Isaiah 60

Σηκωθητι, φωτιζου διοτι το φως σου ηλθε, και η δοξα του Κυριου ανετειλεν επι σε.
Kelj fel, világosodjál, mert eljött világosságod, és az Úr dicsősége rajtad feltámadt.
Διοτι ιδου, σκοτος θελει σκεπασει την γην και ζοφος τα εθνη επι σε ομως θελει ανατειλει ο Κυριος και η δοξα αυτου θελει φανερωθη επι σε.
Mert ímé, sötétség borítja a földet, és éjszaka a népeket, de rajtad feltámad az Úr, és dicsősége rajtad megláttatik.
Και τα εθνη θελουσιν ελθει εις το φως σου και οι βασιλεις εις την λαμψιν της ανατολης σου.
És népek jönnek világosságodhoz, és királyok a néked feltámadt fényességhez.
Υψωσον κυκλω τους οφθαλμους σου και ιδε παντες ουτοι συναθροιζονται, ερχονται προς σε οι υιοι σου θελουσιν ελθει μακροθεν και αι θυγατερες σου θελουσι τραφη εις τα πλευρα σου.
Emeld fel köröskörül szemeidet és lásd meg: mindnyájan egybegyűlnek, hozzád jönnek, fiaid messziről jönnek, és leányaid ölben hozatnak el.
Τοτε θελεις ιδει και χαρη, και η καρδια σου θελει εκπλαγη και πλατυνθη διοτι η αφθονια της θαλασσης θελει στραφη προς σε αι δυναμεις των εθνων θελουσιν ελθει προς σε.
Akkor meglátod és ragyogsz *örömtől,* és remeg és kiterjed szíved, mivel hozzád fordul a tenger kincsözöne, *és* hozzád jő a népeknek gazdagsága.
Πληθος καμηλων θελει σε σκεπασει, αι δρομαδες του Μαδιαμ και του Γεφα παντες οι απο Σεβα βελουσιν ελθει χρυσιον και λιβανον θελουσι φερει και θελουσιν ευαγγελιζεσθαι τους επαινους του Κυριου.
A tevék sokasága elborít, Midján és Éfa tevecsikói, mind Sebából jönnek, aranyat és tömjént hoznak, és az Úr dicséreteit hirdetik.
Παντα τα προβατα του Κηδαρ θελουσι συναχθη προς σε οι κριοι του Νεβαιωθ θελουσιν εισθαι εις χρησιν σου θελουσι προσφερθη επι το θυσιαστηριον μου ευπροσδεκτοι, και εγω θελω δοξασει τον οικον της δοξης μου.
Kédár minden juhai hozzád gyűlnek, Nebajóth kosai néked szolgálnak, felmennek kedvem szerint oltáromra, és dicsőségem házát megdicsőítem.
Τινες ειναι οι πετωμενοι ως νεφη και ως περιστεραι εις τας θυριδας αυτων;
Kik ezek, kik repülnek, mint a felleg, s mint a galambok dúczaikhoz?
Αι νησοι βεβαιως θελουσι προσμεινει εμε και εν πρωτοις τα πλοια της Θαρσεις, δια να φερωσι μακροθεν τους υιους σου, το αργυριον αυτων και το χρυσιον αυτων μετ αυτων, δια το ονομα Κυριου του Θεου σου και δια τον Αγιον του Ισραηλ, διοτι σε εδοξασε.
Igen, engem várnak a szigetek; és elől *jönnek* Társis hajói, hogy elhozzák fiaidat messziről, és ezüstjöket és aranyokat azokkal együtt, a te Urad és Istened nevének és Izráel Szentjének, hogy téged megdicsőített.
Και οι υιοι των αλλογενων θελουσιν ανοικοδομησει τα τειχη σου, και οι βασιλεις αυτων θελουσι σε υπηρετησει διοτι εν τη οργη μου σε επαταξα, πλην δια την ευνοιαν μου σε ηλεησα.
Az idegenek megépítik kőfalaidat, és királyaik szolgálnak néked; mivel haragomban megvertelek, és kegyelmemben megkönyörültem rajtad.
Και αι πυλαι σου θελουσιν εισθαι παντοτε ανοικται δεν θελουσι κλεισθη ημεραν και νυκτα, δια να εισαγωσιν εις σε τας δυναμεις των εθνων και να εισφερωνται οι βασιλεις αυτων.
És nyitva lesznek kapuid szüntelen, éjjel és nappal be nem zároltatnak, hogy behozzák hozzád a népek gazdagságát, és királyaik is bevitetnek.
Διοτι το εθνος και η βασιλεια, τα οποια δεν ηθελον σε δουλευσει, θελουσιν αφανισθη ναι, τα εθνη εκεινα θελουσιν ολοκληρως ερημωθη.
Mert a nép és az ország, a mely néked nem szolgáland, elvész, és a népek mindenestől elpusztulnak.
Η δοξα του Λιβανου θελει η ελθει εις σε, η ελατος, η πευκη και ο πυξος ομου, δια να στολισωσι τον τοπον του αγιαστηριου μου και θελω δοξασει τον τοπον των ποδων μου.
A Libánon ékessége hozzád jő, cziprus, platán, sudar czédrus, mind együtt szenthelyemnek megékesítésére, hogy lábaim helyét megdicsőítsem.
Και τα τεκνα των λυπησαντων σε θελουσιν ελθει υποκλινοντα προς σε και παντες οι καταφρονησαντες σε θελουσι προσκυνησει τα ιχνη των ποδων σου και θελουσι σε ονομαζει, Η πολις του Κυριου, Η Σιων του Αγιου του Ισραηλ.
És meghajolva hozzád mennek a téged nyomorgatók fiai, és leborulnak lábad talpainál minden megútálóid, és neveznek téged az Úr városának, Izráel Szentje Sionának.
Αντι του οτι εγκατελειφθης και εμισηθης, ωστε ουδεις διεβαινε δια μεσου σου, θελω σε καταστησει αιωνιον αγαλλιαμα, ευφροσυνην εις γενεας γενεων.
A helyett, hogy elhagyott és gyűlölt valál és senki rajtad át nem ment, örökkévaló ékességgé teszlek, és gyönyörűséggé nemzetségről nemzetségre.
Και θελεις θηλασει το γαλα των εθνων και θελεις θηλασει τους μαστους των βασιλεων και θελεις γνωρισει οτι εγω ο Κυριος ειμαι ο Σωτηρ σου και ο Λυτρωτης σου, ο Ισχυρος του Ιακωβ.
És szopod a népek tejét, és a királyok emlőjét szopod, és megtudod, hogy én vagyok az Úr, megtartód és megváltód, Jákóbnak erős *Istene.*
Αντι χαλκου θελω φερει χρυσιον και αντι σιδηρου θελω φερει αργυριον και αντι ξυλου χαλκον και αντι λιθων σιδηρον και θελω καταστησει τους αρχηγους σου ειρηνην και τους επιστατας σου δικαιοσυνην.
Réz helyett aranyat hozok, vas helyett ezüstöt hozok, és a fák helyett rezet, és a kövek helyett vasat, és teszem fejedelmeiddé a békességet, és előljáróiddá az igazságot.
Δεν θελει πλεον ακουεσθαι βια εν τη γη σου, ερημωσις και καταστροφη εν τοις οριοις σου αλλα θελεις ονομαζει τα τειχη σου Σωτηριαν και τας πυλας σου Αινεσιν.
Nem hallatik többé erőszaktétel földeden, pusztítás és romlás határaidban, és a szabadulást hívod kőfalaidnak, és kapuidnak a dicsőséget.
Δεν θελει εισθαι πλεον εν σοι ο ηλιος φως της ημερας, ουδε η σεληνη δια της λαμψεως αυτης θελει σε φωτιζει αλλ ο Κυριος θελει εισθαι εις σε φως αιωνιον και ο Θεος σου η δοξα σου.
Nem a nap lesz néked többé nappali világosságod, és fényességül nem a hold világol néked, hanem az Úr lesz néked örök világosságod, és Istened lesz ékességed,
Ο ηλιος σου δεν θελει δυει πλεον ουδε θελει λειψει η σεληνη σου διοτι ο Κυριος θελει εισθαι το αιωνιον σου φως, και αι ημεραι του πενθους σου θελουσι τελειωθη.
Napod nem megy többé alá, és holdad sem fogy el, mert az Úr lesz néked örök világosságod, és gyászod napjainak vége szakad.
Και ο λαος σου θελουσιν εισθαι παντες δικαιοι θελουσι κληρονομησει την γην διαπαντος, ο κλαδος του φυτευματος μου, το εργον των χειρων μου, δια να δοξαζωμαι.
És néped mind igaz lesz, és a földet mindörökké bírják, plántálásom vesszőszála ők, kezeim munkája dicsőségemre.
Το ελαχιστον θελει γεινει χιλια και το ολιγοστον ισχυρον εθνος εγω ο Κυριος θελω επιταχυνει τουτο κατα τον καιρον αυτου.
A legkisebb ezerre nő, és a legkevesebb hatalmas néppé. Én az Úr, idején, hamar megteszem ezt.