Και ειπεν ο Θεος προς τον Ιακωβ, Σηκωθεις αναβηθι εις Βαιθηλ και κατοικησον εκει και καμε εκει θυσιαστηριον εις τον Θεον, οστις εφανη εις σε οτε εφευγες απο προσωπου Ησαυ του αδελφου σου.
Na ka mea te atua ki a Hakopa, Whakatika, haere ake ki Peteere, ki reira noho ai; ka hanga hoki ki reira i tetahi aata ma te Atua i puta mai nei ki a koe, i tou rerenga mai i te aroaro o Ehau, o tou tuakana.
Και ειπεν ο Ιακωβ προς τον οικον αυτου και προς παντας τους μεθ εαυτου, Εκβαλετε τους θεους τους ξενους τους μεταξυ σας, και καθαρισθητε και αλλαξατε τα ενδυματα σας
Katahi ka mea a Hakopa ki tona whare, ki ona tangata katoa hoki, Whakarerea atu nga atua ke i roto i a koutou, e pure i a koutou, a kakahuria etahi kakahu ke mo koutou:
και σηκωθεντες, ας αναβωμεν εις Βαιθηλ και εκει θελω καμει θυσιαστηριον εις τον Θεον, οστις μου επηκουσεν εν τη ημερα της θλιψεως μου και ητο μετ εμου εν τη οδω, καθ ην επορευομην.
A whakatika tatou, ka haere ake ki Peteere; a ka hanga e ahau ki reira tetahi aata ma te Atua i whakarongo mai nei ki ahau i te ra i pouri ai ahau, i tata ano hoki ki ahau i te huarahi i haere ai ahau.
Και εδωκαν εις τον Ιακωβ παντας τους ξενους θεους, οσοι ησαν εις τας χειρας αυτων, και τα ενωτια τα εις τα ωτια αυτων και εκρυψεν αυτα ο Ιακωβ υπο την δρυν, την πλησιον της Συχεμ.
Na ka homai e ratou ki a Hakopa nga atua ke katoa i roto i to ratou ringa, me nga whakakai i o ratou taringa; a ka huna e Hakopa ki raro i te oki i Hekeme.
Και ωκοδομησεν εκει θυσιαστηριον, και εκαλεσε το ονομα του τοπου Ελ−βαιθηλ διοτι εκει εφανερωθη εις αυτον ο Θεος, οτε εφευγεν απο προσωπου του αδελφου αυτου.
A ka hanga e ia he aata ki reira, a huaina iho e ia taua wahi ko Erepeteere: no te mea hoki i puta mai te Atua ki a ia i reira, i tona rerenga i te aroaro o tona tuakana.
Και ειπε προς αυτον ο Θεος, Το ονομα σου ειναι Ιακωβ δεν θελεις ονομαζεσθαι πλεον Ιακωβ, αλλα Ισραηλ θελει εισθαι το ονομα σου και εκαλεσε το ονομα αυτου Ισραηλ.
A ka mea te Atua ki a ia, Ko Hakopa tou ingoa: e kore tou ingoa e huaina ko Hakopa a muri ake nei, engari ko Iharaira hei ingoa mou. Na huaina ana e ia tona ingoa ko Iharaira.
Ειπε δε προς αυτον ο Θεος, Εγω ειμαι ο Θεος ο Παντοκρατωρ αυξανου και πληθυνου εθνος, και πληθος εθνων θελουσι γεινει εκ σου, και βασιλεις θελουσιν εξελθει εκ της οσφυος σου
I mea ano te Atua ki a ia, Ko ahau te Atua Kaha Rawa: kia hua koe, kia tini; kia puta he iwi, he huinga iwi ano hoki i roto i a koe, kia puta ano hoki nga kingi i roto i tou hope;
και την γην, την οποιαν εδωκα εις τον Αβρααμ και εις τον Ισαακ, εις σε θελω δωσει αυτην και εις το σπερμα σου μετα σε θελω δωσει την γην ταυτην.
Ko te whenua hoki i hoatu e ahau ki a Aperahama raua ko Ihaka, ka hoatu ano e ahau ki a koe, ka hoatu ano hoki e ahau tena whenua ki ou uri i muri i a koe.
Και εστησεν ο Ιακωβ στηλην εν τω τοπω οπου ελαλησε μετ αυτου, στηλην λιθινην και εκαμεν επ αυτην σπονδην και επεχυσεν επ αυτην ελαιον.
Na ka whakaturia e Hakopa he pou ki te wahi i korero ai ia ki a ia, he pou kohatu: a ka ringihia e ia he ringihanga ki runga, a i ringihia hoki e ia he hinu ki runga.
Μετα ταυτα ανεχωρησαν απο Βαιθηλ και ενω εμενεν ολιγον διαστημα δια να φθασωσιν εις Εφραθα, εγεννησεν η Ραχηλ και υπεφερε μεγαλον αγωνα εις την γενναν αυτης.
Na ka hapainga atu e ratou i Peteere; a ka whano ka tae ratou ki Eparata: na ka whakawhanau a Rahera, ka whakauaua hoki tona whanautanga.
Και οτε κατωκει ο Ισραηλ εν τη γη εκεινη, υπηγεν ο Ρουβην και εκοιμηθη μετα της Βαλλας παλλακης του πατρος αυτου και ηκουσε τουτο ο Ισραηλ. Ησαν δε οι υιοι του Ιακωβ δωδεκα
A, i a Iharaira e noho ana i taua whenua, na ka haere a Reupena ka takoto ki a Piriha wahine iti a tona papa: a ka rongo a Iharaira. Na kotahi tekau ma rua nga tama a Hakopa: