Isaiah 45

Ουτω λεγει Κυριος προς τον κεχρισμενον αυτου, τον Κυρον, του οποιου την δεξιαν χειρα εκρατησα, δια να υποταξω τα εθνη εμπροσθεν αυτου και θελω λυσει την οσφυν των βασιλεων, δια να ανοιξω τα διθυρα εμπροθεν αυτου και αι πυλαι δεν θελουσι κλεισθη.
So spricht Jehova zu seinem Gesalbten, zu Kores, dessen Rechte ich ergriffen habe, um Nationen vor ihm niederzuwerfen, und damit ich die Lenden der Könige entgürte, um Pforten vor ihm aufzutun, und damit Tore nicht verschlossen bleiben.
Εγω θελω υπαγει εμπροθεν σου και εξομαλυνει τας σκολιας οδους θελω συντριψει τας χαλκινας θυρας και κοψει τους σιδηρους μοχλους.
Ich, ich werde vor dir herziehen und werde das Höckerichte eben machen; eherne Pforten werde ich zerbrechen und eiserne Riegel zerschlagen;
Και θελω σοι δωσει θησαυρους φυλαττομενους εν σκοτει και πλουτη κερυμμενα εν αποκρυφοις δια να γνωρισης οτι εγω ειμαι ο Κυριος ο καλων σε κατ ονομα, ο Θεος του Ισραηλ.
und ich werde dir verborgene Schätze und versteckte Reichtümer geben, auf daß du wissest, daß ich Jehova bin, der dich bei deinem Namen gerufen hat, der Gott Israels.
Δια τον Ιακωβ τον δουλον μου και τον Ισραηλ τον εκλεκτον μου σε εκαλεσα μαλιστα με το ονομα σου, σε επωνομασα, αν και δεν με εγνωρισας.
Um Jakobs, meines Knechtes, und Israels, meines Auserwählten, willen rief ich dich bei deinem Namen, ich gab dir einen Beinamen, und du kanntest mich nicht;
Εγω ειμαι ο Κυριος και δεν ειναι αλλος δεν υπαρχει εκτος εμου Θεος εγω σε περιεζωσα, αν και δεν με εγνωρισας,
ich bin Jehova, und sonst ist keiner, außer mir ist kein Gott; ich gürtete dich, und du kanntest mich nicht: -
δια να γνωρισωσιν απο ανατολων ηλιου και απο δυσμων, οτι εκτος εμου δεν υπαρχει ουδεις εγω ειμαι ο Κυριος και δεν υπαρχει αλλος
auf daß man wisse vom Aufgang der Sonne und von ihrem Niedergang her, daß außer mir gar keiner ist. Ich bin Jehova, und sonst ist keiner!
ο κατασκευασας το φως και ποιησας το σκοτος ο ποιων ειρηνην και κτιζων κακον εγω ο Κυριος ποιω παντα ταυτα.
Der ich das Licht bilde und die Finsternis schaffe, den Frieden mache und das Unglück schaffe; ich, Jehova, bin es, der dieses alles wirkt.
Σταλαξατε δροσον ανωθεν, ουρανοι, και ας ανωσιν αι νεφελαι δικαιοσυνην ας ανοιξη η γη και ας γεννηση σωτηριαν και ας βλαστηση δικαιοσυνην ομου εγω ο Κυριος εποιησα τουτο.
Träufelt, ihr Himmel droben, und Gerechtigkeit mögen rieseln die Wolken! Die Erde tue sich auf, und es sprosse Heil, und sie lasse Gerechtigkeit hervorwachsen zugleich! Ich, Jehova, habe es geschaffen.
Ουαι εις τον αντιμαχομενον προς τον Ποιητην αυτου. Ας αντιμαχεται το οστρακον προς τα οστρακα της γης ο πηλος θελει ειπει προς τον πλαττοντα αυτον, Τι καμνεις; η το εργον σου, Ουτος δεν εχει χειρας;
Wehe dem, der mit seinem Bildner rechtet-ein Tongefäß unter irdenen Tongefäßen! Darf wohl der Ton zu seinem Bildner sagen: Was machst du? und dein Werk von dir: Er hat keine Hände?
Ουαι εις τον λεγοντα προς τον πατερα, τι γεννας; προς την γυναικα, τι κοιλοπονεις;
Wehe dem, der zum Vater spricht: Warum zeugst du? und zum Weibe: Warum gebierst du?
Ουτω λεγει Κυριος, ο Αγιος του Ισραηλ και ο Πλαστης αυτου Ερωτατε με δια τα μελλοντα περι των υιων μου και περι του εργου των χειρων μου προσταξατε με.
So spricht Jehova, der Heilige Israels und der es gebildet hat: Über das Zukünftige fraget mich; meine Kinder und das Werk meiner Hände lasset mir anbefohlen sein!
Εγω εκτισα την γην και εποιησα ανθρωπον επ αυτης εγω δια των χειρων μου εξετεινα τους ουρανους και εδωκα διαταγας εις πασαν την στρατιαν αυτων.
Ich habe die Erde gemacht und den Menschen auf ihr geschaffen; meine Hände haben die Himmel ausgespannt, und all ihr Heer habe ich bestellt.
Εγω εξηγειρα εκεινον εις δικαιοσυνην και θελω διευθυνει πασας τας οδους αυτου αυτος θελει οικοδομησει την πολιν μου και θελει επιστρεψει τους αιχμαλωτους μου, ουχι με λυτρον ουδε με δωρα, λεγει ο Κυριος των δυναμεων.
Ich habe ihn erweckt in Gerechtigkeit, und alle seine Wege werde ich ebnen; er wird meine Stadt bauen und meine Weggeführten entlassen, nicht um Kaufgeld und nicht um ein Geschenk, spricht Jehova der Heerscharen.
Ουτω λεγει Κυριος Ο κοπος της Αιγυπτου και το εμποριον της Αιθιοπιας και των Σαβαιων, ανδρων μεγαλοσωμων, θελουσι περασει εις σε και σου θελουσιν εισθαι οπισω σου θελουσιν ακολουθει με αλυσεις θελουσι περασει και θελουσι σε προσκυνησει, θελουσι σε ικετευσει, λεγοντες, Βεβαιως ο Θεος ειναι εν σοι, και δεν υπαρχει ουδεις αλλος Θεος.
So spricht Jehova: Der Reichtum Ägyptens und der Erwerb Äthiopiens und die Sabäer, Männer von hohem Wuchse, werden zu dir übergehen und dir gehören; sie werden dir nachfolgen, in Fesseln werden sie zu dir übergehen; und sie werden sich vor dir niederwerfen, werden zu dir flehen: Fürwahr, Gott ist in dir; und sonst ist kein, gar kein Gott! -
Τωοντι συ εισαι Θεος κρυπτομενος, Θεε του Ισραηλ, ο Σωτηρ.
Wahrlich, du bist ein Gott, der sich verborgen hält, du Gott Israels, du Heiland! -
Παντες ουτοι θελουσιν αισχυνθη και εντραπη οι εργαται των ειδωλων θελουσι φυγει εν καταισχυνη παντες ομου.
Sie alle werden beschämt und auch zu Schanden, sie gehen insgesamt mit Schande dahin, die Götzenmacher.
Ο δε Ισραηλ θελει σωθη δια του Κυριου σωτηριαν αιωνιον δεν θελετε αισχυνθη ουδε εντραπη αιωνιως.
Israel wird gerettet durch Jehova mit ewiger Rettung; ihr werdet nicht beschämt und nicht zu Schanden werden in alle Ewigkeiten.
Διοτι ουτω λεγει Κυριος, ο ποιησας τους ουρανους αυτος ο Θεος, ο πλασας την γην και ποιησας αυτην οστις αυτος εστερεωσεν αυτην, εκτισεν αυτην ουχι ματαιως αλλ επλασεν αυτην δια να κατοικηται Εγω ειμαι ο Κυριος και δεν υπαρχει αλλος.
Denn so spricht Jehova, der die Himmel geschaffen (er ist Gott), der die Erde gebildet und sie gemacht hat (er hat sie bereitet); nicht als eine Öde hat er sie geschaffen; um bewohnt zu werden, hat er sie gebildet): Ich bin Jehova, und sonst ist keiner!
Δεν ελαλησα εν κρυπτω ουδε εν σκοτεινω τοπω της γης δεν ειπα προς το σπερμα του Ιακωβ, Ζητησατε με ματαιως εγω ειμαι ο Κυριος, ο λαλων δικαιοσυνην, ο αναγγελλων ευθυτητα.
Nicht im verborgenen habe ich geredet, an einem Orte des Landes der Finsternis; ich sprach nicht zu dem Samen Jakobs: Suchet mich vergeblich. Ich bin Jehova, der Gerechtigkeit redet, Aufrichtiges verkündet.
Συναχθητε και ελθετε πλησιασατε ομου, οι σεσωσμενοι των εθνων δεν εχουσι νοησιν, οσοι σηκονουσι το γλυπτον ξυλον αυτων και προσευχονται εις θεον μη δυναμενον να σωση.
Versammelt euch und kommet, nähert euch insgesamt, ihr Entronnenen der Nationen! Es haben keine Erkenntnis, die das Holz ihres geschnitzten Bildes tragen und zu einem Gott flehen, der nicht retten kann.
Απαγγειλατε και φερετε αυτους πλησιον μαλιστα, ας συμβουλευθωσιν ομου τις ανηγγειλε τουτο απ αρχης; τις εφανερωσε τουτο εξ εκεινου του καιρου; ουχι εγω ο Κυριος; και δεν υπαρχει εκτος εμου αλλος Θεος Θεος δικαιος και Σωτηρ δεν υπαρχει εκτος εμου.
Tut kund und bringet herbei; ja, beraten mögen sie sich miteinander! Wer hat dieses von alters her hören lassen, vorlängst es verkündet? Nicht ich, Jehova? und es ist sonst kein Gott außer mir; ein gerechter und rettender Gott ist keiner außer mir!
Εις εμε βλεψατε και σωθητε, παντα τα περατα της γης διοτι εγω ειμαι ο Θεος και δεν υπαρχει αλλος.
Wendet euch zu mir und werdet gerettet, alle ihr Enden der Erde! denn ich bin Gott, und keiner sonst.
Ωμοσα εις εμαυτον ο λογος εξηλθεν εκ του στοματος μου εν δικαιοσυνη και δεν θελει επιστραφη, Οτι παν γονυ θελει καμψει εις εμε, πασα γλωσσα θελει ομνυει εις εμε.
Ich habe bei mir selbst geschworen, aus meinem Munde ist ein Wort in Gerechtigkeit hervorgegangen, und es wird nicht rückgängig werden, daß jedes Knie sich vor mir beugen, jede Zunge mir schwören wird.
Βεβαιως θελουσιν ειπει περι εμου, Εν τω Κυριω ειναι η δικαιοσυνη και η δυναμις εις αυτον θελουσι προσελθει και θελουσι καταισχυνθη παντες οι οργιζομενοι εναντιον αυτου.
Nur in Jehova, wird man von mir sagen, ist Gerechtigkeit und Stärke. Zu ihm wird man kommen, und es werden beschämt werden alle, die wider ihn entbrannt waren.
Εν τω Κυριω θελει δικαιωθη απαν το σπερμα του Ισραηλ.
In Jehova wird gerechtfertigt werden und sich rühmen aller Same Israels.