Zephaniah 2

Συναχθητε και συναθροισθητε, το εθνος το μη επιθυμητον,
Tenk efter og gå i dig selv, du folk som ikke blues,
πριν το ψηφισμα γεννηση το αποτελεσμα αυτου και η ημερα παρελθη ως χνους, πριν επελθη εφ υμας η εξαψις του Κυριου, πριν επελθη εφ υμας η ημερα του θυμου του Κυριου.
før Guds råd føder - som agner farer dagen frem - før Herrens brennende vrede kommer over eder, før Herrens vredes dag kommer over eder!
Ζητειτε τον Κυριον, παντες οι πραεις της γης, οι εκτελεσαντες τας κρισεις αυτου ζητειτε δικαιοσυνην, ζητειτε πραοτητα, ισως σκεπασθητε εν τη ημερα της οργης του Κυριου.
Søk Herren, alle I saktmodige i landet, som holder hans lov! Søk rettferdighet, søk saktmodighet! Kanskje I blir skjult på Herrens vredes dag.
Διοτι η Γαζα θελει εγκαταλειφθη και η Ασκαλων θελει ερημωθη θελουσιν εκδιωξει την Αζωτον εν καιρω μεσημβριας και η Ακκαρων θελει εκριζωθη.
For Gasa skal bli forlatt, og Askalon en ørken; Asdods folk skal jages ut midt på dagen, og Ekron skal rykkes op med rot.
Ουαι εις τους κατοικους των παραλιων της θαλασσης, εις το εθνος των Χερεθαιων ο λογος του Κυριου ειναι εναντιον σας, Χανααν, γη των Φιλισταιων, και θελω σε αφανισει, ωστε να μη υπαρχη ο κατοικων.
Ve dem som bor i bygdene ute ved havet, kreterfolket! Herrens ord kommer over dig, Kana'an, du filistrenes land, jeg vil ødelegge dig så ingen skal bo i dig.
Και το παραλιον της θαλασσης θελει εισθαι κατοικιαι και σπηλαια ποιμενων και μανδραι ποιμνιων.
Og bygdene ute ved havet skal bli til beitemarker med gjemmesteder for hyrdene og med fehegn.
Και το παραλιον τουτο θελει εισθαι δια το υπολοιπον του οικου Ιουδα εκει θελουσι βοσκει εν τοις οικοις της Ασκαλωνος θελουσι καταλυει το εσπερας διοτι Κυριος ο Θεος αυτων θελει επισκεφθη αυτους και αποστρεψει την αιχμαλωσιαν αυτων.
Og det skal bli en bygd for dem som blir igjen av Judas hus; der skal de ha sitt beite, i Askalons huser skal de hvile om aftenen. For Herren deres Gud skal se til dem og gjøre ende på deres fangenskap.
Ηκουσα τους ονειδισμους του Μωαβ και τας υβρεις των υιων Αμμων, δια των οποιων ωνειδιζον τον λαον μου και εμεγαλυνοντο κατα των οριων αυτου.
Jeg har hørt Moabs spott og Ammons barns hånsord, da de spottet mitt folk og bar sig overmodig at mot dets land.
Δια τουτο, Ζω εγω, λεγει ο Κυριος των δυναμεων, ο Θεος του Ισραηλ, εξαπαντος ο Μωαβ θελει εισθαι ως τα Σοδομα και οι υιοι Αμμων ως τα Γομορρα, τοπος κνιδων και αλυκαι και παντοτεινη ερημωσις το υπολοιπον του λαου μου θελει λαφυραγωγησει αυτους και το υπολοιπον του εθνους μου θαλει κατακληρονομησει αυτους.
Derfor, så sant jeg lever, sier Herren, hærskarenes Gud, Israels Gud, skal det gå Moab som Sodoma og Ammons barn som Gomorra: De skal bli neslers eie og en saltgrube og en ørken til evig tid; resten av mitt folk skal plyndre dem; de som blir igjen av mitt folk, skal ta dem i eie.
Τουτο θελει γεινει εις αυτους δια την υπερηφανιαν αυτων, διοτι ωνειδισαν και εμεγαλυνθησαν κατα του λαου του Κυριου των δυναμεων.
Således skal det gå dem for deres overmots skyld, fordi de hånte og bar sig overmodig at mot Herrens, hærskarenes Guds folk.
Ο Κυριος θελει εισθαι τρομερος εναντιον αυτων, διοτι θελει εξολοθρευσει παντας τους θεους της γης και θελουσι προσκυνησει αυτον, εκαστος εκ του τοπου αυτου, πασαι αι νησοι των εθνων.
Forferdelig skal Herren vise sig mot dem; for han skal tilintetgjøre alle jordens guder, og alle hedningenes kyster skal tilbede ham, hvert folk på sitt sted.
Και σεις, Αιθιοπες, θελετε διαπερασθη δια της ομφαιας μου.
Også I etiopere blir gjennemboret av mitt sverd.
Και θελει εκτεινει την χειρα αυτου κατα του βορρα και αφανισει την Ασσυριαν, και θελει καταστησει την Νινευη εις αφανισμον, τοπον ανυδρον ως η ερημος.
Han rekker sin hånd ut mot Norden og ødelegger Assur og gjør Ninive til et øde, tørt som en ørken.
Και ποιμνια θελουσι βοσκεσθαι εν μεσω αυτης, παντα τα ζωα των εθνων και ο πελεκαν και ο ακανθοχοιρος θελουσι κατοικει εν τοις ανωφλιοις αυτης η φωνη αυτων θελει ηχησει εις τα παραθυρα ερημωσις θελει εισθαι εν ταις πυλαις, διοτι θελει γυμνωθη απο των κεδρινων εργων.
Der skal hjorder hvile; alle slags villdyrflokker, både pelikaner og pinnsvin, skal overnatte på søilehodene der; fuglesang høres i vinduene, grus ligger på dørtreskelen, for sederpanelet er revet av.
Αυτη ειναι η ευφραινομενη πολις, η κατοικουσα αμεριμνως, η λεγουσα εν τη καρδια αυτης, Εγω ειμαι και δεν ειναι αλλη εκτος εμου. Πως κατεσταθη ερημος, καταλυμα θηριων πας ο διαβαινων δι αυτης θελει συριξει και κινησει την χειρα αυτου.
Dette er den jublende stad, som bodde så trygt, som sa i sitt hjerte: Jeg og ingen annen! Hvor den er blitt til en ørken, et leie for ville dyr! Hver den som går forbi, blåser av den og ryster hånlig sin hånd.