Psalms 110

Ψαλμος του Δαβιδ. Ειπεν ο Κυριος προς τον Κυριον μου, Καθου εκ δεξιων μου, εωσου θεσω τους εχθρους σου υποποδιον των ποδων σου.
Dávidé; zsoltár. Monda az Úr az én uramnak: Ülj az én jobbomon, a míg ellenségeidet zsámolyul vetem a te lábaid alá.
Εκ της Σιων θελει εξαποστειλει ο Κυριος την ραβδον της δυναμεως σου κατακυριευε εν μεσω των εχθρων σου.
A te hatalmad pálczáját kinyújtja az Úr Sionból, *mondván:* Uralkodjál ellenségeid között!
Ο λαος σου θελει εισθαι προθυμος εν τη ημερα της δυναμεως σου, εν τω μεγαλοπρεπει αγιαστηριω αυτου οι νεοι σου θελουσιν εισθαι εις σε ως δροσος, η εξερχομενη εκ της μητρας της αυγης.
A te néped készséggel siet a te sereggyűjtésed napján, szentséges öltözetekben; hajnalpir méhéből leszen ifjaidnak harmatja.
Ωμοσεν ο Κυριος και δεν θελει μεταμεληθη, συ εισαι ιερευς εις τον αιωνα κατα την ταξιν Μελχισεδεκ.
Megesküdt az Úr és meg nem másítja: Pap vagy te örökké Melkhisedek rendje szerint.
Ο Κυριος ο εκ δεξιων σου θελει συντριψει βασιλεις εν τη ημερα της οργης αυτου.
Az Úr a te jobbod felől; megrontja az ő haragja napján a királyokat;
Θελει κρινει εν τοις εθνεσι θελει γεμισει την γην πτωματων Θελει συντριψει κεφαλην δεσποζοντος επι πολλων τοπων.
Ítéletet tart a nemzetek között; telve lesz holttestekkel; összezúz messze földön minden főt.
Θελει πιει εκ του χειμαρρου εν τη οδω αυτου δια τουτο θελει υψωσει κεφαλην.
Az út mellett való patakból iszik; ezért emeli fel az ő fejét.