Matthew 6

Προσεχετε να μη καμνητε την ελεημοσυνην σας εμπροσθεν των ανθρωπων δια να βλεπησθε υπ αυτων ει δε μη, δεν εχετε μισθον πλησιον του Πατρος σας του εν τοις ουρανοις.
Vogter eder at i ikke øve eders Retfærdighed for Menneskene for at beskues af dem; ellers have I ikke Løn hos eders Fader, som er Himlene.
Οταν λοιπον καμνης ελεημοσυνην, μη σαλπισης εμπροσθεν σου, καθως καμνουσιν οι υποκριται εν ταις συναγωγαις και εν ταις οδοις, δια να δοξασθωσιν υπο των ανθρωπων αληθως σας λεγω, εχουσιν ηδη τον μισθον αυτων.
Derfor, når du giver Almisse, må du ikke lade blæse i Basun foran dig, som Hyklerne gøre i Synagogerne og på Gaderne, for at de kunne blive ærede af Menneskene; sandelig, siger jeg eder, de have allerede fået deres Løn.
Οταν δε συ καμνης ελεημοσυνην, ας μη γνωριση η αριστερα σου τι καμνει η δεξια σου,
Men når du giver Almisse, da lad din venstre Hånd ikke vide, hvad din højre gør,
δια να ηναι η ελεημοσυνη σου εν τω κρυπτω, και ο Πατηρ σου ο βλεπων εν τω κρυπτω αυτος θελει σοι ανταποδωσει εν τω φανερω.
for at din Almisse kan være i Løndom, og din Fader, som ser i Løndom, skal betale dig.
Και οταν προσευχησαι, μη εσο ως οι υποκριται, διοτι αγαπωσι να προσευχωνται ισταμενοι εν ταις συναγωγαις και εν ταις γωνιαις των πλατειων, δια να φανωσιν εις τους ανθρωπους αληθως σας λεγω οτι εχουσιν ηδη τον μισθον αυτων.
Og når I bede, skulle I ikke være som Hyklerne; thi de stå gerne i Synagogerne og på Gadehjørnerne og bede, for at de kunne vise sig for Menneskene; sandelig, siger jeg eder, de have allerede fået deres Løn.
Συ ομως, οταν προσευχησαι, εισελθε εις το ταμειον σου, και κλεισας την θυραν σου προσευχηθητι εις τον Πατερα σου τον εν τω κρυπτω, και ο Πατηρ σου ο βλεπων εν τω κρυπτω θελει σοι ανταποδωσει εν τω φανερω.
Men du, når du beder, da gå ind i dit Kammer, og luk din Dør, og bed til din Fader, som er i Løndom, og din Fader, som ser i Løndom, skal betale dig.
Οταν δε προσευχησθε, μη βαττολογησητε ως οι εθνικοι διοτι νομιζουσιν οτι με την πολυλογιαν αυτων θελουσιν εισακουσθη.
Men når I bede, må I ikke bruge overflødige Ord som Hedningerne; thi de mene, at de skulle blive bønhørte for deres mange Ord.
Μη ομοιωθητε λοιπον με αυτους διοτι εξευρει ο Πατηρ σας τινων εχετε χρειαν, πριν σεις ζητησητε παρ αυτου.
Ligner derfor ikke dem; thi eders Fader ved, hvad I trænge til, førend I bede ham,
Ουτω λοιπον προσευχεσθε σεις Πατερ ημων ο εν τοις ουρανοις αγιασθητω το ονομα σου
Derfor skulle I bede således: Vor Fader, du, som er i Himlene! Helliget vorde dit Navn;
ελθετω η βασιλεια σου γενηθητω το θελημα σου, ως εν ουρανω, και επι της γης
komme dit Rige; ske din Villie, som i Himmelen således også på Jorden;
τον αρτον ημων τον επιουσιον δος εις ημας σημερον
giv os i dag vort daglige Brød:
και συγχωρησον εις ημας τας αμαρτιας ημων, καθως και ημεις συγχωρουμεν εις τους αμαρτανοντας εις ημας
og forlad os vor Skyld, som også vi forlade vore Skyldnere;
και μη φερης ημας εις πειρασμον, αλλα ελευθερωσον ημας απο του πονηρου. Διοτι σου ειναι η βασιλεια και η δυναμις και η δοξα εις τους αιωνας αμην.
og led os ikke i Fristelse; men fri os fra det onde; (thi dit er Riget og Magten og Æren i Evighed! Amen.)
Διοτι εαν συγχωρησητε εις τους ανθρωπους τα πταισματα αυτων, θελει συγχωρησει και εις εσας ο Πατηρ σας ο ουρανιος
Thi forlade I Menneskene deres Overtrædelser, vil eders himmelske Fader også forlade eder;
εαν ομως δεν συγχωρησητε εις τους ανθρωπους τα πταισματα αυτων, ουδε ο Πατηρ σας θελει συγχωρησει τα πταισματα σας.
men forlade I ikke Menneskene deres Overtrædelser, vil eders Fader ikke heller forlade eders Overtrædelser.
Και οταν νηστευητε, μη γινεσθε ως οι υποκριται σκυθρωποι διοτι αφανιζουσι τα προσωπα αυτων, δια να φανωσιν εις τους ανθρωπους οτι νηστευουσιν αληθως σας λεγω, οτι εχουσιν ηδη τον μισθον αυτων.
Og når I faste, da ser ikke bedrøvede ud som Hyklerne; thi de gøre deres Ansigter ukendelige, for at de kunne vise sig for Menneskene som fastende; sandelig, siger jeg eder, de have allerede fået deres Løn.
Συ ομως οταν νηστευης, αλειψον την κεφαλην σου και νιψον το προσωπον σου,
Men du, når du faster, da salv dit Hoved, og to dit Ansigt,
δια να μη φανης εις τους ανθρωπους οτι νηστευεις, αλλ εις τον Πατερα σου τον εν τω κρυπτω, και ο Πατηρ σου ο βλεπων εν τω κρυπτω θελει σοι ανταποδωσει εν τω φανερω.
for at du ikke skal vise dig for Menneskene som fastende, men for din Fader, som er i Løndom; og din Fader, som ser i Løndom, skal betale dig.
Μη θησαυριζετε εις εαυτους θησαυρους επι της γης, οπου σκωληξ και σκωρια αφανιζει και οπου κλεπται διατρυπουσι και κλεπτουσιν.
Samler eder ikke Skatte på Jorden, hvor Møl og Rust fortære, og hvor Tyve bryde ind og stjæle;
Αλλα θησαυριζετε εις εαυτους θησαυρους εν ουρανω, οπου ουτε σκωληξ ουτε σκωρια αφανιζει και οπου κλεπται δεν διατρυπουσιν ουδε κλεπτουσιν
men samler eder Skatte i Himmelen, hvor hverken Møl eller Rust fortære, og hvor Tyve ikke bryde ind og stjæle.
επειδη οπου ειναι ο θησαυρος σας, εκει θελει εισθαι και η καρδια σας.
Thi hvor din Skat er, der vil også dit Hjerte være.
Ο λυχνος του σωματος ειναι ο οφθαλμος εαν λοιπον ο οφθαλμος σου ηναι καθαρος, ολον το σωμα σου θελει εισθαι φωτεινον
Øjet er Legemets Lys; derfor, dersom dit Øje er sundt, bliver hele dit Legeme lyst;
εαν ομως ο οφθαλμος σου ηναι πονηρος, ολον το σωμα σου θελει εισθαι σκοτεινον. Εαν λοιπον το φως το εν σοι ηναι σκοτος, το σκοτος ποσον;
men dersom dit Øje er dårligt, bliver hele dit Legeme mørkt. Dersom nu det Lys, der er i dig, er Mørke, hvor stort bliver da ikke Mørket!
Ουδεις δυναται δυο κυριους να δουλευη διοτι η τον ενα θελει μισησει και τον αλλον θελει αγαπησει, η εις τον ενα θελει προσκολληθη και τον αλλον θελει καταφρονησει. Δεν δυνασθε να δουλευητε Θεον και μαμμωνα.
Ingen kan tjene to Herrer; thi han må enten hade den ene og elske den anden eller holde sig til den ene og ringeagte den anden. I kunne ikke tjene Gud og Mammon.
Δια τουτο σας λεγω, μη μεριμνατε περι της ζωης σας τι να φαγητε και τι να πιητε, μηδε περι του σωματος σας τι να ενδυθητε δεν ειναι η ζωη τιμιωτερον της τροφης και το σωμα του ενδυματος;
Derfor siger jeg eder: Bekymrer eder ikke for eders Liv, hvad I skulle spise, eller hvad I skulle drikke; ikke heller for eders Legeme, hvad I skulle iføre eder. Er ikke Livet mere end Maden, og Legemet mere end Klæderne?
Εμβλεψατε εις τα πετεινα του ουρανου, οτι δεν σπειρουσιν ουδε θεριζουσιν ουδε συναγουσιν εις αποθηκας, και ο Πατηρ σας ο ουρανιος τρεφει αυτα σεις δεν εισθε πολυ ανωτεροι αυτων;
Ser på Himmelens Fugle; de så ikke og høste ikke og sanke ikke i Lader, og eders himmelske Fader føder dem; ere I ikke meget mere værd end de?
Αλλα τις απο σας μεριμνων δυναται να προσθεση μιαν πηχην εις το αναστημα αυτου;
Og hvem af eder kan ved at bekymre sig lægge een Alen til sin Vækst?
Και περι ενδυματος τι μεριμνατε; Παρατηρησατε τα κρινα του αγρου πως αυξανουσι δεν κοπιαζουσιν ουδε κλωθουσι.
Og hvorfor bekymre I eder for Klæder? Betragter Lillierne på Marken, hvorledes de vokse; de arbejde ikke og spinde ikke;
Σας λεγω ομως οτι ουδε ο Σολομων εν παση τη δοξη αυτου ενεδυθη ως εν τουτων.
men jeg siger eder, at end ikke Salomon i al sin Herlighed var klædt som en af dem.
Αλλ εαν τον χορτον του αγρου, οστις σημερον υπαρχει και αυριον ριπτεται εις κλιβανον, ο Θεος ενδυη ουτω, δεν θελει ενδυσει πολλω μαλλον εσας, ολιγοπιστοι;
Klæder da Gud således det Græs på Marken, som står i dag og i Morgen kastes i Ovnen, skulde han da ikke meget mere klæde eder, I lidettroende?
Μη μεριμνησητε λοιπον λεγοντες, Τι να φαγωμεν η τι να πιωμεν η τι να ενδυθωμεν;
Derfor må I ikke bekymre eder og sige: Hvad skulle vi spise? eller: Hvad skulle vi drikke? eller: Hvormed skulle vi klæde os?
Διοτι παντα ταυτα ζητουσιν οι εθνικοι επειδη εξευρει ο Πατηρ σας ο ουρανιος οτι εχετε χρειαν παντων τουτων.
- efter alt dette søge jo Hedningerne -. Thi eders himmelske Fader ved, at I have alle disse Ting nødig.
Αλλα ζητειτε πρωτον την βασιλειαν του Θεου και την δικαιοσυνην αυτου, και ταυτα παντα θελουσι σας προστεθη.
Men søger først Guds Rige og hans Retfærdighed, så skulle alle disse Ting gives eder i Tilgift.
Μη μεριμνησητε λοιπον περι της αυριον διοτι η αυριον θελει μεριμνησει τα εαυτης αρκετον ειναι εις την ημεραν το κακον αυτης.
Bekymrer eder derfor ikke for den Dag i Morgen; thi den Dag i Morgen skal bekymre sig for sig selv. Hver Dag har nok i sin Plage.