Psalms 75

Εις τον πρωτον μουσικον, επι Αλ−τασχεθ. Ψαλμος ωδης του Ασαφ. Δοξολογουμεν σε, Θεε, δοξολογουμεν, διοτι πλησιον ημων ειναι το ονομα σου κηρυττονται τα θαυμασια σου.
Az éneklőmesternek, az altashétre, Aszáf zsoltára, ének.
Οταν λαβω τον ωρισμενον καιρον, εγω θελω κρινει εν ευθυτητι.
Tisztelünk téged, oh Isten, tisztelünk; neved közel van, hirdetik csodatetteid.
Διελυθη η γη και παντες οι κατοικοι αυτης εγω εστερεωσα τους στυλους αυτης. Διαψαλμα.
Ha megszabom a határidőt, én méltányosan ítélek.
Ειπα προς τους αφρονας, μη γινεσθε αφρονες και προς τους ασεβεις, μη υψωνετε κερας.
A föld és annak minden lakosa elcsügged; én erősítem meg annak oszlopait. Szela.
Μη υψονετε εις υψος το κερας υμων μη λαλειτε με τραχηλον σκληρον.
A kérkedőknek azt mondom: Ne kérkedjetek; és a gonoszoknak: Ne emeljetek szarvat!
Διοτι ουτε εξ ανατολων, ουτε εκ δυσμων, ουτε εκ της ερημου, ερχεται υψωσις.
Ne emeljétek magasra szarvatokat, ne szóljatok megkeményedett nyakkal;
Αλλ ο Θεος ειναι ο Κριτης τουτον ταπεινονει και εκεινον υψονει.
Mert nem napkelettől, sem napnyugattól, s nem is a puszta felől *támad* a felmagasztalás;
Διοτι εν τη χειρι του Κυριου ειναι ποτηριον πληρες κερασματος οινου ακρατου, και εκ τουτου θελει χυσει πλην την τρυγιαν αυτου θελουσι στραγγισει παντες οι ασεβεις της γης και θελουσι πιει.
Hanem Isten a biró, a ki egyet megaláz, mást felmagasztal!
Εγω δε θελω κηρυττει διαπαντος, θελω ψαλμωδει εις τον Θεον του Ιακωβ.
Mert pohár van az Úr kezében, bortól pezseg, nedvvel tele; ha tölt belőle, még seprejét is iszsza és szopja a föld minden gonosztevője.
Και παντα τα κερατα των ασεβων θελω συντριψει τα δε κερατα των δικαιων θελουσιν υψωθη.
Én pedig hirdetem *ezt* mindörökké, és éneket mondok a Jákób Istenének. * (Psalms 75:11) És a gonoszoknak szarvait mind letördelem; az igaznak szarvai pedig felmagasztaltatnak. *