Ezekiel 16

Και εγεινε λογος Κυριου προς εμε, λεγων,
És lőn az Úr beszéde hozzám, mondván:
Υιε ανθρωπου, καμε την Ιερουσαλημ να γνωριση τα βδελυγματα αυτης,
Embernek fia! add tudtára Jeruzsálemnek az ő útálatosságait,
και ειπε, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος προς την Ιερουσαλημ Η ιζα σου και η γεννησις σου ειναι εκ της γης των Χαναναιων ο πατηρ σου Αμορραιος και η μητηρ σου Χετταια.
És mondjad: Így szól az Úr Isten Jeruzsálemnek: A te származásod és születésed Kanaán földjéről való; atyád az Emoreus és anyád Hitteus asszony.
Εις δε την γεννησιν σου, καθ ην ημεραν εγεννηθης, ο ομφαλος σου δεν εκοπη και εν υδατι δεν ελουσθης, δια να καθαρισθης, και με αλας δεν ηλατισθης και εν σπαργανοις δεν εσπαργανωθης.
Születésed pedig ilyen volt: a mely napon születtél, el nem metszették a köldöködet, és vízzel meg nem mostak, hogy tiszta lennél, sóval sem töröltek meg, sem be nem póláltak.
Οφθαλμος δεν σε εφεισθη, δια να καμη εις σε τι εκ τουτων, ωστε να σε σπλαγχνισθη αλλ ησο απερριμμενη εις το προσωπον της πεδιαδος, εν τη αποστροφη της ψυχης σου, καθ ην ημεραν εγεννηθης.
Szem meg nem szánt téged, hogy ezekből valamit veled cselekedett volna, könyörülvén rajtad; hanem kivetettek a nyilt mezőre, mert útáltak, a mely napon születtél.
Και οτε διεβην απο πλησιον σου και σε ειδον κυλιομενην εν τω αιματι σου, ειπα προς σε ευρισκομενην εν τω αιματι σου, Ζηθι ναι, ειπα προς σε ευρισκομενην εν τω αιματι σου, Ζηθι.
Ekkor elmenék melletted és látálak véredben eltapodva, és mondék néked: A te véredben élj! mondék ismét néked: A te véredben élj!
Και σε εκαμον μυριοπλασιον, ως την χλοην του αγρου, και ηυξηνθης και εμεγαλυνθης και εφθασας εις το ακρον της ωραιοτητος οι μαστοι σου εμορφωθησαν και αι τριχες σου ανεφυησαν ησο ομως γυμνη και ασκεπαστος.
Sok ezerekre szaporítottalak, mint a mezei füvet, és megszaporodál és fölnevekedél és jutál nagy szépségre; emlőid duzzadának s szőröd kinőtt vala, de te mezítelen és befedezetlen valál.
Και οτε διεβην απο πλησιον σου και σε ειδον, ιδου, η ηλικια σου ητο ηλικια ερωτος και απλωσας το κρασπεδον μου επι σε, εσκεπασα την ασχημοσυνην σου και ωμοσα προς σε και εισηλθον εις συνθηκην μετα σου, λεγει Κυριος ο Θεος, και εγεινες εμου.
Ekkor elmenék melletted, és látálak, és ímé a te korod a szerelem kora vala, és kiterjesztém fölötted szárnyamat s befödözém mezítelenségedet, és megesküvém néked s frigyre léptem veled; azt mondja az Úr Isten, és lől az enyém.
Και σε ελουσα εν υδατι και απεπλυνα το αιμα σου απο σου και σε εχρισα εν ελαιω.
És megmosálak vízzel és elmosám rólad véredet, és megkenélek olajjal.
Και σε ενεδυσα κεντητα και σε υπεδησα με σανδαλια υακινθινα και σε περιεζωσα με βυσσον και σε εφορεσα μεταξωτα.
És felöltöztetélek hímes ruhába, és felsaruztalak borjúfóka bőrrel, s övezélek fehér gyolcscsal s befedélek selyemmel.
Και σε εστολισα με στολιδια και περιεθεσα εις τας χειρας σου βραχιολια και περιδεραιον επι τον τραχηλον σου.
És felékesítélek ékeségekkel, s adtam karpereczeket kezeidre és lánczot nyakadra.
Και εβαλον ερρινα εις τους μυκτηρας σου και ενωτια εις τα ωτα σου και στεφανον δοξης επι την κεφαλην σου.
És adtam orrpereczet orrodra és függőket füleidre és ékes koronát fejedre.
Και εστολισθης με χρυσιον και αργυριον, και τα ιματια σου ησαν βυσσινα και μεταξωτα και κεντητα σεμιδαλιν και μελι και ελαιον ετρωγες και εγεινες ωραια σφοδρα και ευημερησας μεχρι βασιλειας.
És felékesítéd magadat aranynyal és ezüsttel, és öltözeted vala fehér gyolcs és selyem és hímes ruha; lánglisztet, mézet és olajat ettél, és megszépülél felette igen, s királyságra jutál.
Και εξηλθεν η φημη σου μεταξυ των εθνων δια το καλλος σου διοτι ητο τελειον δια του στολισμου μου, τον οποιον εθεσα επι σε, λεγει Κυριος ο Θεος.
És kiméne híred a pogányok közé a te szépségedért; mert tökéletes vala az ékességeim által, a melyeket reád tettem, azt mondja az Úr Isten.
Συ ομως εθαρρευθης εις το καλλος σου, και επορνευθης δια την φημην σου και εξεχεας την πορνειαν σου εις παντα διαβατην, γινομενη αυτου.
De elbízád magadat szépségedben és paráznává lőn híred szerint, elárasztál paráznaságaiddal minden melletted elmenőt: legyen kedve szerint!
Και ελαβες εκ των ιματιων σου και εστολισας τους υψηλους σου τοπους με ποικιλα χρωματα και εξεπορνευθης απ αυτων τοιαυτα δεν εγειναν ουδε θελουσι γεινει.
És vevél a te ruháidból s csinálál magadnak magaslatokat különböző szinnel borítva, s paráználkodál azokon; ilyen még nem volt és nem is lesz.
Και ελαβες τα σκευη της λαμπροτητος σου, τα εκ του χρυσιου μου και τα εκ του αργυριου μου, τα οποια εδωκα εις σε, και εκαμες εις σεαυτην εικονας αρσενικας και εξεπορνευθης με αυτας
És vevéd a te ékességidet az én aranyomból és ezüstömből, melyeket néked adtam, és csináltál magadnak férfiú képeket, és azokkal paráználkodál.
και ελαβες τα κεντητα σου ιματια και εσκεπασας αυτας και εθεσας εμπροσθεν αυτων το ελαιον μου και το θυμιαμα μου.
És vevéd hímes ruháidat és befedezéd azokat, és olajomat és füstölőszeremet vetéd eléjök.
Και τον αρτον μου, τον οποιον εδωκα εις σε, την σεμιδαλιν και το ελαιον και το μελι, με τα οποια σε ετρεφον, εθεσας και ταυτα εμπροσθεν αυτων εις οσμην ευωδιας ουτως εγεινε, λεγει Κυριος ο Θεος.
És az én eledelemet, melyet néked adtam, - lángliszttel és olajjal és mézzel etettelek vala, - ő eléjök rakád kedves illatul; így lőn, ezt mondja az Úr Isten.
Και ελαβες τους υιους σου και τας θυγατερας σου, τας οποιας εγεννησας εις εμε, και ταυτα εθυσιασας εις αυτας, δια να αναλωθωσιν εν τω πυρι μικρον εργον των πορνευσεων σου ητο τουτο,
És vevéd a te fiaidat és leányaidat, kiket nékem szültél vala, és megáldozád őket azoknak eledelül. Avagy nem volt-é már elég paráznaságodból,
οτι εσφαξας τα τεκνα μου και παρεδωκας αυτα δια να διαβιβασωσιν αυτα δια του πυρος εις τιμην αυτων;
Hogy megölted fiaimat is, és oda adád őket, midőn *tűzben* nékik áldozád?
Και εν πασι τοις βδελυγμασι σου και ταις πορνειαις σου δεν ενεθυμηθης ταις ημερας της νεοτητος σου, οτε ησο γυμνη και ασκεπαστος, κυλιομενη εν τω αιματι σου.
És minden útálatosságaidban és paráznaságaidban meg nem emlékeztél a te ifjúságod napjairól mikor mezítelen és befedezetlen valál, véredben eltapodva voltál.
Και μετα πασας τας κακιας σου, Ουαι, ουαι εις σε, λεγει Κυριος ο Θεος,
És lőn minden gonoszságod után, (Jaj, jaj néked! azt mondja az Úr Isten,)
εκτισας και εις σεαυτην οικημα πορνικον και εκαμες εις σεαυτην πορνοστασιον εν παση πλατεια.
Építél magadnak tetőt, és csináltál magaslatot minden utczán.
Εις πασαν αρχην οδου ωκοδομησας το πορνοστασιον σου και εκαμες το καλλος σου βδελυκτον και ηνοιξας τους ποδας σου εις παντα διαβατην, και επληθυνας την πορνειαν σου.
És minden keresztútnál megépítéd magaslatodat, s útálatossá tevéd szépségedet, és kétfelé vetéd lábaidat minden melletted elmenőnek, és sokasítád paráznaságodat.
Και εξεπορνευθης με τους Αιγυπτιους τους πλησιοχωρους σου, τους μεγαλοσαρκους και επολλαπλασιασας την πορνειαν σου, δια να με παροργισης.
És paráználkodál Égyiptom fiaival, szomszédiddal, a nagytestűekkel, és sokasítád paráznaságodat, hogy engem ingerelj.
Ιδου λοιπον, εξηπλωσα την χειρα μου επι σε, και αφηρεσα τα νενομισμενα σου, και σε παρεδωκα εις την θελησιν εκεινων αιτινες σε εμισουν, των θυγατερων των Φιλισταιων, αιτινες εντρεπονται δια την οδον σου την αισχραν.
És ímé kinyújtottam kezemet ellened, s megkisebbítém rendelt részedet, és adálak téged a te gyűlölőidnek, a Filiszteusok leányainak csúfolásukra, a kik átallák fajtalan útadat.
Και εξεπορνευθης με τους Ασσυριους, διοτι ησο απληστος ναι, εξεπορνευθης με αυτους και ετι δεν εχορτασθης.
S Assiria fiaival is paráználkodál, mert meg nem elégedél; paráználkodál velök, és még sem elégedél meg.
Και επολλαπλασιασας την πορνειαν σου εν γη Χανααν μεχρι των Χαλδαιων και ουδε ουτως εχορτασθης.
És sokasítád paráznaságodat a kalmárok földje, Káldea felé, de még ezzel sem elégedél meg.
Ποσον διεφθαρη η καρδια σου, λεγει Κυριος ο Θεος, επειδη πραττεις παντα ταυτα, εργα της πλεον αναισχυντου πορνης.
Mily gyenge a szíved, azt mondja az Úr Isten, hogy mindezeket cselekedted, egy rakonczátlan rima cselekedeteit!
Διοτι εκτισας το πορνικον οικημα σου εν τη αρχη πασης οδου, και εκαμες το πορνοστασιον σου εν παση πλατεια και δεν εσταθης ως πορνη, καθοτι κατεφρονησας μισθωμα,
Hogy állítál magadnak fedelet minden keresztúton, és magaslatokat csinálál minden utczán, de nem voltál olyan, mint a rima, kicsibe véve a bért.
αλλ ως γυνη μοιχαλις, αντι του ανδρος αυτης δεχομενη ξενους.
Te házasságtörő asszony! férje helyett idegeneket fogad el!
Εις πασας τας πορνας διδουσι μισθωμα αλλα συ τα μισθωματα σου διδεις εις παντας τους εραστας σου και διαφθειρεις αυτους, δια να εισερχωνται προς σε πανταχοθεν επι τη πορνεια σου.
Minden rimának bért adnak, te pedig magad adtad ajándékidat minden szeretődnek, így megvásárlád őket, hogy bemenjenek hozzád mindenfelől paráznaságidért.
Και γινεται εις σε το αναπαλιν των αλλων γυναικων εν ταις πορνειαις σου διοτι δεν σε ακολουθει ουδεις δια να πραξη πορνειαν καθοτι συ διδεις μισθωμα και μισθωμα δεν διδεται εις σε, κατα τουτο γινεται εις σε το αναπαλιν.
És lőn különbség közted és más asszonyok közt paráznaságaidban; mert utánad nem jártak a paráznák; te adál bért nékik és bért ők nem adának néked, így lőn különbséged.
Δια τουτο, ακουσον, πορνη, τον λογον του Κυριου
Azért te rima, halld meg az Úr beszédét!
ουτω λεγει Κυριος ο Θεος Επειδη εξεχεας τον χαλκον σου, και η γυμνωσις σου εξεσκεπασθη εν ταις πορνειαις σου προς τους εραστας σου και προς παντα τα ειδωλα των βδελυγματων σου, και δια το αιμα των τεκνων σου, τα οποια προσεφερες εις αυτα
Így szól az Úr Isten: A miatt, hogy eláradt gyalázatod és föl van takarva mezítelenséged a te szeretőiddel való paráznaságaidban; és minden útálatos bálványaid miatt és fiaid vére miatt, kiket azoknak adtál:
δια τουτο ιδου, εγω συναγω παντας τους εραστας σου, μεθ ων κατετρυφησας, και παντας οσους ηγαπησας, μετα παντων των μισηθεντων υπο σου και θελω συναξει αυτους επι σε πανταχοθεν και θελω αποκαλυψει την αισχυνην σου εις αυτους, και θελουσιν ιδει ολην την γυμνωσιν σου.
Ezokáért ímé egybegyűjtöm minden szeretődet, kiknek kedves valál, és mindazokat, a kiket szerettél, együtt azokkal, a kiket gyűlöltél, és egybegyűjtöm őket ellened mindenfelől, és föltakarom mezítelenségedet előttök, hogy lássák minden te mezítelenségedet.
Και θελω σε κρινει κατα την κρισιν των μοιχαλιδων και εκχεουσων αιμα και θελω σε παραδωσει εις αιμα μετ οργης και ζηλοτυπιας.
És megítéllek téged a házasságtörő és vért ontó asszonyok ítéletével, és véredet kiontatom búsulásomban és féltő szerelmemben.
Και θελω σε παραδωσει εις την χειρα αυτων και θελουσι κατασκαψει το πορνικον οικημα σου και κατεδαφισει τους υψηλους τοπους σου θελουσιν οτι σε εκδυσει τα ιματια σου και αφαιρεσει τους στολισμους της λαμπροτητος σου και θελουσι σε αφησει γυμνην και ασκεπαστον.
És adlak téged kezökbe, és leszakítják tetődet és lerontják magaslataidat és lehúzzák rólad ruháidat és elveszik ékességeidet, és hagynak mezítelenül s ruhátalanul.
Και θελουσι φερει επι σε οχλους, οιτινες θελουσι σε λιθοβολησει με λιθους και σε διαπερασει με τα ξιφη αυτων.
És összehoznak gyűlést ellened, és megköveznek és összevagdalnak fegyvereikkel.
Και θελουσι κατακαυσει εν πυρι τας οικιας σου, και θελουσιν εκτελεσει επι σε κρισεις ενωπιον πολλων γυναικων και θελω σε καμει να παυσης απο της πορνειας, και δεν θελεις διδει του λοιπου μισθωμα.
És megégetik házaidat tűzzel, és ítéletet cselekesznek rajtad sok asszony szeme láttára, és megszüntetem paráznaságodat, és bért sem adsz többé.
Και θελω αναπαυσει τον θυμον μου επι σε, και η ζηλοτυπια μου θελει σηκωθη απο σου, και θελω ησυχασει και δεν θελω οργισθη πλεον.
És megnyugotom búsulásomat rajtad, hogy eltávozzék féltő szerelmem te tőled, s megnyugoszom és többé nem haragszom.
Επειδη δεν ενεθυμηθης τας ημερας της νεοτητος σου, αλλα με παρωξυνας εν πασι τουτοις, δια τουτο ιδου, και εγω θελω ανταποδωσει τας οδους σου επι της κεφαλης σου, λεγει Κυριος ο Θεος και δεν θελεις καμει κατα την ασεβειαν ταυτην επι πασι τοις βδελυγμασι σου.
Mivelhogy meg nem emlékeztél ifjúságod napjairól, és ingerlettél engem mindezekkel, azért ímé én is fejedhez verem útadat, ezt mondja az Úr Isten, és többé nem cselekszed a fajtalanságot minden útálatosságod mellett.
Ιδου, πας ο παροιμιαζομενος θελει παροιμιασθη κατα σου, λεγων, κατα την μητερα η θυγατηρ αυτης.
Ímé, valaki közmondással él, rólad veszi azt, mondván: A minémű az anya, olyan a leánya is.
Συ εισαι η θυγατηρ της μητρος σου, της αποβαλουσης τον ανδρα αυτης και τα τεκνα αυτης και εισαι η αδελφη των αδελφων σου, αιτινες απεβαλον τους ανδρας αυτων και τα τεκνα αυτων η μητηρ σας ητο Χετταια και ο πατηρ σας Αμορραιος.
Anyád leánya vagy te, a ki megútálta férjét s fiait, és öcséidnek nénje vagy, a kik megútálták férjeiket és fiaikat; anyátok Hitteus asszony és atyátok Emoreus.
Και η αδελφη σου η πρεσβυτερα ειναι η Σαμαρεια, αυτη και αι θυγατερες αυτης, αι κατοικουσαι εν τοις αριστεροις σου η δε νεωτερα αδελφη σου, η κατοικουσα εν τοις δεξιοις σου, τα Σοδομα και αι θυγατερες αυτης.
És a te nénéd Samaria vala, ő és leányai, ki balkezed felől lakik vala; és öcséd, a ki jobbkezed felől lakik vala, Sodoma és leányai.
Συ ομως δεν περιεπατησας κατα τας οδους αυτων και δεν επραξας κατα τα βδελυγματα αυτων αλλ ως εαν ητο τουτο πολυ μικρον, υπερεβης αυτων την διαφθοραν εν πασαις ταις οδοις σου.
És nem az ő útaikon jártál, és nem az ő útálatosságaik szerint cselekedtél, de csak kevés ideig; de aztán gonoszabb valál azoknál minden útadban.
Ζω εγω, λεγει Κυριος ο Θεος, η αδελφη σου Σοδομα δεν επραξεν, αυτη και αι θυγατερες αυτης, ως επραξας συ και αι θυγατερες σου.
Élek én! azt mondja az Úr Isten, így nem cselekedett Sodoma, a te öcséd, ő és leányai, a mint cselekedtél te és a te leányaid.
Ιδου, αυτη ητο η ανομια της αδελφης σου Σοδομων, υπερηφανια, πλησμονη αρτου και αφθονια τρυφηλοτητος, αυτης και των θυγατερων αυτης τον πτωχον δε και τον ενδεη δεν εβοηθει
Ímé, ez volt a vétke Sodomának, a te öcsédnek: kevélység, eledel bősége és gondtalan békesség volt nála és leányainál, de a szűkölködőnek és szegénynek kezét nem fogta meg.
και υψουντο και επραττον βδελυρα ενωπιον μου οθεν, καθως ειδον ταυτα, ηφανισα αυτας.
És felfuvalkodának s cselekedének útálatosságot előttem, és elveszítém őket, mikor *ezt* megláttam.
Και η Σαμαρεια δεν ημαρτησεν ουδε το ημισυ των αμαρτηματων σου αλλα συ επληθυνας τα βδελυγματα σου υπερ εκεινας και εδικαιωσας τας αδελφας σου με παντα τα βδελυγματα σου, τα οποια επραξας.
És Samaria félannyit sem vétkezett, mint te, mert többek a te útálatosságaid, mint az övék; és így nőtestvéreidet nálad igazabbaknak bizonyítád minden útálatosságiddal, a melyeket cselekvél.
Συ λοιπον, ητις εκρινες τας αδελφας σου, βασταζε την καταισχυνην σου ενεκα των αμαρτηματων σου, με τα οποια κατεσταθης βδελυρωτερα εκεινων, εκειναι ειναι δικαιοτεραι σου οθεν αισχυνθητι και συ και βασταζε την καταισχυνην σου, οτι εδικαιωσας τας αδελφας σου.
Te is azért viseld gyalázatodat, a melyre pedig nénédet ítélted; a te bűneid miatt, melyekben nálok útálatosabban cselekvél, igazabbak ők nálad. Szégyenülj meg hát te is s viseld gyalázatodat, hogy nőtestvéreidet nálad igazabbaknak bizonyítád.
Οταν φερω οπισω τους αιχμαλωτους αυτων, τους αιχμαλωτους Σοδομων και των θυγατερων αυτης και τους αιχμαλωτους της Σαμαρειας και των θυγατερων αυτης, τοτε θελω επιστρεψει και τους αιχμαλωτους της αιχμαλωσιας σου μεταξυ αυτων
És visszahozom foglyaikat, Sodomának s leányainak foglyait és Samariának s leányainak foglyait; s visszahozom a te foglyaidat is amazok közepette;
δια να βασταζης την ατιμιαν σου και να καταισχυνησαι δια παντα οσα επραξας και να ησαι παρηγορια εις αυτας.
Azért, hogy viseljed gyalázatodat és megszégyenülj mindazokért, miket cselekedtél, mikor azoknak vígasztalásukra leszel.
Οταν η αδελφη σου Σοδομα και αι θυγατερες αυτης επιστρεψωσιν εις την προτεραν αυτων καταστασιν, και η Σαμαρεια και αι θυγατερες αυτης επιστρεψωσιν εις την προτεραν αυτων καταστασιν, τοτε θελεις επιστρεψει συ και αι θυγατερες σου εις την προτεραν σας καταστασιν.
És nőtestvéreid, Sodoma és leányai visszatérnek előbbi állapotjokba, és Samaria s leányai visszatérnek előbbi állapotjokba, és te is és leányaid visszatértek előbbi állapototokba.
Διοτι η αδελφη σου Σοδομα δεν ανεφερθη εκ του στοματος σου εν ταις ημεραις της υπερηφανιας σου,
És nem vala-é öcséd, Sodoma, szóbeszéd a te szádban kevélykedésed napján,
πριν ανακαλυφθη η κακια σου, καθως ανεκαλυφθη εν καιρω του γενομενου εις σε ονειδους υπο των θυγατερων της Συριας και πασων των περιξ αυτης, των θυγατερων των Φιλισταιων, αιτινες σε ελεηλατησαν πανταχοθεν.
Minekelőtte kitudódott volna gonoszságod; a miképen te most gyalázatuk vagy Siria leányainak s minden körülötted valóknak, a Filiszteusok leányainak, kik útálnak téged köröskörül?
Συ εβαστασας την ασεβειαν σου και τα βδελυγματα σου, λεγει Κυριος.
Fajtalanságodat és útálatosságaidat magad viseled, azt mondja az Úr.
Διοτι ουτω λεγει Κυριος ο Θεος Εγω θελω καμει εις σε καθως εκαμες συ, ητις κατεφρονησας τον ορκον, παραβαινουσα την διαθηκην.
Mert ezt mondja az Úr Isten: És ha úgy cselekedtem veled, mint te cselekedtél, midőn megvetetted az esküt, hogy megtörd a frigyet:
Αλλ ομως θελω ενθυμηθη την διαθηκην μου την γενομενην προς σε εν ταις ημεραις της νεοτητος σου, και θελω στησει εις σε διαθηκην αιωνιον.
Én megemlékezem frigyemről, a melyet veled ifjúságod napjaiban *kötöttem,* és örök frigyet vetek veled.
Τοτε θελεις ενθυμηθη τας οδους σου και αισχυνθη, οταν δεχθης τας αδελφας σου, τας πρεσβυτερας σου και τας νεωτερας σου και θελω δωσει αυτας εις σε δια θυγατερας, ουχι ομως κατα την διαθηκην σου.
És te megemlékezel útaidról és megszégyenled magadat, mikor hozzád veszed nőtestvéreidet, a kik nagyobbak nálad, együtt azokkal, a kik kisebbek, s adom őket néked leányaidul, de nem a te frigyedből.
Και εγω θελω στησει την διαθηκην μου προς σε, και θελεις γνωρισει ετι εγω ειμαι ο Κυριος
És én megerősítem frigyemet veled, s megismered, hogy én vagyok az Úr.
δια να ενθυμηθης, και να αισχυνθης και να μη ανοιξης πλεον το στομα σου υπο της εντροπης σου, οταν εξιλεωθω προς σε δια παντα οσα επραξας, λεγει Κυριος ο Θεος.
Hogy megemlékezzél és pirulj, és meg ne nyissad többé szádat szégyenletedben, mikor megkegyelmezek néked mindenekben, valamit cselekedtél, azt mondja az Úr Isten.