Judges 21

Και οι ανδρες Ισραηλ ειχον ομοσει εν Μισπα, λεγοντες, ουδεις εξ ημων θελει δωσει την θυγατερα αυτου εις τον Βενιαμιν δια γυναικα.
I Mispa hadde Israels menn svoret: Ingen av oss skal gi nogen i Benjamin sin datter til hustru.
Και ηλθεν ο λαος εις Βαιθηλ, και εκαθισαν εκει εως εσπερας ενωπιον του Θεου, και υψωσαν την φωνην αυτων και εκλαυσαν κλαυθμον μεγαν
Men da folket kom til Betel, satt de der for Guds åsyn til om aftenen, og de gråt høit og lenge
και ειπον, Διατι, Κυριε Θεε του Ισραηλ, εγεινε τουτο εν τω Ισραηλ, να αποκοπη σημερον απο του Ισραηλ μια φυλη;
og sa: Herre, Israels Gud, hvorfor har dette hendt i Israel at det i dag fattes en hel stamme av Israel?
Και την επαυριον εσηκωθη ο λαος το πρωι, και ωκοδομησεν εκει θυσιαστηριον και προσεφερεν ολοκαυτωματα και θυσιας ειρηνικας.
Den følgende dag stod folket tidlig op og bygget et alter der og ofret brennoffer og takkoffer.
Και ειπον οι υιοι Ισραηλ, Τις ειναι μεταξυ πασων των φυλων του Ισραηλ, οστις δεν ανεβη εις την συναξιν προς τον Κυριον; Διοτι ειχον καμει μεγαν ορκον κατ εκεινον οστις δεν ηθελεν αναβη προς τον Κυριον εις Μισπα, λεγοντες, Εξαπαντος θελει θανατωθη.
Og Israels barn sa: Hvem var det blandt alle Israels stammer som ikke kom op til Herren med menigheten? For de hadde svoret en dyr ed at den som ikke kom op til Herren i Mispa, han skulde late livet.
Και μετενοησαν οι υιοι Ισραηλ περι Βενιαμιν του αδελφου αυτων και ειπον, Σημερον απεκοπη μια φυλη απο του Ισραηλ
Det gjorde Israels barn ondt for Benjamin, deres bror, og de sa: Idag er det hugget bort en stamme av Israel.
τι θελομεν καμει δια γυναικας εις τους απομειναντας, αφου ωμοσαμεν προς τον Κυριον να μη δωσωμεν εις αυτους δια γυναικας εκ των θυγατερων ημων;
Hvad skal vi gjøre for dem som er tilbake, så de kan få sig hustruer, siden vi har svoret ved Herren at vi ikke vil gi dem nogen av våre døtre til ekte?
Και ειπον, Ποιος τις ειναι εκ των φυλων Ισραηλ, οστις δεν ανεβη εις Μισπα προς τον Κυριον; Και ιδου, δεν ειχεν ελθει ουδεις εις το στρατοπεδον απο Ιαβεις−γαλααδ εις την συναξιν.
Så sa de: Var det nogen blandt Israels ætter som ikke kom op til Herren i Mispa? Da fikk de vite at fra Jabes i Gilead var ingen kommet til leiren, til møtet.
Διοτι εγεινεν εξετασις του λαου, και ιδου, δεν ητο εκει ουδεις εκ των κατοικων της Ιαβεις−γαλααδ.
For da folket blev mønstret, viste det sig at ingen av innbyggerne i Jabes i Gilead var der.
Και απεστειλεν εκει η συναγωγη δωδεκα χιλιαδας ανδρων εκ των πλεον δυνατων και προσεταξεν αυτους, λεγουσα, Υπαγετε και παταξατε τους κατοικους της Ιαβεις−γαλααδ εν στοματι μαχαιρας, και τας γυναικας και τα παιδια
Da sendte menigheten tolv tusen mann av krigsfolket dit og bød dem: Dra avsted og slå innbyggerne i Jabes i Gilead med sverdets egg, også kvinner og barn!
και τουτο ειναι το πραγμα, το οποιον θελετε καμει παν αρσενικον και πασαν γυναικα γνωρισασαν κοιτην αρσενικου θελετε εξολοθρευσει.
Således skal I gjøre: Alt mannkjønn og hver kvinne som har hatt samleie med nogen mann, skal I slå med bann.
Και ευρηκαν μεταξυ των κατοικων της Ιαβεις−γαλααδ τετρακοσιας νεας παρθενους, αιτινες δεν ειχον γνωρισει ανδρα εν κοιτη αρσενικου και εφεραν αυτας προς το στρατοπεδον εις Σηλω, ητις ειναι εν γη Χανααν.
Da fant de blandt innbyggerne i Jabes i Gilead fire hundre jomfruer som ikke hadde vært nær nogen mann og hatt samleie med ham; dem tok de med sig til leiren i Silo i Kana'ans land.
Και απεστειλε πασα η συναγωγη, και ελαλησαν προς τους υιους Βενιαμιν, τους εν τη πετρα Ριμμων, και εκαλεσαν αυτους εις ειρηνην.
Og hele menigheten sendte bud til Benjamins barn, som var på Rimmons klippe, og lovte dem fred.
Και επεστρεψεν ο Βενιαμιν κατ εκεινον τον καιρον και εδωκαν εις αυτους τας γυναικας, τας οποιας ειχον αφησει ζωσας εκ των γυναικων της Ιαβεις−γαλααδ πλην δεν εξηρκεσαν εις αυτους.
Da vendte Benjamin med én gang tilbake, og de gav dem de kvinner som de hadde latt bli i live blandt kvinnene i Jabes i Gilead; men det blev ikke nok for dem.
Και μετενοησεν ο λαος περι Βενιαμιν, διοτι ο Κυριος εκαμε χαλασμον εν ταις φυλαις Ισραηλ.
Og det gjorde folket ondt for Benjamin; for Herren hadde gjort et skår i Israels stammer.
Τοτε ειπον οι πρεσβυτεροι της συναγωγης, Τι θελομεν καμει δια γυναικας εις τους λοιπους; επειδη αι γυναικες ηφανισθησαν εκ του Βενιαμιν.
Og menighetens eldste sa: Hvad skal vi gjøre for dem som ennu er tilbake, så de kan få sig hustruer, siden alle kvinner i Benjamin er utryddet?
Και ειπον, Πρεπει να μενη η κληρονομια εις τους σωθεντας εκ του Βενιαμιν, δια να μη εξαλειφθη μια φυλη εκ του Ισραηλ
Og de sa: Benjamins arvedel skal høre de undkomne til, så ikke en hel stamme i Israel skal utslettes.
πλην ημεις δεν δυναμεθα να δωσωμεν εις αυτους γυναικας εκ των θυγατερων ημων διοτι οι υιοι Ισραηλ ωμοσαν, λεγοντες, Επικαταρατος, οστις δωση γυναικα εις τον Βενιαμιν.
Men vi kan ikke gi dem nogen av våre døtre til ekte. For Israels barn har svoret: Forbannet være den som gir nogen av Benjamin sin datter til hustru!
Τοτε ειπον, Ιδου, κατ ετος γινεται εορτη του Κυριου εν Σηλω, ητις ειναι προς βορραν της Βαιθηλ, προς ανατολας της οδου ητις αναβαινει απο Βαιθηλ εις Συχεμ και προς νοτον της Λεβωνα.
Så sa de: År for år holdes det jo en høitid for Herren i Silo, som ligger nordenfor Betel, østenfor alfarveien som fører fra Betel op til Sikem, og sønnenfor Lebona.
Προσεταξαν λοιπον εις τους υιους του Βενιαμιν, λεγοντες, Υπαγετε και ενεδρευσατε εις τας αμπελους
Og de sa til Benjamins barn: Gå og legg eder på lur i vingårdene
και παρατηρησατε, και ιδου, εαν αι θυγατερες της Σηλω εξελθωσι να χορευσωσιν εις τους χορους, τοτε εξελθετε εκ των αμπελων και αρπασατε εις εαυτους εκαστος την γυναικα αυτου εκ των θυγατερων της Σηλω, και υπαγετε εις την γην του Βενιαμιν
og pass på, og når I ser Silos døtre gå ut til dans, da skal I springe frem fra vingårdene og røve eder hver sin hustru blandt Silos døtre og så dra hjem til Benjamins land.
και οταν οι πατερες αυτων η οι αδελφοι αυτων ελθωσιν προς ημας δια να παραπονεθωσιν, ημεις θελομεν ειπει προς αυτους, Καμετε εις αυτους ελεος δια ημας, επειδη δεν συνελαβομεν εν τω πολεμω γυναικα δι εκαστον σεις δε μη διδοντες εις αυτους κατα τον καιρον τουτον, ηθελετε εισθαι ενοχοι.
Og når deres fedre eller brødre kommer og vil gå i rette med oss, da skal vi si til dem: Unn oss dem! For vi har ikke alle fått oss hustruer i krigen, og I har jo ikke selv gitt dem pikene; da vilde I nu være skyldige.
Και εκαμον ουτως οι υιοι Βενιαμιν, και ελαβον γυναικας κατα τον αριθμον αυτων εξ εκεινων αιτινες εχορευον, αρπασαντες αυτας και ανεχωρησαν και υπεστρεψαν εις την κληρονομιαν αυτων, και εκτισαν τας πολεις και κατωκησαν εν αυταις.
Og Benjamins barn gjorde således og tok sig hver sin hustru, så mange som de var, blandt de dansende kvinner som de røvet; og de drog avsted og vendte tilbake til sin arvedel og bygget op igjen byene og blev boende der.
Και ανεχωρησαν εκειθεν κατ εκεινον τον καιρον οι υιοι Ισραηλ, εκαστος εις την φυλην αυτου και εις την συγγενειαν αυτου και εξηλθον εκειθεν, εκαστος εις την κληρονομιαν αυτου.
På samme tid reiste Israels barn også derfra, hver til sin stamme og sin ætt; de drog bort derfra, hver til sin arvedel.
Κατ εκεινας τας ημερας δεν ητο βασιλευς εν τω Ισραηλ εκαστος επραττε το αρεστον εις τους οφθαλμους αυτου.
I de dager var det ingen konge i Israel; hver mann gjorde hvad rett var i hans øine.