Isaiah 11

Και θελει εξελθει αβδος εκ του κορμου του Ιεσσαι, και κλαδος θελει αναβη εκ των ιζων αυτου
És származik egy vesszőszál Isai törzsökéből, s gyökereiből egy virágszál nevekedik.
και το πνευμα του Κυριου θελει αναπαυθη επ αυτον, πνευμα σοφιας και συνεσεως, πνευμα βουλης και δυναμεως, πνευμα γνωσεως και φοβου του Κυριου
A kin az Úrnak lelke megnyugoszik: bölcseségnek és értelemnek lelke, tanácsnak és hatalomnak lelke, az Úr ismeretének és félelmének lelke.
και θελει καμει αυτον οξυνουν εις τον φοβον του Κυριου, ωστε δεν θελει κρινει κατα την θεωριαν των οφθαλμων αυτου ουδε θελει ελεγχει κατα την ακροασιν των ωτιων αυτου
És gyönyörködik az Úrnak félelmében, és nem szemeinek látása szerint ítél, és nem füleinek hallása szerint bíráskodik:
αλλ εν δικαιοσυνη θελει κρινει τους πτωχους, και εν ευθυτητι θελει υπερασπιζεσθαι τους ταπεινους της γης και θελει παταξει την γην εν τη αβδω του στοματος αυτου, και δια της πνοης των χειλεων αυτου θελει θανατονει τον ασεβη.
Igazságban ítéli a gyöngéket, és tökéletességben bíráskodik a föld szegényei felett; megveri a földet szájának vesszejével, és ajkai lehével megöli a hitetlent.
Και δικαιοσυνη θελει εισθαι η ζωνη της οσφυος αυτου και πιστις η ζωνη των πλευρων αυτου.
Derekának övedzője az igazság lészen, és veséinek övedzője a hűség.
Και ο λυκος θελει συγκατοικει μετα του αρνιου, και λεοπαρδαλις θελει αναπαυεσθαι μετα του εριφιου και ο μοσχος και ο σκυμνος και τα σιτευτα ομου, και μικρον παιδιον θελει οδηγει αυτα.
És lakozik a farkas a báránynyal, és a párducz a kecskefiúval fekszik, a borjú és az oroszlán-kölyök és a kövér barom együtt lesznek, és egy kis gyermek őrzi azokat;
Και η δαμαλις και η αρκτος θελουσι συμβοσκεσθαι, τα τεκνα αυτων θελουσιν αναπαυεσθαι ομου, και ο λεων θελει τρωγει αχυρον καθως ο βους.
A tehén és medve legelnek, *és* együtt feküsznek fiaik, az oroszlán, mint az ökör, szalmát eszik;
Και το θηλαζον παιδιον θελει παιζει εις την τρυπαν της ασπιδος, και το απογεγαλακτισμενον παιδιον θελει βαλλει την χειρα αυτου εις την φωλεαν του βασιλισκου.
És gyönyörködik a csecsszopó a viperák lyukánál, és a csecstől elválasztott a baziliskus lyuka felett terjengeti kezét:
Δεν θελουσι κακοποιει ουδε φθειρει εν ολω τω αγιω μου ορει διοτι η γη θελει εισθαι πληρης της γνωσεως του Κυριου, καθως τα υδατα σκεπαζουσι την θαλασσαν.
Nem ártanak és nem pusztítnak sehol szentségemnek hegyén, mert teljes lészen a föld az Úr ismeretével, mint a vizek a tengert beborítják.
Και εν εκεινη τη ημερα προς την ιζαν του Ιεσσαι, ητις θελει ιστασθαι σημαια των λαων, προς αυτον θελουσι προστρεξει τα εθνη, και η αναπαυσις αυτου θελει εισθαι δοξα.
És lesz ama napon, hogy Isai gyökeréhez, a ki a népek zászlója lészen, eljőnek a pogányok, és az ő nyugodalma dicsőség lészen.
Και εν εκεινη τη ημερα ο Κυριος θελει βαλει την χειρα αυτου παλιν δευτεραν φοραν δια να αναλαβη το υπολοιπον του λαου αυτου, το οποιον θελει μεινει, απο της Ασσυριας και απο της Αιγυπτου και απο του Παθρως και απο της Αιθιοπιας και απο του Ελαμ και απο του Σεννααρ και απο του Αιμαθ και απο των νησων της θαλασσης.
És lesz ama napon: az Úr másodszor nyujtja ki kezét, hogy népe maradékát megvegye, a mely megmaradt Assiriától, Égyiptomtól, Pathrosztól, Szerecsenországtól, Elámtól, Sinártól, Hamáthtól és a tenger szigeteitől.
Και θελει υψωσει σημαιαν εις τα εθνη, και θελει συναξει τους απερριμμενους του Ισραηλ και συναθροισει τους διεσκορπισμενους του Ιουδα απο των τεσσαρων γωνιων της γης.
És zászlót emel a pogányok előtt, és összegyűjti Izráel elszéledt fiait, és Júdának szétszórt leányait egybegyűjti a földnek négy szárnyairól.
Και ο φθονος του Εφραιμ θελει αφαιρεθη, και οι εχθρευομενοι του Ιουδα θελουσιν αποκοπη ο Εφραιμ δεν θελει φθονει τον Ιουδαν και ο Ιουδας δεν θελει θλιβει τον Εφραιμ.
Megszünik Efraimnak irígysége, és Júdából a gyűlölködők kivágattatnak; Efraim nem irígykedik Júdára, és Júda sem támad többé Efraimra.
Αλλα θελουσιν ορμησει επι τα ορια των Φιλισταιων προς την δυσιν θελουσι λεηλατησει και τους υιους της ανατολης παντας ομου θελουσι βαλει την χειρα αυτων επι τον Εδωμ και Μωαβ και οι υιοι Αμμων θελουσιν υποταχθη εις αυτους.
És repülnek a Filiszteusoknak hátára napnyugot felé, és kelet fiaiban együtt vetnek zsákmányt, *és* kezet vetnek Edomra és Moábra, és az Ammoniták engednek nékik.
Και ο Κυριος θελει καταξηρανει την γλωσσαν της Αιγυπτιακης θαλασσης και δια του βιαιου αυτου ανεμου θελει σεισει την χειρα αυτου επι τον ποταμον, και θελει παταξει αυτον εις επτα ευματα, και θελει καμει να διαβαινωσι με υποδηματα.
És az Úr megátkozza Égyiptom tengerének nyelvét, és kezét felemeli az Eufráth fölé erős száraztó szélben, és hét patakra csapja azt, és *népét* sarus lábbal vezeti át,
Και θελει εισθαι οδος πλατεια εις το υπολοιπον του λαου αυτου, το οποιον θελει μεινει, απο της Ασσυριας ως ητο εις τον Ισραηλ, καθ ην ημεραν ανεβη εκ γης Αιγυπτου.
És *csinált* út lészen népe maradékának, a mely megmaradt Assiriától, a mint volt Izráelnek, mikor kijött Égyiptomnak földéből.