Numbers 12

Και ελαλησεν η Μαριαμ και ο Ααρων εναντιον του Μωυσεως ενεκα της Αιθιοπισσης την οποιαν ελαβε διοτι γυναικα Αιθιοπισσαν ελαβε
Miriám pedig és Áron szólának Mózes ellen a kúsita asszony miatt, a kit feleségül vőn, mert kúsita asszonyt vett vala feleségül.
και ειπαν, Μηπως προς τον Μωυσην μονον ελαλησεν ο Κυριος; δεν ελαλησε και προς εμας; Και ηκουσε τουτο ο Κυριος.
És mondának: Avagy csak Mózes által szólott-é az Úr? avagy nem szólott-é mi általunk is? És meghallá az Úr.
Και ο ανθρωπος ο Μωυσης ητο πρας σφοδρα υπερ παντας τους ανθρωπους τους επι της γης.
(Az az ember pedig, Mózes, igen szelíd vala, minden embernél inkább, a kik e föld színén vannak.)
Και ειπε Κυριος παρευθυς προς τον Μωυσην και προς τον Ααρων και προς την Μαριαμ, Εξελθετε σεις οι τρεις προς την σκηνην του μαρτυριου. Και εξηλθον οι τρεις.
Mindjárt monda azért az Úr Mózesnak, Áronnak és Miriámnak: Menjetek ki ti hárman a gyülekezetnek sátorába; és kimenének ők hárman.
Και κατεβη ο Κυριος εν στυλω νεφελης και εσταθη εις την θυραν της σκηνης του μαρτυριου, και εκαλεσε τον Ααρων και την Μαριαμ και εξηλθον αμφοτεροι.
Akkor leszálla az Úr felhőnek oszlopában, és megálla a sátornak nyílásánál; és szólítá Áront és Miriámot, és kimenének mindketten.
Και ειπεν, Ακουσατε τωρα τους λογους μου Εαν ηναι μεταξυ σας προφητης, εγω ο Κυριος δι οπτασιας θελω γνωρισθη εις αυτον καθ υπνον θελω λαλησει προς αυτον
És monda: Halljátok meg most az én beszédeimet: Ha valaki az Úr prófétája közöttetek, én megjelenek annak látásban, vagy álomban szólok azzal.
δεν ειναι ουτως περι του θεραποντος μου Μωυσεως εν ολω τω οικω μου ουτος ειναι πιστος
Nem így az én szolgámmal, Mózessel, a ki az én egész házamban hív.
στομα προς στομα θελω λαλει προς αυτον και φανερως και ουχι δι αινιγματων, και το προσωπον του Κυριου θελει βλεπει δια τι λοιπον δεν εφοβηθητε να λαλησητε εναντιον του θεραποντος μου Μωυσεως;
Szemtől szembe szólok ő vele, és nyilvánvaló látásban; nem homályos beszédek által, hanem az Úrnak hasonlatosságát látja. Miért nem féltetek hát szólani az én szolgám ellen, Mózes ellen?
Και εξηφθη η οργη του Κυριου κατ αυτων και ανεχωρησε.
És felgyullada az Úr haragja ő reájok, és elméne.
Και η νεφελη απεμακρυνθη απο της σκηνης, και ιδου, η Μαριαμ εγεινε λεπρα ως χιων και ειδεν ο Ααρων την Μαριαμ και ιδου, ητο λεπρα.
És a felhő is eltávozék a sátor felül, és ímé Miriám poklos vala, *fejér* mint a hó; és rátekinte Áron Miriámra, és ímé poklos vala.
Και ειπεν ο Ααρων προς τον Μωυσην, Δεομαι, κυριε μου, μη επιθεσης την αμαρτιαν εφ ημας, επειδη επραξαμεν ανοητως και επειδη ημαρτησαμεν
Monda azért Áron Mózesnek: Kérlek Uram, ne tulajdonítsad nékünk e bűnt; mert bolondul cselekedtünk és vétkeztünk!
ας μη ηναι αυτη ως εκτρωμα, του οποιου ειναι φαγωμενον το ημισυ της σαρκος, οτε εξερχεται εκ της μητρας της μητρος αυτου.
Kérlek, ne legyen olyan *Miriám* mint a holt, a melynek húsa félig megemésztetik, mikor kijő az ő anyjának méhéből.
Και εβοησεν ο Μωυσης προς τον Κυριον, λεγων, Δεομαι, Θεε, ιατρευσον αυτην.
Kiálta azért Mózes az Úrhoz, mondván: Isten, kérlek, gyógyítsd meg őt!
Και ειπε Κυριος προς τον Μωυσην, Εαν ο πατηρ αυτης μονον επτυεν εις το προσωπον αυτης, δεν ηθελεν εισθαι κατησχυμμενη επτα ημερας; ας αποχωρισθη επτα ημερας απο του στρατοπεδου, και μετα ταυτα ας επιστρεψη.
Az Úr pedig monda Mózesnek: Ha csak az atyja pökött volna is az ő orczájára, avagy nem kellene-é szégyenkeznie hetednapig? Rekesztessék ki hét napig a táboron kívül, és azután hívassék vissza.
Και απεχωρισθη η Μαριαμ απο του στρατοπεδου επτα ημερας και ο λαος δεν εσηκωθη εωσου επεστρεψεν η Μαριαμ.
Kirekeszteték azért Miriám a táboron kivül hét napig. És a nép nem indula tovább, míg vissza *nem* hívaték Miriám.
Και μετα ταυτα εσηκωθη ο λαος απο Ασηρωθ και εστρατοπεδευσαν εν τη ερημω Φαραν.