Exodus 9

Και ειπε Κυριος προς τον Μωυσην, Υπαγε προς τον Φαραω και ειπε προς αυτον, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος των Εβραιων. Εξαποστειλον τον λαον μου, δια να με λατρευση
Na ka mea a Ihowa ki a Mohi, Haere ki a Parao, mea atu ki a ia, Ko te kupu tenei a Ihowa, a te Atua o nga Hiperu, Tukua taku iwi kia haere ki te mahi ki ahau.
διοτι, εαν δεν θελης να εξαποστειλης και εαν ετι κρατης αυτους,
Ki te kore hoki koe e rongo ki te tuku, ki te pupuri tonu i a ratou;
ιδου, η χειρ του Κυριου θελει εισθαι επι τα κτηνη σου τα εν τω αγρω, επι τους ιππους, επι τους ονους, επι τας καμηλους, επι τους βοας, και επι τα προβατα θανατικον βαρυ σφοδρα
Nana, ka pa te ringa o Ihowa ki au kararehe i te parae, ki nga hoiho ki nga kaihe, ki nga kamera, ki nga kau, ki nga hipi: ka pa he mate kino rawa.
και θελει καμει ο Κυριος διακρισιν μεταξυ των κτηνων του Ισραηλ και των κτηνων των Αιγυπτιων και εκ παντων των ανηκοντων εις τους υιους Ισραηλ δεν θελει αποθανει ουδε εν.
A e wehewehe a Ihowa i nga kararehe a Iharaira, i nga karerehe a Ihipa: e kore e mate tetahi o nga mea katoa a nga tama a Iharaira.
Και διωρισεν ο Κυριος καιρον, λεγων, Αυριον θελει καμει ο Κυριος το πραγμα τουτο εν τη γη.
I whakaritea ano e Ihowa he taima, i mea ia, Ko apopo a Ihowa mea ai i tenei mea ki te whenua.
Και εκαμεν ο Κυριος το πραγμα τουτο την επαυριον, και απεθανον παντα τα κτηνη των Αιγυπτιων εκ δε των κτηνων των υιων Ισραηλ δεν απεθανεν ουδε εν.
I te aonga ake ka meatia taua mea e Ihowa, a mate iho nga kararehe katoa o Ihipa; ko nga kararehe ia a nga tama a Iharaira, kihai i mate tetahi.
Και απεστειλεν ο Φαραω να ιδωσι, και ιδου, εκ των κτηνων του Ισραηλ δεν απεθανεν ουδε εν και εσκληρυνθη η καρδια του Φαραω και δεν εξαπεστειλε τον λαον.
Na ka tonoa he kaititiro e Parao, na, kahore i mate kia kotahi o nga kararehe a nga tama a Iharaira. A ka whakapakeketia te ngakau o Parao, kihai hoki ia i tuku i te iwi.
Τοτε ειπεν ο Κυριος προς τον Μωυσην και προς τον Ααρων, Γεμισατε τας χειρας σας απο στακτην καμινου και ας σκορπιση αυτην ο Μωυσης προς τον ουρανον εμπροσθεν του Φαραω
Na ka mea a Ihowa ki a Mohi raua ko Arona, Aohia mai etahi pungarehu ma korua i te oumu, kia ki nga ringa, a ma Mohi e ruke whaka te rangi i te tirohanga a Parao.
και θελει γεινει λεπτος κονιορτος εφ ολην την γην της Αιγυπτου και θελει γεινει επι τους ανθρωπους και επι τα κτηνη καυσις αναδιδουσα ελκωδη εξανθηματα καθ ολην την γην της Αιγυπτου.
A ka whakapuehu ririki ki te whenua katoa o Ihipa, a ka meinga hei whewhe pukupuku e tupu ana ki te tangata, ki te kararehe i te whenua katoa o Ihipa.
Ελαβον λοιπον την στακτην της καμινου και εσταθησαν ενωπιον του Φαραω και εσκορπισεν αυτην ο Μωυσης προς τον ουρανον, και εγεινε καυσις αναδιδουσα ελκωδη εξανθηματα επι τους ανθρωπους και επι τα κτηνη
Na ka aohia e raua he pungarehu i te oumu, a tu ana ki te aroaro o Parao; a ka rukea e Mohi whaka te rangi, na he whewhe pukupuku e tupu ana ki te tangata, ki te kararehe.
και δεν ηδυναντο οι μαγοι να σταθωσιν εμπροσθεν του Μωυσεως εξ αιτιας της καυσεως διοτι η καυσις ητο επι τους μαγους και επι παντας τους Αιγυπτιους.
A kihai nga tohunga i ahei te tu ki te aroaro o Mohi i nga whewhe; kei nga tohunga hoki te whewhe, kei nga Ihipiana katoa ano hoki.
Εσκληρυνε δε Κυριος την καρδιαν του Φαραω, και δεν εισηκουσεν εις αυτους, καθως ελαλησε Κυριος προς τον Μωυσην.
Na ka whakapakeke a Ihowa i te ngakau o Parao, a kihai ia i rongo ki a raua; ko ta Ihowa hoki i ki ai ki a Mohi.
Και ειπε Κυριος προς τον Μωυσην, Σηκωθητι ενωρις το πρωι και παρασταθητι εμπροσθεν του Φαραω και ειπε προς αυτον, ουτω λεγει Κυριος ο Θεος των Εβραιων Εξαποστειλον τον λαον μου, δια να με λατρευση
Na ka mea a Ihowa ki a Mohi, Maranga wawe i te ata, ka tu ki te aroaro o Parao, ka mea ki a ia, E penei mai ana a Ihowa, te Atua o nga Hiperu, Tukua taku iwi kia haere ki te mahi ki ahau.
διοτι ταυτην την φοραν εγω εξαποστελλω πασας μου τας πληγας επι την καρδιαν σου και επι τους θεραποντας σου και επι τον λαον σου δια να γνωρισης οτι δεν ειναι ουδεις ομοιος μου εν παση τη γη
Ko a tenei taima hoki ka tukua atu e ahau aku whiu katoa ki tou ngakau, ki ou tangata hoki, ratou ko tou iwi; kia mohio ai koe kahore tetahi e rite ana ki ahau i te whenua katoa.
επειδη τωρα θελω εκτεινει την χειρα μου και θελω παταξει σε και τον λαον σου με θανατικον, και θελεις απολεσθη απο της γης
Ko akuanei hoki takiritia ai toku ringa, a ka patu ahau i a koe, i tou iwi hoki, ki te mate uruta; a ka ngaro atu koe i te whenua.
και δια τουτο βεβαιως σε διετηρησα, δια να δειξω εν σοι την δυναμιν μου και να κηρυχθη το ονομα μου εν παση τη γη
Otiia mo konei pu ahau i whakaara ai i a koe, kia ai koe hei whakakitenga mo toku kaha; kia korerotia ai hoki toku ingoa ki te ao katoa.
οτι επεγειρεσαι κατα του λαου μου, δια να μη εξαποστειλης αυτον;
E whakakake tonu ana ano koe ki taku iwi, te tuku ai i a ratou?
ιδου, αυριον περι την ωραν ταυτην θελω βρεξει χαλαζαν βαρειαν σφοδρα, οποια δεν εγεινε ποτε εν τη Αιγυπτω αφ ης ημερας εθεμελιωθη μεχρι του νυν
Nana, kia penei apopo, ka uaina e ahau he whatu, he mea nanakia rawa, kahore he pena i Ihipa o te pito nohoanga iho ano a mohoa noa nei.
τωρα λοιπον αποστειλον να συναξης τα κτηνη σου και παντα οσα εχεις εν τοις αγροις διοτι πας ανθρωπος και ζωον, το οποιον ευρεθη εν τοις αγροις και δεν φερθη εις οικιαν, και η χαλαζα καταβη επ αυτα, θελουσιν αποθανει.
Na, unga atu, huihuia au kararehe, me au mea katoa i te parae; ko nga tangata katoa me nga kararehe e rokohanga ki te parae, a kihai i huihuia ki te whare, ina, ka rere iho te whatu ki runga ki a ratou, a ka mate.
Οστις εκ των θεραποντων του Φαραω εφοβηθη τον λογον του Κυριου, συνηγαγε ταχεως εις τας οικιας τους δουλους αυτου και τα κτηνη αυτου
Ko te tangata a Parao i wehi i te kupu a Ihowa, i meatia e ia ona tangata me ana kararehe kia rere ki nga whare:
οστις ομως δεν επροσεξεν εις τον λογον του Κυριου, αφηκε τους δουλους αυτου και τα κτηνη αυτου εν τοις αγροις.
Ko te tangata ia kihai i anga tona ngakau ki te kupu a Ihowa, i waiho atu e ia ana tangata me ana kararehe i te parae.
Και ειπε Κυριος προς τον Μωυσην, Εκτεινον την χειρα σου προς τον ουρανον, και θελει γεινει χαλαζα εφ ολην την γην της Αιγυπτου, επι ανθρωπους και επι κτηνη και επι παντα χορτον του αγρου εν τη γη της Αιγυπτου.
Na ka mea a Ihowa ki a Mohi, Totoro atu tou ringa ki te rangi, kia puta ai he whatu ki te whenua katoa o Ihipa, ki te tangata, ki te kararehe, ki nga mea tupu katoa o te mara, i te whenua katoa o Ihipa.
Και εξετεινεν ο Μωυσης την ραβδον αυτου προς τον ουρανον, και ο Κυριος επεμψε βροντας και χαλαζαν και διετρεχε το πυρ επι την γην και ο Κυριος εβρεξε χαλαζαν επι την γην της Αιγυπτου
Na ka toro atu te tokotoko a Mohi whaka te rangi: ko te tino tukunga mai a Ihowa i nga whatitiri, i te whatu; a rere ana te ahi ki runga i te whenua; a uaina iho ana e Ihowa te whatu ki te whenua o Ihipa.
ωστε ητο χαλαζα και πυρ φλογιζον εν τη χαλαζη, χαλαζα βαρεια, οποια δεν εγεινε ποτε εφ ολην την γην της Αιγυπτου, αφου κατεσταθη εθνος.
Na he whatu tena, he ahi hoki e whakauru ana ki roto ki te whatu, he nanakia rawa, kahore ona rite i te whenua katoa o Ihipa, o te timatanga iho ano o taua iwi.
Και επαταξεν η χαλαζα εν παση τη γη της ιγυπτου παν το εν τοις αγροις, απο ανθρωπου εως κτηνους και παντα τον χορτον του αγρου επαταξεν η χαλαζα και παντα τα δενδρα του αγρου συνετριψε.
Na i patua iho e te whatu, i te whenua katoa o Ihipa, nga mea katoa i te parae, te tangata, te kararehe; i patu ano te whatu i nga otaota katoa o te mara, i whatiwhati hoki i nga rakau katoa o te mara.
Μονον εν τη γη Γεσεν, οπου ησαν οι υιοι Ισραηλ, δεν εγεινε χαλαζα.
Ko te whenua ia o Kohena, i nga tama a Iharaira, kahore he whatu.
Τοτε ο Φαραω αποστειλας εκαλεσε τον Μωυσην και τον Ααρων και ειπε προς αυτους, Ταυτην την φοραν ημαρτησα ο Κυριος ειναι δικαιος εγω δε και ο λαος μου ειμεθα ασεβεις
Na ka tono tangata a Parao hei karanga i a Mohi raua ko Arona, a ka mea ia ki a raua, Kua hara ahau i tenei wa: he tika a Ihowa, tena ko ahau, matou tahi ko toku iwi, he kino.
δεηθητε του Κυριου, ωστε να παυσωσι του να γινωνται βρονται Θεου και χαλαζα και εγω θελω σας εξαποστειλει, και δεν θελετε μεινει πλεον.
Inoi ki a Ihowa; kua iro na hoki i enei whatitiri nunui me nga whatu; a ka tuku ahau i a koutou, a heoi ano to koutou nohoanga.
Και ειπεν ο Μωυσης προς αυτον, καθως εξελθω εκ της πολεως, θελω εκτεινει τας χειρας μου προς τον Κυριον αι βρονται θελουσι παυσει και χαλαζα δεν θελει εισθαι πλεον δια να γνωρισης οτι του Κυριου ειναι η γη
Na ka mea a Mohi ki a ia, Kia puta atu ahau ki waho i te pa, ka whakatuwhera atu ahau i oku ringa ki a Ihowa: a e mutu nga whatitiri, a ka kore noa iho te whatu; kia mohio ai koe no Ihowa te whenua.
πλην συ και οι θεραποντες σου, εξευρω οτι ακομη δεν θελετε φοβηθη απο προσωπου Κυριου του Θεου.
Ko koe ia, me au tangata, e mohio ana ahau kahore ano koutou i wehi noa i a Ihowa, i te Atua.
Εκτυπηθησαν δε το λιναριον και η κριθη διοτι η κριθη ητο σταχυωμενη και το λιναριον καλαμωμενον
I patua te korari me te parei; kua pupuku hoki te parei, kua pua hoki te korari.
ο σιτος ομως και η ζεα δεν εκτυπηθησαν, διοτι ησαν οψιμα.
Ko te witi ia me te rai kihai i patua; kahore hoki ena i tupu noa.
Και εξηλθεν ο Μωυσης εξω της πολεως απο του Φαραω και εξετεινε τας χειρας αυτου προς τον Κυριον και αι βρονται και η χαλαζα επαυσαν και βροχη δεν εσταξε πλεον επι της γης.
Na ka mawehe atu a Mohi i a Parao ki waho i te pa, a ka whakatuwhera i ona ringa ki a Ihowa; a mutu iho nga whatitiri me te whatu, kihai hoki te ua i ringihia ki te whenua.
Και οτε ειδεν ο Φαραω οτι επαυσεν η βροχη και η χαλαζα και αι βρονται, εξηκολουθησε να αμαρτανη και εσκληρυνε την καρδιαν αυτου, αυτος και οι θεραποντες αυτου.
A, no te kitenga a Parao kua mutu te ua, te whatu, me nga whatitiri, ka hara ano ia, ka whakapakeke i tona ngakau, ratou tahi ko ona tangata.
Και εσκληρυνθη η καρδια του Φαραω και δεν εξαπεστειλε τους υιους Ισραηλ, καθως ελαλησε Κυριος δια του Μωυσεως.
Heoi, whakapakeketia ana te ngakau o Parao, kihai hoki ia i tuku i nga tama a Iharaira; ko ta Ihowa hoki i korero ai ki a Mohi.