I Chronicles 20

Εν δε τω ακολουθω ετει, καθ ον καιρον εκστρατευουσιν οι βασιλεις, ο Ιωαβ εξεκινησε πασαν την δυναμιν του στρατευματος και εφθειρε την γην των υιων Αμμων, και ελθων επολιορκησε την Ραββα ο δε Δαβιδ εμεινεν εν Ιερουσαλημ. Και επαταξεν ο Ιωαβ την Ραββα και κατεστρεψεν αυτην.
Het geschiedde nu ten tijde van de wederkomst des jaars, ten tijde als de koningen uittrokken, zo voerde Joab de heirkracht, en hij verdierf het land der kinderen Ammons; en hij kwam, en belegerde Rabba; maar David bleef te Jeruzalem. En Joab sloeg Rabba, en verwoestte ze.
Και ελαβεν ο Δαβιδ τον στεφανον του βασιλεως αυτων απο της κεφαλης αυτου και ευρεθη το βαρος αυτου εν ταλαντον χρυσιου και ησαν επ αυτου λιθοι πολυτιμοι και ετεθη επι την κεφαλης του Δαβιδ και λαφυρα της πολεως εξεφερε πολλα σφοδρα.
En David nam de kroon huns konings van zijn hoofd, en hij bevond haar in gewicht een talent gouds, en daar was edelgesteente aan; en zij werd op Davids hoofd gezet, en hij voerde zeer veel roofs uit de stad.
Και τον λαον τον εν αυτη εξηγαγε, και εκοψεν αυτους με πριονας και με τριβολους σιδηρους και με πελεκεις. Και ουτως εκαμεν ο Δαβιδ εις πασας τας πολεις των υιων Αμμων. Τοτε επεστρεψεν ο Δαβιδ και πας ο λαος εις Ιερουσαλημ.
Hij voerde ook al het volk uit, dat daarin was, en hij zaagde ze met de zaag, en met ijzeren dorswagens, en met bijlen; en alzo deed David aan al de steden der kinderen Ammons. Toen keerde David wederom met al het volk naar Jeruzalem.
Μετα δε ταυτα συνεκροτηθη πολεμος εν Γεζερ μετα των Φιλισταιων τοτε επαταξεν ο Σιββεχαι ο Χουσαθιτης τον Σιφφαι, εκ των τεκνων του Ραφα και κατετροπωθησαν.
En het geschiedde daarna, als de krijg met de Filistijnen te Gezer opstond, toen sloeg Sibchai, de Husathiet, Sippai, die van de kinderen van Rafa was; en zij werden ten ondergebracht.
Και παλιν εγεινε πολεμος μετα των Φιλισταιων και επαταξεν ο Ελχαναν ο υιος του Ιαειρ τον Λααμει, αδελφον του Γολιαθ του Γετθαιου, και το ξυλον της λογχης αυτου ητο ως αντιον υφαντου.
Daarna was er nog een krijg tegen de Filistijnen, en Elhanan, de zoon van Jaïr, versloeg Lachmi, den broeder van Goliath, den Gethiet, wiens spieshout was als een weversboom.
Και παλιν εγεινε πολεμος εν Γαθ, οπου ητο ανηρ υπερμεγεθης, και οι δακτυλοι αυτου ησαν εξ και εξ, εικοσιτεσσαρες, και ουτος ετι ητο εκ της γενεας του Ραφα.
Daarna was er nog een krijg te Gath; en daar was een zeer lang man, en zijn vingeren waren zes en zes, vier en twintig, en hij was ook van Rafa geboren;
Και ωνειδισε τον Ισραηλ, και Ιωναθαν ο υιος του Σαμαα, αδελφου του Δαβιδ, επαταξεν αυτον.
En hij hoonde Israël, maar Jonathan, de zoon van Simea, den broeder van David, versloeg hem.
Ουτοι εγεννηθησαν εις τον Ραφα εν Γαθ και επεσον δια χειρος του Δαβιδ και δια χειρος των δουλων αυτου.
Dezen waren van Rafa geboren te Gath; en zij vielen door de hand van David, en door de hand zijner knechten.