Εγω κοιμωμαι, αλλ η καρδια μου αγρυπνει φωνη του αγαπητου μου κρουει Ανοιξον μοι, αδελφη μου, αγαπητη μου, περιστερα μου, αμωμητε μου διοτι η κεφαλη μου εγεμισεν απο δροσου, οι βοστρυχοι μου απο ψεκαδων της νυκτος.
Io dormivo, ma il mio cuore vegliava. Sento la voce del mio amico, che picchia e dice: "Aprimi, sorella mia, amica mia, colomba mia, o mia perfetta! Poiché il mio capo e coperto di rugiada e le mie chiome son piene di gocce della notte".