Hosea 2

Ειπατε προς τους αδελφους σας, Αμμι, και προς τας αδελφας σας, Ρουχαμμα.
Pereljetek anyátokkal, pereljetek (mert nem feleségem ő, és én sem vagyok néki férje), hogy tüntesse el az ő bujaságát arczáról, és az ő paráznaságát emlői közül;
Κριθητε μετα της μητρος σας, κριθητε διοτι αυτη δεν ειναι γυνη μου και εγω δεν ειμαι ανηρ αυτης ας αφαιρεση λοιπον τας πορνειας αυτης απ εμπροσθεν αυτης και τας μοιχειας αυτης εκ μεσου των μαστων αυτης
Különben meztelenre vetkőztetem őt és olyanná teszem, a milyen *volt* születése napján, és a pusztához teszem hasonlatossá, és olyanná változtatom őt, a milyen a kiaszott föld, és megölöm őt szomjúsággal.
μηποτε εκδυσας γυμνωσω αυτην και αποκαταστησω αυτην καθως εν τη ημερα της γεννησεως αυτης, και θεσω αυτην ως ερημον και καταστησω αυτην ως γην ανυδρον και θανατωσω αυτην εν διψη.
Sőt fiain sem könyörülök, mert paráznaságnak fiai ők *is.*
Και δεν θελω ελεησει τα τεκνα αυτης επειδη ειναι τεκνα πορνειας.
Mert paráználkodott az ő anyjok; gyalázatba merült, a ki őket szülte; mert ezt mondotta: Elmegyek szeretőim után, a kik megadják kenyeremet, vizemet, gyapjúmat és lenemet, olajomat és italomat.
Διοτι η μητηρ αυτων επορνευσεν η συλλαβουσα αυτα επραξεν αισχυνην διοτι ειπε, Θελω υπαγει κατοπιν των εραστων μου, οιτινες μοι διδουσι τον αρτον μου και το υδωρ μου, το μαλλιον μου και το λιναριον μου, το ελαιον μου και τα ποτα μου.
Azért ímé tövissel rekesztem el útadat, és sövényt fonok eleibe, hogy ne találja meg ösvényeit.
Δια τουτο, ιδου, εγω θελω φραξει την οδον σου με ακανθας και οικοδομησει φραγμον, δια να μη ευρη τας οδους αυτης.
És szaladgál majd szeretői után, de nem éri el őket; és mikor keresi őket és nem találja meg azokat, *azt* mondja majd: Elmegyek hát és visszatérek előbbi férjemhez: mert jobb dolgom volt akkor, hogynem mint mostan:
Και θελει τρεξει κατοπιν των εραστων αυτης και δεν θελει φθασει αυτους, και θελει ζητησει αυτους και δεν θελει ευρει τοτε θελει ειπει, Θελω υπαγει και επιστρεψει προς τον πρωτον μου ανδρα διοτι καλητερον ητο τοτε εις εμε παρα τωρα.
Mert nem vette eszébe, hogy én adtam néki a búzát, a mustot és az olajat, és *én* sokasítottam meg ezüstjét és az aranyat, *a mit* ők a Baálra költöttek.
Και αυτη δεν εγνωριζεν οτι εγω εδωκα εις αυτην τον σιτον και τον οινον και το ελαιον, και επληθυνα το αργυριον εις αυτην και το χρυσιον, με τα οποια κατεσκευασαν τον Βααλ.
Azért visszaveszem búzámat a maga idejében és mustomat is az ő divatjában, és elragadom gyapjúmat és lenemet, *a melyek* meztelensége befedésére *lettek volna.*
Δια τουτο θελω επιστρεψει και λαβει τον σιτον μου εν τω καιρω αυτου και τον οινον μου εν τω διωρισμενω καιρω αυτου, και θελω αφαιρεσει το μαλλιον μου και το λιναριον μου, τα οποια ειχε δια να σκεπαζη την γυμνωσιν αυτης.
És most feltárom az ő gyalázatát szeretői előtt, és senki sem szabadítja őt ki az én kezemből.
Και τωρα θελω αποκαλυψει την ακαθαρσιαν αυτης εμπροσθεν των εραστων αυτης, και ουδεις θελει λυτρωσει αυτην εκ της χειρος μου.
És megszüntetem minden örömét, ünnepét, újholdját, szombatját és minden ünnepe napját.
Και θελω καταπαυσει πασαν την ευφροσυνην αυτης, τας εορτας αυτης, τας νεομηνιας αυτης και τα σαββατα αυτης και πασας τας πανηγυρεις αυτης.
És elpusztítom szőlejét és fügefáját, a melyekről ezt mondta: Ez az én bérem, a mit az én szeretőim adtak nékem, és erdővé teszem azokat, és a mezei vad emészti meg őket.
Και θελω αφανισει τας αμπελους αυτης και τας συκας αυτης, περι των οποιων ειπε, Μισθωματα μου ειναι ταυτα, τα οποια μοι εδωκαν οι ερασται μου και θελω καταστησει αυτας δασος, και τα θηρια του αγρου θελουσι κατατρωγει αυτας.
És megbüntetem őt a Baálok napjaiért, a melyeken füstölve áldozott azoknak, és felrakta gyűrűjét és nyaklánczát, és elment szeretői után, rólam pedig elfeledkezett, *ezt* mondja az Úr.
Και θελω επισκεφθη επ αυτην τας ημερας των Βααλειμ, καθ ας εθυμιαζεν εις αυτους και εστολιζετο με τα ενωτια αυτης και τα περιδεραια αυτης και επορευετο κατοπιν των εραστων αυτης, εμε δε ελησμονησε, λεγει Κυριος.
Azért ímé csalogatom őt, és elviszem őt a pusztába, és szívére beszélek.
Δια τουτο, ιδου, εγω θελω εφελκυσει αυτην και θελω φερει αυτην εις την ερημον και θελω λαλησει προς την καρδιαν αυτης.
És onnan adom meg néki az ő szőlőjét és az Akor völgyét a reménység ajtaja gyanánt, és úgy énekel ott, mint ifjúságának idején és mint Égyiptomból lett feljövetelének napján.
Και εκειθεν θελω δωσει εις αυτην τους αμπελωνας αυτης και την κοιλαδα του Αχωρ δια θυραν ελπιδος και θελει ψαλλει εκει ως εν ταις ημεραις της νεοτητος αυτης και ως εν τη ημερα της αναβασεως αυτης απο γης Αιγυπτου.
És azon a napon, *ezt* mondja az Úr, így fogsz engem hívni: Én férjem, és nem hívsz engem többé *így:* Baálom.
Και εν τη ημερα εκεινη, λεγει Κυριος, θελεις με καλεσει, Ο ανηρ μου και δεν θελεις με καλεσει πλεον, Ο Βααλ μου
És kiveszítem az ő szájából a Baálok neveit, hogy azoknak neve se említtessék többé.
διοτι θελω αφαιρεσει τα ονοματα των Βααλειμ απο του στοματος αυτης και δεν θελουσιν αναφερεσθαι πλεον τα ονοματα αυτων.
És azon a napon frigyet szerzek nékik a mezei vadakkal, az égi madarakkal és a föld férgével, és az ívet, kardot és háborút eltörlöm e földről, és bátorságos lakozást adok nékik.
Και εν τη ημερα εκεινη θελω καμει διαθηκην υπερ αυτων προς τα θηρια του αγρου και προς τα πετεινα του ουρανου και τα ερπετα της γης τοξον δε και ομφαιαν και πολεμον θελω συντριψει εκ της γης και θελω κατοικισει αυτους εν ασφαλεια.
És eljegyezlek téged magamnak örökre, és pedig igazsággal és ítélettel, kegyelemmel és irgalommal jegyezlek el.
Και θελω σε μνηστευθη εις εμαυτον εις τον αιωνα και θελω σε μνηστευθη εις εμαυτον εν δικαιοσυνη και εν κρισει και εν ελεει και εν οικτιρμοις
Bizony, hittel jegyezlek el téged magamnak, és megismered az Urat.
και θελω σε μνηστευθη εις εμαυτον εν πιστει και θελεις γνωρισει τον Κυριον.
És azon a napon meghallgatom, azt mondja az Úr, meghallgatom az egeket, azok pedig meghallgatják a földet;
Και εν εκεινη τη ημερα θελω αποκριθη, λεγει Κυριος, θελω αποκριθη προς τους ουρανους, και αυτοι θελουσιν αποκριθη προς την γην
A föld pedig meghallgatja a búzát és a mustot és az olajat; azok pedig meghallgatják Jezréelt.
και η γη θελει αποκριθη προς τον σιτον και τον οινον και το ελαιον και ταυτα θελουσιν αποκριθη προς τον Ιεζραελ.
És bevetem őt magamnak a földbe, és megkegyelmezek Ló-Rukhámának, és azt mondom Ló-Amminak: Én népem vagy te; ő pedig ezt mondja: Én Istenem!
Και θελω σπειρει αυτην δι εμαυτον επι της γης και θελω ελεησει την ουκ ηλεημενην και θελω ειπει προς τον ου λαον μου, Λαος μου εισαι και αυτοι θελουσιν ειπει, Θεος μου εισαι.