Genesis 31

Και ηκουσεν ο Ιακωβ τους λογους των υιων του Λαβαν, λεγοντων, Ο Ιακωβ ελαβε παντα τα υπαρχοντα του πατρος ημων, και εκ των υπαρχοντων του πατρος ημων απεκτησε πασαν την δοξαν ταυτην.
A i rongo ia i nga kupu a nga tama a Rapana, e ki ana, Kua riro i a Hakopa nga mea katoa a to tatou papa; na nga mea hoki a to tatou papa i whiwhi ai ia ki tenei kororia katoa.
Και ειδεν ο Ιακωβ το προσωπον του Λαβαν, και ιδου, δεν ητο προς αυτον ως χθες και προχθες.
A ka titiro a Hakopa ki te mata o Rapanga, na, kihai i pera ki a ia me to era rangi ake.
Ειπε δε ο Κυριος προς τον Ιακωβ, Επιστρεψον εις την γην των πατερων σου, και εις την συγγενειαν σου, και θελω εισθαι μετα σου.
A ka mea a Ihowa ki a Hakopa, E hoki ki te whenua o ou matua, ki ou whanaunga hoki; a ka tata ahau ki a koe.
Τοτε εστειλεν ο Ιακωβ και εκαλεσε την Ραχηλ και την Λειαν εις την πεδιαδα προς το ποιμνιον αυτου
Na ka tono tangata a Hakopa hei karanga i a Rahera raua ko Rea ki tana kahui, ki te parae,
και ειπε προς αυτας, Βλεπω το προσωπον του πατρος σας, οτι δεν ειναι προς εμε ως χθες και προχθες ο Θεος ομως του πατρος μου εσταθη μετ εμου
A ka mea ia ki a raua, E kite ana ahau i te mata o to korua papa, kahore e pera mai ki ahau me to era rangi ake; otiia i tata mai ki ahau te Atua o toku papa.
και σεις εξευρετε οτι εν ολη τη δυναμει μου εδουλευσα τον πατερα σας
E mohio ana ano korua, i poto katoa atu toku kaha ki taku mahi ki to korua papa.
αλλ ο πατηρ σας με ηπατησε και ηλλαξε τους μισθους μου δεκακις πλην ο Θεος δεν αφηκεν αυτον να με κακοποιηση
Ko to korua papa ia i tinihanga ki ahau, ka tekau rawa ana whakaputanga ketanga i oku utu; otiia kihai ia i tukua e te Atua kia tukino i ahau.
οτε ελεγεν ουτω, τα ποικιλα θελουσιν εισθαι ο μισθος σου, τοτε απαν το ποιμνιον εγεννα ποικιλα και οτε ελεγεν ουτω, τα παρδαλα θελουσιν εισθαι ο μισθος σου, τοτε απαν το ποιμνιον εγεννα παρδαλα.
Mehemea i korero penei ia, Hei nga mea whai tongitongi te utu mou; na, he mea tongitongi katoa nga whanau o nga kahui: a, mehemea ia i ki penei, Hei nga mea whakahekeheke he utu mou, na, he whakahekeheke katoa nga whanau o nga kahui.
Ουτως αφηρεσεν ο Θεος το ποιμνιον του πατρος σας και εδωκεν εις εμε.
Koia i tangohia ai e Ihowa nga hipi a to korua papa, a homai ana ki ahau.
Και καθ ον καιρον συνελαμβανε το ποιμνιον, υψωσα τους οφθαλμους μου και ειδον κατ οναρ, και ιδου, οι τραγοι και οι κριοι, οι αναβαινοντες επι τα προβατα και τας αιγας, ησαν παρδαλοι, ποικιλοι και στικτοι.
Na, i te wa i whakahaputia ai te kahui, ka maranga ake oku kanohi, a ka kite moemoea ahau, ko nga toa i ekengia ai nga kahui, he whakahekeheke, he mea whai tongitongi, he mea kotingotingo.
Και μοι ειπεν ο αγγελος του Θεου κατ οναρ, Ιακωβ και ειπα, Ιδου, εγω.
I korero moemoea mai ano te anahera a te Atua ki ahau, E Hakopa: a ka mea atu ahau, Tenei ahau.
Και ειπεν, Υψωσον τωρα τους οφθαλμους σου, και ιδε παντας τους τραγους και τους κριους, τους αναβαινοντας επι τα προβατα και τας αιγας, οτι ειναι παρδαλοι, ποικιλοι και στικτοι διοτι ειδον παντα οσα καμνει εις σε ο Λαβαν
Na ka mea mai ia, Tena, whakaarahia ake ou kanohi, ka titiro ki nga toa katoa e ekeeke ana i nga kahui, he whakahekeheke, he whai tongitongi, he kotingotingo hoki: kua kite hoki ahau i nga mea katoa i mea nei a Rapana ki a koe.
εγω ειμαι ο Θεος της Βαιθηλ, οπου εχρισας την στηλην και οπου ευχηθης ευχην προς εμε σηκωθητι τωρα, εξελθε εκ της γης ταυτης και επιστρεψον εις την γην της συγγενειας σου.
Ko ahau te Atua o Peteere, o te wahi i whakawahi na koe i te pou, i puaki ai hoki tau kupu taurangi ki ahau: kati, whakatika, haere atu i tenei whenua, hoki atu ki te whenua i whanau ai koe.
Και απεκριθησαν η Ραχηλ και η Λεια και ειπον προς αυτον, Εχομεν ημεις πλεον μεριδιον η κληρονομιαν εν τω οικω του πατρος ημων;
Na ka whakahoki a Rahera raua ko Rea, ka mea ki a ia, Tera atu ano ianei tetahi wahi, tetahi taonga tupu ranei mo maua i roto i te whare o to maua papa?
δεν εθεωρηθημεν υπ αυτου ως ξεναι; διοτι επωλησεν ημας και ακομη ολοκληρως κατεφαγε το αργυριον ημων.
Kahore ianei maua i te kiia e ia he wahine ke noa atu? kua hokona nei hoki maua e ia, kua pau rawa ano i a ia a maua moni.
Οθεν παντα τα πλουτη, τα οποια αφηρεσεν ο Θεος απο του πατρος ημων, ειναι ημων και των τεκνων ημων τωρα λοιπον καμε οσα σοι ειπεν ο Θεος.
Mo tatou nei hoki, mo a tatou tamariki nga taonga katoa i tangohia nei e te atua i to maua papa: na, tena, meatia nga mea katoa i kiia e te Atua ki a koe.
Τοτε σηκωθεις ο Ιακωβ, εβαλε τα παιδια αυτου και τας γυναικας αυτου επι τας καμηλους
Na ka whakatika a Hakopa, a whakaekea ana e ia ana tamariki me ana wahine ki runga ki nga kamera;
και απηγαγε παντα τα κτηνη αυτου, και παντα τα αγαθα αυτου τα οποια απεκτησε, το ποιμνιον της αποκτησεως αυτου, το οποιον απεκτησεν εις Παδαν−αραμ, δια να απελθη προς Ισαακ τον πατερα αυτου εις γην Χανααν.
A kawhakina atu ana e ia ana kararehe katoa, me ona taonga katoa i whiwhi ai ia, nga kararehe i whiwhi ai ia, i riro hoki i a ia i Paranaarama, a haere ana ki a Ihaka, ki tona papa, ki te whenua o Kanaana.
Ο δε Λαβαν ειχεν υπαγει δια να κουρευση τα προβατα αυτου και η Ραχηλ εκλεψε τα ειδωλα του πατρος αυτης.
Na ko Rapana kua riro ki te kutikuti i ana hipi: katahi ka tahaetia e Rahera nga whakapakoko a tona papa.
Εκρυψε δε ο Ιακωβ την φυγην αυτου εις τον Λαβαν τον Συρον, μη αναγγειλας προς αυτον οτι αναχωρει
Na tahuti ana a Hakopa i a Rapana Hiriani, kihai hoki i whakaaturia tona omanga ki a ia.
και εφυγεν αυτος μετα παντων των υπαρχοντων αυτου και εσηκωθη και διεβη τον ποταμον και διευθυνθη προς το ορος Γαλααδ.
Na ka oma ia, me ana mea katoa; i whakatika ia, ka whiti i te awa, i ahu hoki tona mata ki te maunga, ki Kireara.
Και την τριτην ημεραν ανηγγελθη προς τον Λαβαν, οτι εφυγεν ο Ιακωβ
A i te toru o nga ra ka korerotia ki a Rapana, kua oma a Hakopa.
και παραλαβων τους αδελφους αυτου μεθ εαυτου, κατεδιωξεν οπισω αυτου οδον επτα ημερων και επροφθασεν αυτον εν τω ορει Γαλααδ.
Na ka tango ia i ona teina hei hoa mona, a ka wahi i a ia, e whitu nga ra ki te ara; a mau atu ia i a ia ki Maunga Kirera.
Ηλθε δε ο Θεος προς Λαβαν τον Συρον κατ οναρ την νυκτα, και ειπε προς αυτον, Φυλαχθητι, μη λαλησης σκληρα προς τον Ιακωβ.
Na ka puta moemoea te Atua ki a Rapana Hiriani i te po, ka mea ki a ia, Kia tupato kei korero koe ki a Hakopa, ahakoa pai, ahakoa kino.
Επροφθασε λοιπον ο Λαβαν τον Ιακωβ ο δε Ιακωβ ειχε στησει την σκηνην αυτου επι του ορους ο δε Λαβαν μετα των αδελφων αυτου εσκηνωσεν επι του ορους Γαλααδ.
Na ka mau a Hakopa i a Rapana, Na tera kua whakaturia e Hakopa tona teneti ki te maunga: heoi whakaturia ana hoki e Rapana ratou ko ona teina ki Maunga Kirera.
Και ειπεν ο Λαβαν προς τον Ιακωβ, Τι εκαμες, και δια τι εκρυψας εις εμε την φυγην σου και απηγαγες τας θυγατερας μου ως αιχμαλωτους μαχαιρας;
Na ka mea a Rapana ki a Hakopa, He mahi aha tau, i tahuti mai nei koe i ahau, i kahaki mai nei hoki i aku tamahine, ano he parau na te hoari?
δια τι εφυγες κρυφιως και εκλεψας σεαυτον απ εμου και δεν μοι εφανερωσας τουτο; διοτι εγω ηθελον σε εξαποστειλει μετ ευφροσυνης και μετα ασματων, μετα τυμπανων και κιθαρας
He aha i huna ai e koe tou omanga, i tahuti mai ai i ahau; a kihai i korero mai ki ahau, kia tukua ai koe e ahau i runga i te hari, i nga waiata, i te timipera, i te hapa;
και δεν με ηξιωσας μηδε να φιλησω τους υιους μου, και τας θυγατερας μου; τωρα αφρονως επραξας τουτο
Kihai ano ahau i tukua e koe kia kihi i aku tama, i aku tamahine? he mahi poauau tenei mahi au.
δυνατη ειναι η χειρ μου να σας κακοποιηση πλην ο Θεος του πατρος σας χθες την νυκτα ειπε προς εμε, λεγων, Φυλαχθητι, μη λαλησης σκληρα προς τον Ιακωβ
He kaha kei toku ringa hei whakatupu kino i a koutou: otiia kua korero mai te Atua o to koutou papa ki ahau inapo, kua mea mai, Kia tupato kei korero atu koe, ahakoa pai, ahakoa kino, ki a Hakopa.
τωρα λοιπον εστω, ανεχωρησας, επειδη επεθυμησας πολυ τον οικον του πατρος σου αλλα δια τι εκλεψας τους Θεους μου;
Na, ahakoa i whakamatea e koe tou haere, no te mea i koroa e koe te whare o tou papa, he aha ra koe i tahae ai i oku atua?
Και αποκριθεις ο Ιακωβ ειπε προς τον Λαβαν, Εφυγον επειδη εφοβηθην διοτι ειπον, Μηπως αφαιρεσης τας θυγατερας σου απ εμου
Na ka whakahoki a Hakopa, ka mea ki a Rapana, No te mea hoki i wehi ahau: i mea hoki ahau, Kei tangohia e koe au tamahine i ahau.
εις οντινα ομως ευρης τους θεους σου, ας μη ζηση εμπροσθεν των αδελφων ημων γνωρισον τι ευρισκεται εις εμε εκ των ιδικων σου, και λαβε. Διοτι δεν ηξευρεν ο Ιακωβ οτι η Ραχηλ ειχε κλεψει αυτους.
Ko te tangata e kitea e koe ou atua i a ia, kaua ia e whakaorangia: tirohia iho e koe i te aroaro o o taua teina ko ehea mea au kei ahau, ka tango atu ai mau. Kihai hoki a Hakopa i mohio, kua tahaetia aua mea e Rahera.
Εισηλθε λοιπον ο Λαβαν εις την σκηνην του Ιακωβ, και εις την σκηνην της Λειας, και εις τας σκηνας των δυο θεραπαινων αλλα δεν ευρηκεν αυτους. Τοτε εξηλθεν εκ της σκηνης της Λειας, και εισηλθεν εις την σκηνην της Ραχηλ.
Na ka haere a Rapana ki te teneti o Hakopa, ki te teneti hoki o Rea, ki te teneti ano hoki o nga pononga wahine tokorua; a kihai i kitea. A ka puta atu ia i te teneti o Rea, a ka tomo atu ki te teneti o Rahera.
Η δε Ραχηλ ειχε λαβει τα ειδωλα, και βαλει αυτα εις σαμαριον καμηλου, και εκαθητο επ αυτα. Και ερευνησας ο Λαβαν ολην την σκηνην, δεν ευρηκεν.
Na tera kua tikina nga whakapakoko e Rahera, kua whaongia ki roto ki te nohoanga kamera, a nohoia iho e ia. Na poto katoa te teneti te whawha e Rapana, a kihai i kitea.
Η δε ειπε προς τον πατερα αυτης, Ας μη φανη βαρυ εις τον κυριον μου, διοτι δεν δυναμαι να σηκωθω εμπροσθεν σου, επειδη εχω τα γυναικεια. Και αυτος ηρευνησεν, αλλα δεν ευρηκε τα ειδωλα.
Na ka mea ia ki tona papa, Kei riri mai toku ariki moku e kore e ahei te whakatika ake ki tou aroaro; no te mea ko to te wahine mate tenei kei ahau. Na rapu noa ia, kihai i kitea nga whakapakoko.
Και ωργισθη ο Ιακωβ και επεπληξε τον Λαβαν και αποκριθεις ο Ιακωβ ειπε προς τον Λαβαν, Τι ειναι το ανομημα μου; τι το αμαρτημα μου, οτι κατεδιωξας οπισω μου;
Na ka riri a Hakopa, ka ngangare ki a Rapana: a ka oho a Hakopa, ka mea ki a Rapana, He aha toku hara? he aha toku he, i takare ai koe ki te whai mai i ahau?
αφου ηρευνησας παντα τα σκευη μου, τι ευρηκας εκ παντων των σκευων της οικιας σου; θες αυτο εδω εμπροσθεν των αδελφων μου και αδελφων σου, δια να κρινωσι μεταξυ των δυο ημων
Kua whawhakia nei e koe aku mea katoa, he aha te mea i kitea e koe o nga mea katoa o tou whare? Homai ki konei ki te aroaro o oku teina, o ou teina, ma ratou e whakariterite ta taua whakawa.
εικοσι ετη ειναι τωρα, αφ οτου ειμαι μετα σου τα προβατα σου και αι αιγες σου δεν ητεκνωθησαν, και τους κριους του ποιμνιου σου δεν εφαγον.
Ka rua tekau enei tau oku ki a koe; kihai i whanau whakatahe au hipi, au koati, kihai ano i kainga e ahau nga hipi toa o tau kahui.
θηριαλωτον δεν εφερα εις σε εγω επληρωνον αυτο απο της χειρος μου εζητεις ο, τι με εκλεπτετο την ημεραν, η ο, τι με εκλεπτετο την νυκτα
Ko te mea i haea e nga kirehe mohoao kihai i kawea e ahau ki a koe; naku ano tena i whakautu; i rapu utu ano koe mo tena i toku ringa, ahakoa mo te mea i tahaetia i te awatea, mo te mea ranei i tahaetia i te po.
την ημεραν εκαιομην υπο του καυματος και την νυκτα υπο του παγετου και εφευγεν ο υπνος μου απο των οφθαλμων μου
Ko taku hanga tena; i te awatea i pau ahau i te matewai, i te po i te huka; a turere ana te moe i oku kanohi.
εικοσι ετη ηδη ευρισκομαι εν τη οικια σου δεκατεσσαρα ετη σε εδουλευσα δια τας δυο σου θυγατερας, και εξ ετη δια τα προβατα σου και ηλλαξας τον μισθον μου δεκακις
Ka rua tekau enei tau oku ki tou whare; kotahi tekau ma wha nga tau i mahi ai ahau ki a koe mo au tamahine tokorua, e ono tau hoki mo au hipi: a ka tekau au whakaputanga ketanga i nga utu moku.
εαν ο Θεος του πατρος μου, ο Θεος του Αβρααμ και ο φοβος του Ισαακ, δεν ητο μετ εμου, βεβαια κενον ηθελες με εξαποστειλει τωρα ειδεν ο Θεος την ταλαιπωριαν μου και τον κοπον των χειρων μου, και σε ηλεγξεν εχθες την νυκτα.
Me i kahore i tata mai ki ahau te Atua o toku papa, te Atua o Aperahama, te Wehi hoki o Ihaka, ina kua tonoa kautia mai ahau e koe. I kite mai te Atua i toku tukinotanga, i te mahi hoki a oku ringa, i riria ai koe e ia inapo.
Και αποκριθεις ο Λαβαν, ειπε προς τον Ιακωβ, Αι θυγατερες αυται ειναι θυγατερες μου, και οι υιοι ουτοι υιοι μου, και τα προβατα ταυτα προβατα μου, και παντα οσα βλεπεις ειναι ιδικα μου και τι να καμω σημερον εις τας θυγατερας μου ταυτας, η εις τα τεκνα αυτων, τα οποια εγεννησαν;
Na ko te whakahokinga a Rapana, ko te meatanga ki a Hakopa, He tamahine naku enei tamahine, he tamariki ano naku enei tamariki, he kahui ano hoki naku enei kahui, a ko nga mea katoa e kite nei koe, naku: a he aha taku e mea ai akuanei ki enei ta mahine aku, ki a raua tamariki ranei i whanau nei i a raua?
ελθε λοιπον τωρα, ας καμωμεν συνθηκην, εγω και συ δια να ηναι εις μαρτυριον μεταξυ εμου και σου.
Na, tena, haere mai, kia whakarite kawenata taua, a koe me ahau; a ka waiho hei kaiwhakaatu ki a taua.
Και ελαβεν ο Ιακωβ λιθον και εστησεν αυτον στηλην.
Na ka tikina tetahi kohatu e Hakopa, a whakaarahia ake e ia hei pou.
Και ειπεν ο Ιακωβ προς τους αδελφους αυτου, Συναξατε λιθους και ελαβον λιθους, και εκαμον σωρον και εφαγον εκει επι του σωρου.
A ka mea a Hakopa ki ona teina, Kohia mai he kohatu; na ka tikina atu e ratou etahi kohatu, ka hanga he puranga: a kai ana ratou ki reira ki runga ki te puranga.
Και ο μεν Λαβαν εκαλεσεν αυτον Ιεγαρ−σαχαδουθα ο δε Ιακωβ εκαλεσεν αυτον Γαλεεδ.
A huaina iho taua mea e Rapana ko Iekarahaharuta: na Hakopa ia i hua ko Kareere.
Και ειπεν ο Λαβαν, Ο σωρος ουτος ειναι σημερον μαρτυριον μεταξυ εμου και σου δια τουτο εκαλεσθη το ονομα αυτου Γαλεεδ,
Na ka mea a Rapana, Hei kaiwhakaatu tenei puranga i tenei ra ki a taua. Na reira i huaina ai tona ingoa ko Kareere;
και Μισπα, διοτι ειπεν, Ας επιβλεψη ο Κυριος αναμεσον εμου και σου, οταν αποχωρισθωμεν ο εις απο του αλλου
Ko Mihipa hoki; i mea hoki ia, Ma Ihowa e titiro mai ki a taua, ina matara atu taua i a taua.
εαν ταλαιπωρησης τας θυγατερας μου, η εαν λαβης αλλας γυναικας εκτος των θυγατερων μου, δεν ειναι ουδεις μεθ ημων βλεπε, ο Θεος ειναι μαρτυς μεταξυ εμου και σου.
Ki te tukino koe i aku tamahine, ki te tango ranei i etahi wahine ke atu i aku tamahine, kahore he tangata i a taua; kia mahara, hei kaititiro te Atua ki ahau, ki a koe.
Και ειπεν ο Λαβαν προς τον Ιακωβ, Ιδου, ο σωρος ουτος, και ιδου, η στηλη αυτη, την οποιαν εστησα μεταξυ εμου και σου
I mea ano a Rapana ki a Hakopa, Titiro ki tenei puranga, a titiro hoki ki tenei pou i waiho iho nei e ahau i waenganui i a taua;
ο σωρος ουτος ειναι μαρτυριον, και η στηλη μαρτυριον, οτι εγω δεν θελω διαβη τον σωρον τουτον προς σε, ουτε συ θελεις διαβη τον σωρον τουτον και την στηλην ταυτην, προς εμε, δια κακον
Hei kaiwhakaatu tenei puranga, hei kaiwhakaatu ano hoki tenei pou, moku kei haere ki tua atu o tenei puranga ki a koe, mou hoki kei haere ake ki ahau ki tua o tenei puranga, o tenei pou hoki, mo te kino.
ο Θεος του Αβρααμ και ο Θεος του Ναχωρ, ο Θεος του πατρος αυτων, ας κρινη αναμεσον ημων. Ο δε Ιακωβ ωμοσεν εις τον φοβον του πατρος αυτου Ισαακ.
Ma te Atua o Aperahama, ma te Atua hoki o Nahora, ma te Atua o to raua papa, e whakarite ta taua whakawa. Na ka oatitia e Hakopa te Wehi o tona papa, o Ihaka.
Τοτε εθυσεν ο Ιακωβ θυσιαν επι του ορους και προσεκαλεσε τους αδελφους αυτου δια να φαγωσιν αρτον και εφαγον αρτον και διενυκτερευσαν επι του ορους.
Na patua ana e Hakopa he patunga tapu ki runga ki te maunga, a karangatia ana e ia ona teina ki te kai taro: na ka kai taro ratou, a ka moe ki te maunga.
Και σηκωθεις ο Λαβαν ενωρις το πρωι, εφιλησε τους υιους αυτου και τας θυγατερας αυτου, και ευλογησεν αυτους και ανεχωρησεν ο Λαβαν και επεστρεψεν εις τον τοπον αυτου.
A ka maranga wawe a Rapana i te ata, ka kihi i ana tama, i ana tamahine, ka manaaki hoki i a ratou: na haere ana a Rapana, hoki ana ki tona wahi.