Genesis 11

Και ητο πασα η γη μιας γλωσσης και μιας φωνης.
Mind az egész földnek pedig egy nyelve és egyféle beszéde vala.
Και οτε εκινησαν απο της ανατολης, ευρον πεδιαδα εν τη γη Σεννααρ και κατωκησαν εκει.
És lőn mikor kelet felől elindultak vala, Sineár földén egy síkságot találának és ott letelepedének.
Και ειπεν ο εις προς τον αλλον, Ελθετε, ας καμωμεν πλινθους, και ας ψησωμεν αυτας εν πυρι και εχρησιμευσεν εις αυτους η μεν πλινθος αντι πετρας, η δε ασφαλτος εχρησιμευσεν εις αυτους αντι πηλου.
És mondának egymásnak: Jertek, vessünk téglát és égessük ki jól; és lőn nékik a tégla kő gyanánt, a szurok pedig ragasztó gyanánt.
Και ειπον, Ελθετε, ας οικοδομησωμεν εις εαυτους πολιν και πυργον, του οποιου η κορυφη να φθανη εως του ουρανου και ας αποκτησωμεν εις εαυτους ονομα, μηπως διασπαρωμεν επι του προσωπου πασης της γης.
És mondának: Jertek, építsünk magunknak várost és tornyot, melynek teteje az eget érje, és szerezzünk magunknak nevet, hogy el ne széledjünk az egész földnek színén.
Κατεβη δε ο Κυριος δια να ιδη την πολιν και τον πυργον, τον οποιον ωκοδομησαν οι υιοι των ανθρωπων.
Az Úr pedig leszálla, hogy lássa a várost és a tornyot, melyet építenek vala az emberek fiai.
Και ειπεν ο Κυριος, Ιδου, εις λαος, και παντες εχουσι μιαν γλωσσαν, και ηρχισαν να καμνωσι τουτο και τωρα δεν θελει εμποδισθη εις αυτους παν ο, τι σκοπευουσι να καμωσιν
És monda az Úr: Ímé e nép egy, s az egésznek egy a nyelve, és munkájának ez a kezdete; és bizony semmi sem gátolja, hogy véghez ne vigyenek mindent, a mit elgondolnak magukban.
ελθετε, ας καταβωμεν και ας συγχυσωμεν εκει την γλωσσαν αυτων, δια να μη εννοη ο εις του αλλου την γλωσσαν.
Nosza szálljunk alá, és zavarjuk ott össze nyelvöket, hogy meg ne értsék egymás beszédét.
Και διεσκορπισεν αυτους ο Κυριος εκειθεν επι του προσωπου πασης της γης και επαυσαν να οικοδομωσι την πολιν.
És elszéleszté őket onnan az Úr az egész földnek színére; és megszűnének építeni a várost.
Δια τουτο ωνομασθη το ονομα αυτης Βαβελ διοτι εκει συνεχεεν ο Κυριος την γλωσσαν πασης της γης και εκειθεν διεσκορπισεν αυτους ο Κυριος επι το προσωπον πασης της γης.
Ezért nevezék annak nevét Bábelnek; mert ott zavará össze az Úr az egész föld nyelvét, és onnan széleszté el őket az Úr az egész földnek színére.
Αυτη ειναι η γενεαλογια του Σημ. Ο Σημ ητο ετων εκατον, οτε εγεννησε τον Αρφαξαδ δυο ετη μετα τον κατακλυσμον
Ez a Sém nemzetsége: Sém száz esztendős korában nemzé Arpaksádot, két esztendővel az özönvíz után.
και εζησεν ο Σημ, αφου εγεννησε τον Αρφαξαδ, πεντακοσια ετη, και εγεννησεν υιους και θυγατερας.
És éle Sém, minekutánna nemzette Arpaksádot, ötszáz esztendeig és nemze fiakat és leányokat.
Και ο Αρφαξαδ εζησε τριακοντα πεντε ετη, και εγεννησε τον Σαλα
Arpaksád pedig harminczöt esztendős vala, és nemzé Séláht.
και εζησεν ο Αρφαξαδ, αφου εγεννησε τον Σαλα, τετρακοσια τρια ετη, και εγεννησεν υιους και θυγατερας.
És éle Arpaksád, minekutánna nemzette Séláht, négyszáz három esztendeig, és nemze fiakat és leányokat.
Και ο Σαλα εζησε τριακοντα ετη, και εγεννησε τον Εβερ
Séláh pedig harmincz esztendős vala, és nemzé Hébert.
και εζησεν ο Σαλα, αφου εγεννησε τον Εβερ, τετρακοσια τρια ετη, και εγεννησεν υιους και θυγατερας.
És éle Séláh, minekutánna nemzé Hébert, négyszáz három esztendeig, és nemze fiakat és leányokat.
Και εζησεν ο Εβερ τριακοντα τεσσαρα ετη, και εγεννησε τον Φαλεγ
Héber pedig harmincznégy esztendős vala és nemzé Péleget.
και εζησεν ο Εβερ, αφου εγεννησε τον Φαλεγ, τετρακοσια τριακοντα ετη, και εγεννησεν υιους και θυγατερας.
És éle Héber, minekutánna nemzé Péleget, négyszáz harmincz esztendeig, és nemze fiakat és leányokat.
Και εζησεν ο Φαλεγ τριακοντα ετη, και εγεννησε τον Ραγαυ
Péleg pedig harmincz esztendős vala, és nemzé Réut.
και εζησεν ο Φαλεγ, αφου εγεννησε τον Ραγαυ, διακοσια εννεα ετη, και εγεννησεν υιους και θυγατερας.
És éle Péleg, minekutánna nemzé Réut, kétszáz kilencz esztendeig, és nemze fiakat és leányokat.
Και εζησεν ο Ραγαυ τριακοντα δυο ετη, και εγεννησε τον Σερουχ
Réu pedig harminczkét esztendős vala, és nemzé Sérugot.
και εζησεν ο Ραγαυ, αφου εγεννησε τον Σερουχ, διακοσια επτα ετη, και εγεννησεν υιους και θυγατερας.
És éle Réu, minekutánna nemzé Sérugot, kétszáz hét esztendeig és nemze fiakat és leányokat.
Και εζησεν ο Σερουχ τριακοντα ετη, και εγεννησε τον Ναχωρ
Sérug pedig harmincz esztendős vala, és nemzé Nákhort.
και εζησεν ο Σερουχ, αφου εγεννησε τον Ναχωρ, διακοσια ετη, και εγεννησεν υιους και θυγατερας.
És éle Sérug, minekutánna nemzé Nákhort, kétszáz esztendeig, és nemze fiakat és leányokat.
Και εζησεν ο Ναχωρ εικοσιεννεα ετη, και εγεννησε τον Θαρα
Nákhor pedig huszonkilencz esztendős vala, és nemzé Thárét.
και εζησεν ο Ναχωρ, αφου εγεννησε τον Θαρα, εκατον δεκαεννεα ετη, και εγεννησεν υιους και θυγατερας.
És éle Nákhor, minekutánna nemzé Thárét, száz tizenkilencz esztendeig, és nemze fiakat és leányokat.
Και εζησεν ο Θαρα εβδομηκοντα ετη, και εγεννησε τον Αβραμ, τον Ναχωρ, και τον Αρραν.
Tháré pedig hetven esztendős vala, és nemzé Ábrámot, Nákhort, Háránt.
Και αυτη ειναι η γενεαλογια του Θαρα ο Θαρα εγεννησε τον Αβραμ, τον Ναχωρ, και τον Αρραν και ο Αρραν εγεννησε τον Λωτ.
Ez a Tháré nemzetsége: Tháré nemzé Ábrámot, Nákhort és Háránt. Hárán pedig nemzé Lótot.
Και απεθανεν ο Αρραν ενωπιον Θαρα του πατρος αυτου εν τω τοπω της γεννησεως αυτου, εν Ουρ των Χαλδαιων.
Meghala pedig Hárán, az ő atyjának Thárénak szemei előtt, az ő születésének földjén, Úr-Kaszdimban.
Και ελαβον ο Αβραμ και ο Ναχωρ εις εαυτους γυναικας το ονομα της γυναικος του Αβραμ ητο Σαρα και το ονομα της γυναικος του Ναχωρ, Μελχα, θυγατηρ του Αρραν, πατρος Μελχα, και πατρος Ιεσχα.
Ábrám pedig és Nákhor vőnek magoknak feleséget: az Ábrám feleségének neve Szárai; a Nákhor feleségének neve Milkhah, Háránnak Milkhah atyjának és Jiszkáh atyjának leánya.
Η δε Σαρα ητο στειρα, δεν ειχε τεκνον.
Szárai pedig magtalan vala; nem vala néki gyermeke.
Και ελαβεν ο Θαρα Αβραμ τον υιον αυτου και Λωτ τον υιον του Αρραν εγγονον εαυτου, και Σαραν την εαυτου νυμφην, την γυναικα Αβραμ του υιου αυτου και εξηλθον ομου απο της Ουρ των Χαλδαιων, δια να υπαγωσιν εις την γην Χανααν και ηλθον εως Χαρραν και κατωκησαν εκει.
És felvevé Tháré Ábrámot az ő fiát, és Lótot, Háránnak fiát, az ő unokáját, és Szárait, az ő menyét, Ábrámnak az ő fiának feleségét, és kiindulának együtt Úr-Kaszdimból, hogy Kanaán földére menjenek. És eljutának Háránig, és ott letelepedének.
Και εγειναν αι ημεραι του Θαρα διακοσια πεντε ετη και απεθανεν ο Θαρα εν Χαρραν.
Vala pedig Tháré kétszáz öt esztendős, és meghala Tháré Háránban.