przyprawicie o gardło u króla.