Psalms 13

Εις τον πρωτον μουσικον. Ψαλμος του Δαβιδ. Εως ποτε, Κυριε, θελεις με λησμονει διαπαντος; εως ποτε θελεις κρυπτει το προσωπον σου απ εμου;
Az éneklőmesternek; Dávid zsoltára.
Εως ποτε θελω εχει βουλας εν τη ψυχη μου, οδυνας καθ ημεραν εν τη καρδια μου εως ποτε θελει υψονεσθαι ο εχθρος μου επ εμε;
Uram, meddig felejtkezel el rólam végképen? Meddig rejted el orczádat tőlem?
Επιβλεψον εισακουσον μου, Κυριε ο Θεος μου φωτισον τους οφθαλμους μου, μηποτε υπνωσω τον υπνον του θανατου
Meddig tanakodjam lelkemben, bánkódjam szívemben naponként? Meddig hatalmaskodik az én ellenségem rajtam?
Μηποτε ειπη ο εχθρος μου, Υπερισχυσα κατ αυτου, και οι θλιβοντες με αγαλλιασθωσιν, εαν σαλευθω.
Nézz ide, felelj nékem, Uram Istenem; világosítsd meg szemeimet, hogy el ne aludjam a halálra;
Αλλ εγω ηλπισα επι το ελεος σου η καρδια μου θελει αγαλλεσθαι εις την σωτηριαν σου.
Hogy ne mondja ellenségem: meggyőztem őt; háborgatóim ne örüljenek, hogy tántorgok.
Θελω ψαλλει εις τον Κυριον, διοτι με αντημειψε.
Mert én a te kegyelmedben bíztam, örüljön a szívem a te segítségednek; hadd énekeljek az Úrnak, hogy jót tett velem!