Psalms 94

Θεε των εκδικησεων, Κυριε, Θεε των εκδικησεων, εμφανηθι.
Uram, bosszúállásnak Istene! Bosszúállásnak Istene, jelenj meg!
Υψωθητι, Κριτα της γης αποδος ανταποδοσιν εις τους υπερηφανους.
Emelkedjél fel te, földnek birája, fizess meg a kevélyeknek!
Εως ποτε οι ασεβεις, Κυριε, εως ποτε οι ασεβεις θελουσι θριαμβευει;
A hitetlenek, Uram, meddig még, meddig örvendeznek még a hitetlenek?
Εως ποτε θελουσι προφερει και λαλει σκληρα; θελουσι καυχασθαι παντες οι εργαται της ανομιας;
Piszkolódnak, keményen szólnak; kérkednek mindnyájan a hamisság cselekedői.
Τον λαον σου, Κυριε, καταθλιβουσι και την κληρονομιαν σου κακοποιουσι.
A te népedet Uram tapossák, és nyomorgatják a te örökségedet.
Την χηραν και τον ξενον φονευουσι και θανατονουσι τους ορφανους.
Az özvegyet és jövevényt megölik, az árvákat is fojtogatják.
Και λεγουσι, δεν θελει ιδει ο Κυριος ουδε θελει νοησει ο Θεος του Ιακωβ.
És ezt mondják: Nem látja az Úr, és nem veszi észre a Jákób Istene!
Εννοησατε, οι αφρονες μεταξυ του λαου και οι μωροι, ποτε θελετε φρονιμευσει;
Eszméljetek ti bolondok a nép között! És ti balgatagok, mikor tértek eszetekre?
Ο φυτευσας το ωτιον, δεν θελει ακουσει; ο πλασας τον οφθαλμον, δεν θελει ιδει;
A ki a fület plántálta, avagy nem hall-é? És a ki a szemet formálta, avagy nem lát-é?
Ο σωφρονιζων τα εθνη, δεν θελει ελεγξει; ο διδασκων τον ανθρωπον γνωσιν;
A ki megfeddi a népeket, avagy nem fenyít-é meg? Ő, a ki az embert tudományra tanítja:
Ο Κυριος γνωριζει τους διαλογισμους των ανθρωπων, οτι ειναι ματαιοι.
Az Úr tudja az embernek gondolatjait, hogy azok hiábavalók.
Μακαριος ο ανθρωπος, τον οποιον σωφρονιζεις, Κυριε, και δια του νομου σου διδασκεις αυτον
Boldog ember az, a kit te megfeddesz Uram, és a kit megtanítasz a te törvényedre;
δια να αναπαυης αυτον απο των ημερων της συμφορας, εωσου σκαφθη λακκος εις τον ασεβη.
Hogy nyugalmat adj annak a veszedelem napján, míg megásták a vermet a hitetlennek!
Διοτι δεν θελει απορριψει ο Κυριος τον λαον αυτου, και την κληρονομιαν αυτου δεν θελει εγκαταλειψει.
Bizony nem veti el az Úr az ő népét, és el nem hagyja az ő örökségét!
Επειδη η κρισις θελει επιστρεψει εις την δικαιοσυνην, και θελουσιν ακολουθησει αυτην παντες οι ευθεις την καρδιαν.
Mert igazságra fordul vissza az ítélet, és utána mennek mind az igazszívűek.
Τις θελει σηκωθη υπερ εμου κατα των πονηρευομενων; τις θελει παρασταθη υπερ εμου κατα των εργατων της ανομιας;
Kicsoda támad fel én mellettem a gonoszok ellen? Kicsoda áll mellém a hamisság cselekedők ellen?
Εαν ο Κυριος δεν με εβοηθει, παρ ολιγον ηθελε κατοικησει ψυχη μου εν τη σιωπη.
Ha az Úr nem lett volna segítségül nékem: már-már ott lakoznék lelkem a csendességben.
Οτε ελεγον, ωλισθησεν ο πους μου, το ελεος σου, Κυριε, με εβοηθει.
Mikor azt mondtam: Az én lábam eliszamodott: a te kegyelmed, Uram, megtámogatott engem.
Εν τω πληθει των αμηχανιων της καρδιας μου, αι παρηγοριαι σου ευφραναν την ψυχην μου.
Mikor megsokasodtak bennem az én aggódásaim: a te vígasztalásaid megvidámították az én lelkemet.
Μηπως εχει μετα σου συγκοινωνιαν ο θρονος της ανομιας, οστις μηχαναται αδικιαν αντι νομου;
Van-é köze te hozzád a hamisság székének, a mely nyomorúságot szerez törvény színe alatt?
Αυτοι εφορμωσι κατα της ψυχης του δικαιου και αιμα αθωον καταδικαζουσιν.
Egybegyülekeznek az igaznak lelke ellen, és elkárhoztatják az ártatlannak vérét.
Αλλ ο Κυριος ειναι εις εμε καταφυγιον και ο Θεος μου το φρουριον της ελπιδος μου.
De kőváram lőn én nékem az Úr, és az én Istenem az én oltalmamnak kősziklája;
Και θελει επιστρεψει επ αυτους την ανομιαν αυτων και εν τη πονηρια αυτων θελει αφανισει αυτους Κυριος ο Θεος ημων θελει αφανισει αυτους.
És visszafordítja reájok az ő álnokságukat, és az ő gonoszságukkal veszti el őket; elveszti őket az Úr, a mi Istenünk.