Psalms 56

Εις τον πρωτον μουσικον, επι Ιωναθ−ελεμ−ρεχοκιμ, Μικταμ του Δαβιδ, οποτε εκρατησαν αυτον οι Φιλισταιοι εν Γαθ. Ελεησον με, ω Θεε, διοτι ανθρωπος χασκει να με καταπιη ολην την ημεραν πολεμων με καταθλιβει.
(Til sangmesteren. Al-jonat-elem-rehokim. Af David. En miktam, da filisterne greb ham i Gat.) Vær mig nådig Gud, thi Mennesker vil mig til livs, jeg trænges stadig af Stridsmænd;
Οι εχθροι μου χασκουσιν ολην την ημεραν να με καταπιωσι διοτι πολλοι ειναι, Υψιστε, οι πολεμουντες με.
mine Fjender vil mig stadig til Livs, thi mange strider bittert imod mig!
Καθ ην ημεραν φοβηθω, επι σε θελω ελπιζει
Når jeg gribes af Frygt, vil jeg stole på dig,
εν τω Θεω θελω αινεσει τον λογον αυτου επι τον Θεον ηλπισα δεν θελω φοβηθη τι να μοι καμη σαρξ;
og med Guds Hjælp skal jeg prise hans Ord. Jeg stoler på Gud, jeg frygter ikke, hvad kan Kød vel gøre mig?
Καθ εκαστην μεταπλαττουσι τα λογια μου παντες οι διαλογισμοι αυτων ειναι κατ εμου εις κακον.
De oplægger stadig Råd imod mig, alle deres Tanker går ud på ondt.
Συναγονται, κρυπτονται, παραφυλαττουσι τα βηματα μου, πως να πιασωσι την ψυχην μου.
De flokker sig sammen, ligger på Lur, jeg har dem lige i Hælene, de står mig jo efter Livet.
Θελουσι λυτρωθη δια της ανομιας; Θεε, εν τη οργη σου κατακρημνισον τους λαους.
Gengæld du dem det onde, stød Folkene ned i Vrede, o Gud!
Συ αριθμεις τας αποπλανησεις μου θες τα δακρυα μου εις την φιαλην σου δεν ειναι ταυτα εν τω βιβλιω σου;
Selv har du talt mine Suk, i din Lædersæk har du gemt mine Tårer; de står jo i din Bog.
Τοτε θελουσιν επιστρεψει οι εχθροι μου εις τα οπισω, καθ ην ημεραν σε επικαλεσθω εξευρω τουτο, διοτι ο Θεος ειναι υπερ εμου.
Da skal Fjenderne vige, den Dag jeg kalder; så meget ved jeg, at Gud er med mig.
Εν τω Θεω θελω αινεσει τον λογον αυτου εν τω Κυριω θελω αινεσει τον λογον αυτου.
Med Guds Hjælp skal jeg prise hans Ord, med HERRENs Hjælp skal jeg prise hans Ord.
Επι τον Θεον ελπιζω δεν θελω φοβηθη τι να μοι καμη ανθρωπος;
Jeg stoler på Gud, jeg frygter ikke, hvad kan et Menneske gøre mig?
Επανω μου, Θεε, ειναι αι προς σε ευχαι μου θελω σοι αποδιδει δοξολογιας.
Jeg har Løfter til dig at indfri, o Gud, med Takofre vil jeg betale dig.
Διοτι ελυτρωσας την ψυχην μου εκ θανατου, ουχι και τους ποδας μου εξ ολισθηματος, δια να περιπατω ενωπιον του Θεου εν τω φωτι των ζωντων;
Thi fra Døden frier du min Sjæl, ja min Fod fra Fald, at jeg kan vandre for Guds Åsyn i Livets Lys.