Judges 8

Και ειπον προς αυτον οι ανδρες Εφραιμ, Τι ειναι το πραγμα τουτο, το οποιον εκαμες εις ημας, οτι δεν εκαλεσας ημας οτε υπηγες να πολεμησης εναντιον του Μαδιαμ; και ελογομαχησαν σφοδρα μετ αυτου.
Na ka mea ki a ia nga tangata o Eparaima, He aha tenei mea i mea nei koe ki a matou, te karangatia matou i tou haerenga atu ki te whawhai ki a Miriana? Na nui atu ta ratou ngangau ki a ia.
Ο δε ειπε προς αυτους, Τι εκαμα τωρα ως προς εσας; δεν ειναι καλητερον το αποτρυγημα του Εφραιμ παρα τον τρυγητον του Αβι−εζερ;
Na ka mea ia ki a ratou, Ko tehea mahi aku inaianei hei rite mo ta koutou? He teka ianei pai atu te hamunga waina a Eparaima i te whakinga katoa a Apietere?
παρεδωκεν ο Θεος εις τας χειρας σας τους αρχηγους του Μαδιαμ, τον Ωρηβ και τον Ζηβ και τι ηδυναμην να καμω ως προς εσας; Τοτε το πνευμα αυτων ησυχασε προς αυτον, οτε ελαλησε τον λογον τουτον.
I homai e te Atua ki o koutou ringa nga rangatira o Miriana, a Orepe raua ko Teepe: a he aha te mea i taea e ahau hei rite mo ta koutou? Katahi ka iti haere to ratou riri ki a ia i tana korerotanga i taua kupu.
Και ελθων ο Γεδεων εις τον Ιορδανην, διεβη, αυτος και οι τριακοσιοι ανδρες οι μετ αυτου, αποκαμωμενοι, ομως καταδιωκοντες.
Na kua tae a Kiriona ki Horano, kua whiti, ratou tahi ko ana tangata e toru rau; e ruha ana, otiia me te whai tonu.
Και ειπε προς τους ανθρωπους της Σοκχωθ, Δοτε, παρακαλω, αρτους τινας εις τον λαον τον ακολουθουντα με διοτι ειναι αποκαμωμενος, και εγω καταδιωκω οπισω του Ζεβεε και του Σαλμανα, των βασιλεων του Μαδιαμ.
Na ka mea ia ki nga tangata o Hukota, Homai etahi rohi taro ma te hunga e haere tahi nei matou, e hemo ana hoki ratou, e whai ana hoki ahau i a Tepa raua ko Taramuna i nga kingi o Miriana.
Και απεκριθησαν οι αρχηγοι της Σοκχωθ, Μηπως αι χειρες του Ζεβεε και του Σαλμανα ειναι τωρα εις την χειρα σου, ωστε να δωσωμεν αρτους εις το στρατευμα σου;
Na ka mea nga rangatira o Hukota, Kei roto koia i tou ringa nga ringa o Tepa raua ko Taramuna, e hoatu ai e matou he taro ma tou ope?
Και ειπεν ο Γεδεων, Δια τουτο, αφου παραδωση ο Κυριος τον Ζεβεε και τον Σαλμανα εις την χειρα μου, τοτε εγω θελω καταξανει τας σαρκας σας με τας ακανθας της ερημου και με τους τριβολους.
Na ka mea a Kiriona, Mo reira kia homai e Ihowa a Tepa raua ko Taramuna ki toku ringa, ka haehaea e ahau o koutou kikokiko ki nga tataramoa o te koraha, ki nga tumatakuru.
Και ανεβη εκειθεν εις Φανουηλ και ελαλησεν ωσαυτως προς αυτους και απεκριθησαν οι ανδρες της Φανουηλ προς αυτον καθως απεκριθησαν οι ανδρες της Σοκχωθ.
Na ka haere atu ia i reira ki Penuere, a ka korero pera ano ki a ratou; heoi, rite tonu ki ta nga tangata o Hukota i whakahoki ai ta nga tangata o Penuere i whakahoki ai ki a ia.
Ο δε ειπε και προς τους ανδρας της Φανουηλ, λεγων, Οταν επιστρεψω εν ειρηνη, θελω κατασκαψει τον πυργον τουτον.
Na ka korero ano hoki ia ki nga tangata o Penuere, ka mea, Ka hoki mai ahau i runga i te pai, ka wahia e ahau tenei pourewa.
Ο Ζεβεε δε και ο Σαλμανα ησαν εν Καρκορ και τα στρατευματα αυτων μετ αυτων, ως δεκαπεντε χιλιαδες, παντες οι εναπολειφθεντες ολου του στρατευματος των κατοικων της ανατολης διοτι επεσον εκατον εικοσι χιλιαδες ανδρων συροντων ομφαιαν.
Na i Karakoro a Tepa raua ko Taramuna, me o raua ope hoki, me te mea tekau ma rima nga mano, ko te hunga katoa i mahue o te ope katoa o nga tangata o te rawhiti: i hinga hoki o te hunga mau hoari, kotahi rau e rua tekau nga mano.
Και ανεβη ο Γεδεων απο της οδου των κατοικουντων εν σκηναις, απο ανατολων της Νοβα και της Ιογβεα, και επαταξε το στρατοπεδον ητο δε το στρατοπεδον εν αφοβια.
Na ka haere ki runga a Kiriona na te huarahi o te hunga noho teneti, na te rawhiti o Nopaha, o Iokopeha, a patua iho e ia te ope: kua tau hoki te ope.
Ο δε Ζεβεε και ο Σαλμανα εφευγον, και αυτος κατεδιωκεν οπισω αυτων, και συνελαβε τους δυο βασιλεις του Μαδιαμ, τον Ζεβεε και τον Σαλμανα, και απαν το στρατοπεδον κατετροπωσε.
Na ka rere a Tepa raua ko Taramuna, a ka whaia e ia, ka mau i a ia nga kingi tokorua o Miriana, a Tepa raua ko Taramuna, a whati ana te ope katoa.
Και επεστρεψεν ο Γεδεων ο υιος του Ιωας εκ της μαχης απο της αναβασεως της Αρες.
A i hoki mai a Kiriona tama a Ioaha i te whawhai i te pikitanga atu o Herehe.
Και συλλαβων νεον τινα εκ των ανδρων της Σοκχωθ, ηρωτησεν αυτον ο δε περιεγραψε προς αυτον τους αρχηγους της Σοκχωθ και τους πρεσβυτερους αυτης, εβδομηκοντα επτα ανδρας.
A hopukia ana e ia tetahi taitama o nga tangata o Hukota, a uia ana e ia ki a ia: na ka tuhituhia e tera nga rangatira o Hukota me nga kaumatua ano o reira, e whitu tekau ma whitu nga tangata.
Και ηλθεν ο Γεδεων προς τους ανδρας της Σοκχωθ και ειπεν, Ιδου, ο Ζεβεε και ο Σαλμανα, δια τους οποιους με ωνειδισατε, λεγοντες, Μηπως αι χειρες του Ζεβεε και του Σαλμανα ηναι τωρα εις την χειρα σου, ωστε να δωσωμεν αρτους εις τους ανθρωπους σου, τους αποκαμωμενους;
Na ka tae atu ia ki nga tangata o Hukota, ka mea, Tenei a Tepa raua ko Taramuna, i whakorekore ra koutou ki ahau, i mea ra, Kei tou ringa ranei nga ringa o Tepa raua ko Taramuna e hoatu ai e matou he taro ma au tangata e hemo ra?
Και ελαβε τους πρεσβυτερους της πολεως και τας ακανθας της ερημου και τους τριβολους, και επαιδευσε με αυτα τους ανδρας της Σοκχωθ.
Na ka mau ia ki nga kaumatua o te pa, ki nga tataramoa hoki o te koraha, ki nga tumatakuru, a whakaakona ana ki ena nga tangata o Hukota.
Και τον πυργον της Φανουηλ κατεσκαψε και εθανατωσε τους ανδρας της πολεως.
I wahia iho hoki e ia te pourewa o Penuere, a patua iho nga tangata o taua pa.
Τοτε ειπε προς τον Ζεβεε και τον Σαλμανα, Οποιοι ησαν οι ανθρωποι τους οποιους εθανατωσατε εν Θαβωρ; Οι δε ειπον, Οποιος συ, τοιουτοι ησαν εκαστος ωμοιαζεν υιον βασιλεως.
Katahi ia ka mea ki a Tepa raua ko Taramuna, He tangata pehea era i patua ra e korua ki Taporo? Ka mea raua, Ko koe, ko ratou; rite tonu ki to nga tama a te kingi te ahua o tenei, o tenei o ratou.
Ο δε ειπεν, Αδελφοι μου, υιοι της μητρος μου ησαν ζη Κυριος, εαν ηθελετε φυλαξει την ζωην αυτων, εγω δεν ηθελον σας θανατωσει.
Na ka mea ia, Ko oku teina ratou, ko nga tama a toku whaea: e ora ana a Ihowa, me i whakaorangia era e korua, kihai ahau i patu i a korua.
Και ειπε προς τον Ιεθερ τον πρωτοτοκον αυτου, Σηκωθεις θανατωσον αυτους αλλ ο νεος δεν εσυρε την ομφαιαν αυτου, διοτι εφοβειτο, επειδη ητο ετι παιδιον.
A ka mea ia ki tana matamua, ki a Ietere, Whakatika, patua raua. Heoi kihai taua tamaiti i unu i tana hoari, i te wehi; he tamariki hoki.
Τοτε ειπεν ο Ζεβεε και ο Σαλμανα, Σηκωθητι συ και πεσον εφ ημας διοτι κατα τον ανθρωπον και η δυναμις αυτου. Και σηκωθεις ο Γεδεων εθανατωσε τον Ζεβεε και τον Σαλμανα, και ελαβε τους μηνισκους τους περι τον τραχηλον των καμηλων αυτων.
Na ka mea a Tepa raua ko Taramuna, Whakatika ko koe, ka rere ki runga i a maua; he tangata tonu hoki, pera ano tona kaha. Katahi ka whakatika a Kiriona, a patua iho a Tepa raua ko Taramuna, tangohia ana hoki e ia nga heitiki i nga kaki o o raua kamera.
Και ειπον οι ανδρες Ισραηλ προς τον Γεδεων, Γενου αρχων εφ ημας, και συ και ο υιος σου και ο υιος του υιου σου, διοτι εσωσας ημας απο της χειρος του Μαδιαμ.
Katahi ka mea nga tangata o Iharaira ki a Kiriona, Hei kingi koe mo matou, a koe, tau tama, te tama hoki a tau tama: nau hoki matou i ora ai i te ringa o Miriana.
Ο δε Γεδεων ειπε προς αυτους, Δεν θελω γεινει αρχων εφ υμας εγω, αλλ ουδε ο υιος μου θελει γεινει αρχων εφ υμας ο Κυριος θελει εισθαι αρχων εφ υμας.
Na ka mea a Kiriona ki a ratou, Kaua ahau e waiho hei kingi mo koutou, kaua ano taku tama e waiho hei kingi mo koutou. Ko Ihowa hei kingi mo koutou.
Και ειπεν ο Γεδεων προς αυτους, θελω ζητησει απο σας ζητημα να μοι δωσητε εκαστος τα ενωτια εκ των λαφυρων αυτου διοτι οι εχθροι ειχον ενωτια χρυσα, οντες Ισμαηλιται.
I mea ano a Kiriona ki a ratou, He hiahia toku ki te tono i tetahi mea i a koutou, kia homai ki ahau e tena, e tena o koutou, nga whakakai o tana taonga parakete. He whakakai koura hoki a ratou, no nga Ihimaeri hoki ratou.
Και απεκριθησαν, Θελομεν δωσει αυτα μετα χαρας. Και ηπλωσαν φορεμα και ερριπτεν εκει εκαστος τα ενωτια εκ των λαφυρων αυτου.
Na ka whakahoki ratou, Ae, me hoatu noa e matou. Na ka wharikitia e ratou tetahi kakahu, a maka ana ki runga e tera, e tera, nga whakakai o tana taonga parakete.
Και το βαρος των χρυσων ενωτιων, τα οποια εζητησεν, ητο χιλιοι και επτακοσιοι σικλοι χρυσοι εκτος των μηνισκων και των περιδεραιων και των πορφυρων, τα οποια ησαν επι τους βασιλεις του Μαδιαμ, και εκτος των περιλαιμιων, τα οποια ησαν εις τους τραχηλους των καμηλων αυτων.
A kotahi mano e whitu rau nga hekere koura te taimaha o nga whakakai koura i tonoa e ia; me nga heitiki, me nga poroporo, me nga kakahu papura o nga kingi o Miriana, me nga mekameka hoki o nga kakai o nga kamera.
Και εκαμεν ο Γεδεων εφοδ εξ αυτων και εθεσεν αυτο εν τη πολει αυτου, εν Οφρα και επορνευσε πας ο Ισραηλ οπισω αυτου εκει και εγεινε παγις εις τον Γεδεων και εις τον οικον αυτου.
Na ka hanga e Kiriona hei epora, a ka waiho ki tona pa ki Opora: na ka whai a Iharaira katoa ki reira puremu ai ki taua mea: a ka waiho hei rore mo Kiriona ratou ko tona whare.
Και εταπεινωθη ο Μαδιαμ εμπροσθεν των υιων Ισραηλ, και δεν εσηκωσε πλεον την κεφαλην αυτου. Και ανεπαυθη η γη τεσσαρακοντα ετη εν ταις ημεραις του Γεδεων.
Heoi hinga ana a Miriana i mua i nga tamariki a Iharaira, kihai ano i ara o ratou matenga i muri iho. Na ka okioki te whenua, e wha tekau nga tau, i nga ra o Kiriona.
Τοτε υπηγεν ο Ιεροβααλ υιος του Ιωας και κατωκησεν εν τω οικω αυτου.
Na ka haere a Ierupaara tama a Ioaha, a ka noho ki tona whare.
Ειχε δε Γεδεων εβδομηκοντα υιους εξελθοντας εκ των μηρων αυτου διοτι ειχε γυναικας πολλας.
A e whitu tekau nga tama a Kiriona, he mea na tona tinana: he tokomaha hoki ana wahine.
Και η παλλακη αυτου, η εν Συχεμ, και αυτη εγεννησεν εις αυτον υιον, τον οποιον αυτος ωνομασεν Αβιμελεχ.
A ko tana wahine iti i Hekeme, i whanau ano hoki ta raua tama; a huaina iho e ia tona ingoa ko Apimereke.
Και απεθανεν ο Γεδεων ο υιος του Ιωας εν γηρατι καλω και εταφη εν τω ταφω Ιωας του πατρος αυτου, εν τη Οφρα των Αβι−εζεριτων.
Na ka mate a Kiriona, tama a Ioaha, i a ia ka tino koroheke; a tanumia ana ki te rua o Ioaha, o tona papa, ki Opora o nga Apieteri.
Αποθανοντος δε του Γεδεων, επεστρεψαν οι υιοι Ισραηλ και επορνευσαν κατοπιν των Βααλειμ και εστησαν εις εαυτους τον Βααλ−βεριθ δια Θεον.
A, no te matenga o Kiriona, na ka hoki nga tama a Iharaira, ka puremu ki nga Paara; a ka waiho a Paaraperiti hei atua mo ratou.
Και δεν ενεθυμηθησαν οι υιοι Ισραηλ Κυριον τον Θεον αυτων, τον σωσαντα αυτους εκ της χειρος παντων των εχθρων αυτων κυκλοθεν.
Kihai ano hoki nga tamariki a Iharaira i mahara ki a Ihowa, ki to ratou Atua, i whakaora nei i a ratou i te ringa o o ratou hoariri katoa i tetahi taha, i tetahi taha.
Και δεν εκαμον ελεος εις τον οικον του Ιεροβααλ Γεδεων, αναλογως προς παντα τα αγαθα, τα οποια εκαμεν εις τον Ισραηλ.
Kihai ano hoki i puta to ratou aroha ki te whare o Ierupaara, ara o Kiriona; kihai i rite ki ana mahi pai katoa ki a Iharaira.