Psalms 14

Εις τον πρωτον μουσικον. Ψαλμος του Δαβιδ. Ειπεν ο αφρων εν τη καρδια αυτου, δεν υπαρχει Θεος. Διεφθαρησαν εγειναν βδελυροι εις τα εργα δεν υπαρχει πραττων αγαθον.
La sensaĝulo diris en sia koro: Dio ne ekzistas. Ili sentaŭgiĝis, ili abomeniĝis pro siaj faroj; Ekzistas neniu, kiu faras bonon.
Ο Κυριος διεκυψεν εξ ουρανου επι τους υιους των ανθρωπων δια να ιδη εαν ηναι τις εχων συνεσιν, εκζητων τον Θεον.
La Eternulo el la ĉielo ekrigardis la homidojn, Por vidi, ĉu ekzistas prudentulo, kiu serĉas Dion.
Παντες εξεκλιναν, ομου εξηχρειωθησαν δεν υπαρχει πραττων αγαθον δεν υπαρχει ουδε εις.
Ĉiuj devojiĝis, ĉiuj malvirtiĝis; Ekzistas neniu, faranta bonon, ne ekzistas eĉ unu.
Δεν εχουσι γνωσιν παντες οι εργαζομενοι την ανομιαν, οι κατατρωγοντες τον λαον μου ως βρωσιν αρτου; τον Κυριον δεν επεκαλεσθησαν.
Ĉu ne prudentiĝos ĉiuj, kiuj faras malbonon, Kiuj manĝas mian popolon, kiel oni manĝas panon, Kaj kiuj ne vokas al la Eternulo?
Εκει εφοβηθησαν φοβον διοτι ο Θεος ειναι εν τη γενεα των δικαιων.
Tie ili forte ektimis, Ĉar Dio estas en la generacio de la justuloj.
Κατησχυνατε την βουλην του πτωχου, διοτι ο Κυριος ειναι η καταφυγη αυτου.
Vi malhonoris la konsilon de malriĉulo, Sed la Eternulo estas lia rifuĝejo.
Τις θελει δωσει εκ Σιων την σωτηριαν του Ισραηλ; οταν ο Κυριος επιστρεψη τον λαον αυτου απο της αιχμαλωσιας, θελει αγαλλεσθαι ο Ιακωβ, θελει ευφραινεσθαι ο Ισραηλ.
Ho, ke venu el Cion savo al Izrael! Kiam la Eternulo revenigos Sian forkaptitan popolon, Tiam triumfos Jakob kaj ĝojos Izrael.