I Kings 16

Και ηλθε λογος Κυριου προς τον Ιηου, τον υιον του Ανανι, εναντιον του Βαασα, λεγων,
I stało się słowo Pańskie do Jehu, syna Hananijego, przeciw Baazie, mówiące:
Επειδη, ενω σε υψωσα εκ του χωματος, και σε κατεστησα ηγεμονα επι τον λαον μου Ισραηλ, συ περιεπατησας εις την οδον του Ιεροβοαμ, και εκαμες τον λαον μου Ισραηλ να αμαρτηση, δια να με παροργισης δια των αμαρτιων αυτων,
Dla tego żem cię wydźwignął z prochu, a postanowiłem cię wodzem nad ludem moim Izraelskim, a tyś chodził drogami Jeroboamowemi, i przywiodłeś do grzechu lud mój Izraelski, pobudzając mię ku gniewu grzechami ich:
ιδου, εγω εξολοθρευω κατα κρατος τον Βαασα και τον οικον αυτου και θελω καταστησει τον οικον σου ως τον οικον του Ιεροβοαμ υιου του Ναβατ
Otoż ja wygładzę potomki Baazy, i potomki domu jego, a uczynię dom twój, jako dom Jeroboama, syna Nabatowego.
οστις εκ του Βαασα αποθανη εν τη πολει, οι κυνες θελουσι φαγει αυτον και οστις εξ αυτου αποθανη εν τοις αγροις, τα πετεινα του ουρανου θελουσι φαγει αυτον.
Tego, który z rodu Baazy umrze w mieście, zjedzą psy, a tego, który umrze na polu, zjedzą ptaki powietrzne.
Αι δε λοιπαι των πραξεων του Βαασα και οσα επραξε και τα κατορθωματα αυτου δεν ειναι γεγραμμενα εν τω βιβλιω των χρονικων των βασιλεων του Ισραηλ;
A inne sprawy Baazy, i co czynił, i moc jego, azaż to nie jest napisano w kronikach królów Izraelskich?
Και εκοιμηθη ο Βαασα μετα των πατερων αυτου και εταφη εν Περσα εβασιλευσε δε αντ αυτου Ηλα ο υιος αυτου.
A gdy zasnął Baaza z ojcy swymi, pochowany jest w Tersie, i królował Ela, syn jego, miasto niego.
Και ετι δια Ιηου του προφητου, υιου του Ανανι, ηλθεν ο λογος του Κυριου κατα του Βαασα και κατα του οικου αυτου και κατα πασων των κακιων οσας επραξεν ενωπιον του Κυριου, παροργισας αυτον δια των εργων των χειρων αυτου, ωστε να γεινη καθως ο οικος του Ιεροβοαμ και διοτι εθανατωσεν αυτον.
A tak przez proroka Jehu, syna Hananijego, stało się słowo Pańskie przeciw Baazie i przeciw domowi jego, i przeciw wszystkiemu złemu, które czynił przed obliczem Pańskiem, wzruszając go ku gniewu sprawami rąk swoich, że ma być podobnym domowi Jeroboamowemu, i dla tego, że go zabił.
Κατα το εικοστον εκτον ετος του Ασα βασιλεως του Ιουδα, εβασιλευσεν ο Ηλα υιος του Βαασα επι τον Ισραηλ εν Φερσα και εβασιλευσε δυο ετη.
Roku dwudziestego i szóstego Azy, króla Judzkiego, królował Ela, syn Baazy, nad Izraelem w Tersie dwa lata.
Συνωμοσε δε κατ αυτου ο δουλος αυτου Ζιμβρι, ο αρχηγος του ημισεως των πολεμικων αμαξων, ενω ητο εν Θερσα πινων και μεθυων εν τω οικω του Αρσα, οικονομου του οικου αυτου εν Θερσα.
I sprzysiągł się przeciw niemu sługa jego Zymry, hetman nad połową wozów, gdy Ela w Tersie pijąc pijany był w domu Arsy, który był sprawcą domu królewskiego w Tersie.
Και εισηλθεν ο Ζιμβρι και επαταξεν αυτον και εθανατωσεν αυτον, εις το εικοστον εβδομον ετος του Ασα βασιλεως του Ιουδα, και εβασιλευσεν αντ αυτου.
Wtem przypadł Zymry i ranił go, i zabił go roku dwudziestego i siódmego Azy, króla Judzkiego, a królował miasto niego.
Και ως εβασιλευσεν, αμα εκαθησεν επι του θρονου αυτου, επαταξε παντα τον οικον του Βαασα δεν αφηκεν εις αυτον ουρουντα προς τοιχον ουδε συγγενεις αυτου ουδε φιλους αυτου.
A gdy już królował i siedział na stolicy jego, wymordował wszystek dom Baazy, i powinne jego, i przyjacioły jego; nie zostawił z niego i szczeniątka.
Και εξωλοθρευσεν ο Ζιμβρι παντα τον οικον του Βαασα, κατα τον λογον του Κυριου, τον οποιον ελαλησεν εναντιον του Βαασα δια Ιηου του προφητου,
A tak wygładził Zymry wszystek dom Baazy według słowa Pańskiego, które powiedział o Baazie przez proroka Jehu.
δια πασας τας αμαρτιας του Βαασα και τας αμαρτιας Ηλα του υιου αυτου, τας οποιας ημαρτησαν, και δια των οποιων εκαμον τον Ισραηλ να αμαρτηση, παροργισαντες, Κυριον τον Θεον του Ισραηλ δια των ματαιοτητων αυτων.
Dla wszystkich grzechów Baazy, i grzechów Eli, syna jego, którzy grzeszyli, i którzy przywiedli do grzechu Izraela, wzruszając ku gniewu Pana, Boga Izraelskiego, próżnościami swemi.
Αι δε λοιπαι των πραξεων του Ηλα και παντα οσα επραξε, δεν ειναι γεγραμμενα εν τω βιβλιω των χρονικων των βασιλεων του Ισραηλ;
Ale inne sprawy Eli, i wszystko co czynił, izali nie napisane w kronikach o królach Izraelskich?
Κατα το εικοστον εβδομον ετος του Ασα βασιλεως του Ιουδα, εβασιλευσεν ο Ζιμβρι επτα ημερας εν Θερσα. Ο δε λαος ητο εστρατοπεδευμενος κατα της Γιββεθων, ητις ητο των Φιλισταιων.
Roku dwudziestego i siódmego Azy, króla Judzkiego, królował Zymry siedm dni w Tersie, gdy lud obozem leżał u Giebbeton, które jest Filistyńskie.
Και ακουσας ο λαος ο εστρατοπεδευμενος οτι ελεγον, Ο Ζιμβρι συνωμοσε και μαλιστα επαταξε τον βασιλεα, απας ο Ισραηλ εκαμε τον Αμρι, τον αρχηγον του στρατευματος, βασιλεα επι τον Ισραηλ την ημεραν εκεινην εν τω στρατοπεδω.
A gdy usłyszał lud leżący w obozie takową rzecz, iż Zymry sprzysiągłszy się zabił króla: tedy wszystek Izrael postanowili królem Amrego, który był hetmanem na wojskiem Izraelskiem onegoż dnia w obozie.
Και ανεβη ο Αμρι και απας ο Ισραηλ μετ αυτου απο Γιββεθων, και επολιορκησαν την Θερσα.
Przetoż odciągnął Amry i wszystek Izrael z nim od Giebbeton, a oblegli Tersę.
Και ως ειδεν ο Ζιμβρι οτι εκυριευθη η πολις, εισηλθεν εις το παλατιον του οικου του βασιλεως και εκαυσεν εφ εαυτον τον οικον του βασιλεως εν πυρι και απεθανε,
A gdy obaczył Zymry, iż wzięto miasto, wszedł na pałac domu królewskiego, i spalił się ogniem z domem królewskim, i umarł.
δια τας αμαρτιας αυτου, τας οποιας ημαρτησε, πραξας πονηρα ενωπιον του Κυριου, επειδη περιεπατησεν εις την οδον του Ιεροβοαμ και εις τας αμαρτιας αυτου, τας οποιας επραξε, καμνων τον Ισραηλ να αμαρτηση.
A to się stało dla grzechów jego, których się dopuścił, czyniąc złe przed obliczem Pańskiem, a chodząc drogą Jeroboama, i w grzechach jego, których się dopuszczał, do grzechu przywodząc Izraela.
Αι δε λοιπαι των πραξεων του Ζιμβρι και η συνωμοσια αυτου, την οποιαν εκαμε, δεν ειναι γεγραμμενα εν τω βιβλιω των χρονικων των βασιλεων του Ισραηλ;
A inne sprawy Zymry i sprzysiężenie jego, które uczynił, azaż nie jest napisane w kronikach o królach Izraelskich?
Τοτε διηρεθη ο λαος του Ισραηλ εις δυο μερη το ημισυ του λαου ηκολουθησε τον Θιβνι υιον του Γιναθ, δια να καμη αυτον βασιλεα και το ημισυ ηκολουθησε τον Αμρι.
Tedy się rozerwał lud Izraelski na dwie części; połowa ludu szła za Tebni, synem Ginetowym, aby go uczynili królem, a połowa szła za Amrym.
Ο λαος ομως ο ακολουθησας τον Αμρι υπερισχυσε κατα του λαου του ακολουθησαντος τον Θιβνι υιον του Γιναθ και απεθανεν ο Θιβνι, και εβασιλευσεν ο Αμρι.
Ale przemógł lud, który przestawał z Amrym, on lud, który zostawał przy Tebni, synem Ginetowym; i umarł Tebni, a królował Amry.
Κατα το τριακοστον πρωτον ετος του Ασα βασιλεως του Ιουδα, εβασιλευσεν Αμρι επι τον Ισραηλ, και εβασιλευσε δωδεκα ετη εξ ετη εβασιλευσεν εν Θερσα.
Roku trzydziestego i pierwszego Azy, króla Judzkiego, królował Amry nad Izraelem dwanaście lat; w Tersie królował sześć lat.
Και ηγορασε το ορος της Σαμαρειας παρα του Σεμερ δια δυο ταλαντα αργυριου, και εκτισε πολιν επι του ορους και εκαλεσε το ονομα της πολεως, την οποιαν εκτισε, κατα το ονομα του Σεμερ, κυριου του ορους, Σαμαρειαν.
I kupił górę Samaryi od Semera za dwa talenty srebra, i pobudował na onej górze, a nazwał imię miasta, które zbudował imieniem Semera, pana góry onej, Samaryi.
Επραξε δε ο Αμρι πονηρα ενωπιον του Κυριου και επραξε χειροτερα παρα παντας τους προ αυτου
Ale czynił Amry złe przed oczyma Pańskiemi, a dopuszczał się rzeczy gorszych, niżeli wszyscy, którzy przed nim byli.
και περιεπατησεν εις πασας τας οδους του Ιεροβοαμ, υιου του Ναβατ, και εις τας αμαρτιας εκεινου, δια των οποιων εκαμε τον Ισραηλ να αμαρτηση, παροργισας Κυριον τον Θεον του Ισραηλ δια των ματαιοτητων αυτων.
Albowiem chodził wszystkiemi drogami Jeroboama, syna Nabatowego, i w grzechu jego, którym przywiódł w grzechy Izraela, wzruszając ku gniewu Pana Boga Izraelskiego, próżnościami swemi.
Αι δε λοιπαι των πραξεων του Αμρι τας οποιας επραξε και τα κατορθωματα αυτου οσα εκαμε, δεν ειναι γεγραμμενα εν τω βιβλιω των χρονικων των βασιλεων του Ισραηλ;
A inne sprawy Amrego, i wszystko, co czynił, i moc jego, którą pokazywał, azaż to nie jest napisane w kronikach o królach Izraelskich?
Και εκοιμηθη ο Αμρι μετα των πατερων αυτου και εταφη εν Σαμαρεια εβασιλευσε δε αντ αυτου Αχααβ ο υιος αυτου.
I zasnął Amry z ojcy swymi, a pochowany jest w Samaryi; i królował Achab, syn jego, miasto niego.
Ο δε Αχααβ ο υιος του Αμρι εβασιλευσεν επι τον Ισραηλ κατα το τριακοστον ογδοον ετος του Ασα βασιλεως του Ιουδα και εβασιλευσεν Αχααβ ο υιος του Αμρι επι τον Ισραηλ εν Σαμαρεια εικοσιδυο ετη.
Achab tedy, syn Amrego, królować począł nad Izraelem roku trzydziestego i ósmego Azy, króla Judzkiego, a królował Achab, syn Amrego, nad Izraelem w Samaryi dwadzieścia i dwa lat.
Και επραξεν ο Αχααβ ο υιος του Αμρι πονηρα ενωπιον του Κυριου, υπερ παντας τους προ αυτου.
I czynił Achab, syn Amrego, złe przed oczyma Pańskiemi nad wszystkie, którzy byli przed nim.
Και ως αν ητο μικρον το να περιπατη εις τας αμαρτιας του Ιεροβοαμ, υιου του Ναβατ, ελαβεν ετι δια γυναικα Ιεζαβελ, την θυγατερα του Εθβααλ, βασιλεως των Σιδωνιων, και υπηγε και ελατρευσε τον Βααλ και προσεκυνησεν αυτον.
I stało się, nie mając na tem dosyć, iż chodził w grzechach Jeroboama, syna Nabatowego, że sobie wziął za żonę Jezabelę, córkę Etbaala, króla Sydońskiego, a szedłszy służył Baalowi, i kłaniał mu się.
Και ανηγειρε βωμον εις τον Βααλ εντος του οικου του Βααλ, τον οποιον ωκοδομησεν εν Σαμαρεια.
I wystawił ołtarz Baalowi w domu Baalowym, który był zbudował w Samaryi.
Και εκαμεν ο Αχααβ αλσος και δια να παροργιση Κυριον τον Θεον του Ισραηλ, επραξεν ο Αχααβ περισσοτερον παρα παντας τους βασιλεις του Ισραηλ, οσοι εσταθησαν προ αυτου.
Do tego nasadził Achab gaj, a tem więcej wzruszył ku gniewu Pana, Boga Izraelskiego, nad wszystkie króle Izraelskie, którzy byli przed nim.
Εν ταις ημεραις αυτου ωκοδομησε Χιηλ ο Βαιθηλιτης την Ιεριχω εβαλε τα θεμελια αυτης επι Αβειρων του πρωτοτοκου αυτου, και εστησε τας πυλας αυτης επι Σεγουβ του νεωτερου υιου αυτου, κατα τον λογον του Κυριου, τον οποιον ελαλησε δια Ιησου υιου του Ναυη.
Za dni jego zbudował Hijel, Betelczyk, miasto Jerycho. Na Abiramie, pierworodnym swoim, założył je, a na Segubie najmłodszym synu swym, wystawił bramy jego, według słowa Pańskiego, które powiedział przez Jozuego, syna Nunowego.