Isaiah 41

Σιωπατε ενωπιον μου, νησοι οι λαοι ας ανανεωσωσι δυναμιν και ας πλησιασωσι και τοτε ας λαλησωσιν ας προσελθωμεν ομου εις κρισιν.
Silentu antaŭ Mi, ho insuloj, kaj la popoloj refortiĝu; ili alproksimiĝu kaj parolu; ni kune iru al juĝo.
Τις ηγειρε τον δικαιον απο της ανατολης, προσεκαλεσεν αυτον κατα ποδας αυτου, παρεδωκεν εις αυτον τα εθνη και κατεστησεν αυτον κυριον επι τους βασιλεις; τις παρεδωκεν αυτους εις την μαχαιραν αυτου ως χωμα, και εις το τοξον αυτου ως αχυρον ωθουμενον απο ανεμου;
Kiu vekis el la oriento la justulon, vokis lin, ke li iru? Li transdonis al li naciojn kaj detronigis reĝojn, transdonis kiel polvon al lia glavo, kiel disflugantajn pajlerojn al lia pafarko.
Κατεδιωξεν αυτους και διηλθεν ασφαλως δια της οδου, την οποιαν δεν ειχε περιπατησει με τους ποδας αυτου.
Li persekutas ilin, transiras en paco la vojon, sur kiu liaj piedoj ne haltas.
Τις ενηργησε και εκαμε τουτο, καλων τας γενεας απ αρχης; Εγω ο Κυριος, ο πρωτος και ο μετα των εσχατων εγω αυτος.
Kiu tion faris kaj estigis? kiu vokis la generaciojn de la komenco? Mi, la Eternulo, la unua, kaj kun la lastaj Mi estas la sama.
Αι νησοι ειδον και εφοβηθησαν τα περατα της γης ετρομαξαν, επλησιασαν και ηλθον.
Vidis tion la insuloj kaj ektimis; la finoj de la tero ektremis; ili alproksimiĝis kaj alvenis.
Εβοηθησαν εκαστος τον πλησιον αυτου και ειπε προς τον αδελφον αυτου, Ισχυε.
Ĉiu helpas sian proksimulon, kaj diras al sia frato: Estu kuraĝa!
Και ο ξυλουργος ενισχυε τον χρυσοχοον και ο λεπτυνων με την σφυραν, τον σφυροκοπουντα επι τον ακμονα, λεγων, Καλον ειναι δια την συγκολλησιν και στερεονει αυτο με καρφια, δια να μη κινηται.
Kaj la skulptisto kuraĝigas la fandiston, la ladfaristo la forĝiston, kaj li diras: La kuniĝo estas bona; kaj li fortikigas tion per najloj, ke ĝi ne ŝanceliĝu.
Αλλα συ, Ισραηλ, δουλε μου, Ιακωβ, εκλεκτε μου, το σπερμα Αβρααμ του αγαπητου μου,
Sed vi, ho Mia servanto Izrael, ho Jakob, kiun Mi elektis, ho idaro de Abraham, Mia amato,
συ, τον οποιον ελαβον εκ των ακρων της γης και σε εκαλεσα εκ των εσχατων αυτης και σοι ειπα, Συ εισαι ο δουλος μου εγω σε εξελεξα και δεν θελω σε απορριψει
vi, kiun Mi prenis de la finoj de la tero kaj vokis de ĝiaj randoj, kaj al kiu Mi diris: Vi estas Mia servanto, Mi vin elektis kaj ne forpuŝis —
μη φοβου διοτι εγω ειμαι μετα σου μη τρομαζε διοτι εγω ειμαι ο Θεος σου σε ενισχυσα μαλιστα σε εβοηθησα μαλιστα σε υπερησπισθην δια της δεξιας της δικαιοσυνης μου.
ne timu, ĉar Mi estas kun vi; ne maltrankviliĝu, ĉar Mi estas via Dio; Mi vin fortigos, Mi vin helpos, Mi vin subtenos per Mia justa dekstra mano.
Ιδου, παντες οι ωργισμενοι κατα σου θελουσι καταισχυνθη και εντραπη θελουσιν εισθαι ως μηδεν και οι αντιδικοι σου θελουσιν αφανισθη.
Jen hontiĝos kaj malhonoriĝos ĉiuj, kiuj koleras kontraŭ vi; viaj kontraŭuloj fariĝos neniaĵo kaj pereos.
Θελεις ζητησει αυτους και δεν θελεις ευρει αυτους, τους εναντιουμενους εις σε οι πολεμουντες κατα σου θελουσι γεινει μηδεν και ως εξουθενημα.
Vi serĉos ilin, sed vi ilin ne trovos, la homojn, kiuj kverelas kontraŭ vi; la homoj, kiuj batalas kontraŭ vi, fariĝos neniaĵo kaj neekzistaĵo.
Διοτι εγω Κυριος ο Θεος σου ειμαι ο κρατων την δεξιαν σου, λεγων προς σε, Μη φοβου εγω θελω σε βοηθησει.
Ĉar Mi, la Eternulo, via Dio, fortigas vian dekstran manon, dirante al vi: Ne timu, Mi vin helpos.
Μη φοβου, σκωληξ Ιακωβ, θνητοι του Ισραηλ εγω θελω σε βοηθει, λεγει ο Κυριος και λυτρωτης σου ειναι ο Αγιος του Ισραηλ.
Ne timu, vermo Jakob, malmultulo Izrael! Mi vin helpos, diras la Eternulo; kaj via Liberiganto estas la Sanktulo de Izrael.
Ιδου, εγω θελω σε καμει νεον κοπτερον αλωνιστηριον οργανον οδοντωτον θελεις αλωνισει τα ορη και λεπτυνει αυτα, και θελεις καμει τους λοφους ως λεπτον αχυρον.
Jen Mi faros vin draŝilo akra, nova, dentohava; vi draŝos montojn kaj disfrotos, kaj montetojn vi faros kiel grenventumaĵo.
Θελεις ανεμισει αυτα και ο ανεμος θελει σηκωσει αυτα και ο ανεμοστροβιλος θελει διασκορπισει αυτα συ δε θελεις ευφρανθη εις τον Κυριον και θελεις δοξασθη εν τω Αγιω του Ισραηλ.
Vi disĵetos ilin, kaj la vento ilin disportos, kaj la ventego ilin disblovos; sed vi ĝojos en la Eternulo, vi havos gloron en la Sanktulo de Izrael.
Οταν οι πτωχοι και ενδεεις ζητησωσιν υδωρ και δεν υπαρχη, η γλωσσα δε αυτων ξηραινηται υπο διψης, εγω ο Κυριος θελω εισακουσει αυτους, ο Θεος του Ισραηλ δεν θελω εγκαταλειψει αυτους.
La malriĉuloj kaj senhavuloj serĉas akvon, sed ĝi ne troviĝas; ilia lango sekiĝas de soifo. Mi, la Eternulo, aŭskultos ilin; Mi, la Dio de Izrael, ne forlasos ilin.
Θελω ανοιξει ποταμους εν υψηλοις τοποις και πηγας εν μεσω των κοιλαδων θελω καμει την ερημον λιμνας υδατων και την ξηραν γην πηγας υδατων.
Sur nudaj montetoj Mi malfermos riverojn kaj meze de valoj fontojn, dezerton Mi faros lago da akvo kaj sensukan teron fontoj de akvo.
Εν τη ερημω θελω εμφυτευσει την κεδρον, το δενδρον της σιττης και τον μυρτον και την ελαιαν εν τη ακατοικητω γη θελω βαλει την ελατον, την πευκην και τον πυξον ομου
En dezerto Mi aperigos cedron, akacion, mirton, kaj olivarbon; Mi starigos en stepo cipreson, abion, kaj bukson kune;
δια να ιδωσι και να γνωρισωσι και να στοχασθωσι και να εννοησωσιν ομου, οτι η χειρ του Κυριου εκαμε τουτο και ο Αγιος του Ισραηλ εδημιουργησεν αυτο.
por ke ĉiuj vidu kaj eksciu kaj rimarku kaj komprenu, ke la mano de la Eternulo tion faris kaj la Sanktulo de Izrael tion kreis.
Παραστησατε την δικην σας, λεγει Κυριος προφερετε τα ισχυρα σας επιχειρηματα, λεγει ο βασιλευς του Ιακωβ.
Prezentu vian juĝaferon, diras la Eternulo; antaŭmetu viajn argumentojn, diras la Reĝo de Jakob.
Ας πλησιασωσι και ας δειξωσιν εις ημας τι θελει συμβη ας αναγγειλωσι τα προτερα, τι ησαν, δια να στοχασθωμεν αυτα και να γνωρισωμεν τα εσχατα αυτων η ας αναγγειλωσι προς ημας τα μελλοντα.
Ili alvenu, kaj diru al ni, kio fariĝos; diru al ni, kion signifas tio, kio estis en la komenco, tiam ni pripensos kaj ekscios la finon; aŭ sciigu al ni tion, kio estos.
Αναγγειλατε τα συμβησομενα εις το μετεπειτα, δια να γνωρισωμεν οτι εισθε θεοι καμετε ετι καλον η καμετε κακον, δια να θαυμασωμεν και να ιδωμεν ομου.
Diru al ni tion, kio venos poste, por ke ni eksciu, ke vi estas dioj; ĉu vi faros bonon, ĉu malbonon, ni miros kaj vidos kune.
Ιδου, σεις εισθε ολιγωτερον παρα το μηδεν, και το εργον σας χειροτερον παρα το μηδεν οστις σας εκλεγει, ειναι βδελυγμα.
Sed jen vi estas neniaĵo, kaj via agado estas neniaĵo; abomenindaĵon oni elektas en vi.
Ηγειρα ενα εκ βορρα και θελει ελθει απ ανατολων ηλιου θελει επικαλεισθαι το ονομα μου και θελει πατησει επι τους ηγεμονας ως επι πηλον και ως ο κεραμευς καταπατει τον αργιλον.
Iun Mi vekis el nordo, kaj li venis; de la leviĝejo de la suno li proklamas Mian nomon; li paŝas sur potenculoj kiel sur koto, kaj kiel potfaristo piedpremas argilon.
Τις ανηγγειλε ταυτα απ αρχης, δια να γνωρισωμεν; και προ του καιρου, δια να ειπωμεν, αυτος ειναι ο δικαιος; Αλλ ουδεις ο αναγγελλων αλλ ουδεις ο διακηρυττων αλλ ουδεις ο ακουων τους λογους σας.
Kiu tion diris antaŭe, por ke ni sciu? kaj antaŭlonge, por ke ni diru: Li estas prava? Sed neniu diris, kaj neniu sciigis, kaj neniu aŭdis viajn vortojn.
Εγω ο πρωτος θελω ειπει προς την Σιων, Ιδου, ιδου, ταυτα και θελω δωσει εις την Ιερουσαλημ τον ευαγγελιζομενον.
Mi la unua diris al Cion: Jen ili estas; kaj al Jerusalem Mi donis sciiganton.
Διοτι εθεωρησα και δεν ητο ουδεις, ναι, μεταξυ αυτων, αλλα δεν υπηρχε συμβουλος δυναμενος να αποκριθη λογον, οτε ηρωτησα αυτους.
Mi rigardis, kaj neniu estis; inter ili estis neniu konsilanto, ke Mi povu demandi kaj ili respondu.
Ιδου, παντες ειναι ματαιοτης, τα εργα αυτων μηδεν τα χωνευτα αυτων ανεμος και ματαιοτης.
Jen ili ĉiuj estas vantaĵo, neniaĵo estas ilia faro, vento kaj senenhavaĵo estas iliaj fanditaj idoloj.