Leviticus 9

Και την ογδοην ημεραν ο Μωυσης εκαλεσε τον Ααρων και τους υιους αυτου και τους πρεσβυτερους του Ισραηλ
وَفِي الْيَوْمِ الثَّامِنِ دَعَا مُوسَى هَارُونَ وَبَنِيهِ وَشُيُوخَ إِسْرَائِيلَ.
και ειπε προς τον Ααρων, Λαβε εις σεαυτον μοσχον εκ βοων δια προσφοραν περι αμαρτιας και κριον δια ολοκαυτωμα αμωμα και προσφερε αυτα εμπροσθεν του Κυριου.
وَقَالَ لِهَارُونَ: «خُذْ لَكَ عِجْلاً ابْنَ بَقَرٍ لِذَبِيحَةِ خَطِيَّةٍ، وَكَبْشًا لِمُحْرَقَةٍ صَحِيحَيْنِ، وَقَدِّمْهُمَا أَمَامَ الرَّبِّ.
Και εις τους υιους του Ισραηλ θελεις λαλησει, λεγων, Λαβετε τραγον εξ αιγων δια προσφοραν περι αμαρτιας και μοσχον και αρνιον ενιαυσια, αμωμα, δια ολοκαυτωμα,
وَكَلَّمَ بَنِي إِسْرَائِيلَ قَائِلاً: خُذُوا تَيْسًا مِنَ الْمَعْزِ لِذَبِيحَةِ خَطِيَّةٍ، وَعِجْلاً وَخَرُوفًا حَوْلِيَّيْنِ صَحِيحَيْنِ لِمُحْرَقَةٍ،
και βουν και κριον δια ειρηνικην προσφοραν, εις θυσιαν εμπροσθεν του Κυριου, και προσφοραν εξ αλφιτων εζυμωμενην μετα ελαιου διοτι σημερον θελει εμφανισθη ο Κυριος εις εσας.
وَثَوْرًا وَكَبْشًا لِذَبِيحَةِ سَلاَمَةٍ لِلذَّبْحِ أَمَامَ الرَّبِّ، وَتَقْدِمَةً مَلْتُوتَةً بِزَيْتٍ. لأَنَّ الرَّبَّ الْيَوْمَ يَتَرَاءَى لَكُمْ».
Και εφεραν ο, τι προσεταξεν ο Μωυσης εμπροσθεν της σκηνης του μαρτυριου και επλησιασε πασα η συναγωγη και εσταθη εμπροσθεν του Κυριου.
فَأَخَذُوا مَا أَمَرَ بِهِ مُوسَى إِلَى قُدَّامِ خَيْمَةِ الاجْتِمَاعِ. وَتَقَدَّمَ كُلُّ الْجَمَاعَةِ وَوَقَفُوا أَمَامَ الرَّبِّ.
Και ειπεν ο Μωυσης, Ουτος ειναι ο λογος τον οποιον προσεταξε Κυριος να καμνητε και θελει εμφανισθη εις εσας η δοξα του Κυριου.
فَقَالَ مُوسَى: «هذَا مَا أَمَرَ بِهِ الرَّبُّ. تَعْمَلُونَهُ فَيَتَرَاءَى لَكُمْ مَجْدُ الرَّبِّ».
Και ειπεν ο Μωυσης προς τον Ααρων, Προσελθε εις το θυσιαστηριον και καμε την περι αμαρτιας προσφοραν σου, και το ολοκαυτωμα σου και καμε εξιλεωσιν υπερ σεαυτου και υπερ του λαου και προσφερε το δωρον του λαου και καμε εξιλεωσιν υπερ αυτων, καθως προσεταξεν ο Κυριος.
ثُمَّ قَالَ مُوسَى لِهَارُونَ: «تَقَدَّمْ إِلَى الْمَذْبَحِ وَاعْمَلْ ذَبِيحَةَ خَطِيَّتِكَ وَمُحْرَقَتَكَ، وَكَفِّرْ عَنْ نَفْسِكَ وَعَنِ الشَّعْبِ. وَاعْمَلْ قُرْبَانَ الشَّعْبِ وَكَفِّرْ عَنْهُمْ كَمَا أَمَرَ الرَّبُّ».
Και προσηλθεν ο Ααρων εις το θυσιαστηριον και εσφαξε τον μοσχον της περι αμαρτιας προσφορας, οστις ητο δι αυτον.
فَتَقَدَّمَ هَارُونُ إِلَى الْمَذْبَحِ وَذَبَحَ عِجْلَ الْخَطِيَّةِ الَّذِي لَهُ.
Και οι υιοι του Ααρων εφεραν το αιμα προς αυτον και ενεβαψε τον δακτυλον αυτου εις το αιμα και εβαλεν επι τα κερατα του θυσιαστηριου και εχυσε το αιμα εις την βασιν του θυσιαστηριου.
وَقَدَّمَ بَنُو هَارُونَ إِلَيْهِ الدَّمَ، فَغَمَسَ إِصْبَعَهُ فِي الدَّمِ وَجَعَلَ عَلَى قُرُونِ الْمَذْبَحِ، ثُمَّ صَبَّ الدَّمَ إِلَى أَسْفَلِ الْمَذْبَحِ.
Το στεαρ ομως και τους νεφρους και τον επανω λοβον του ηπατος της περι αμαρτιας προσφορας εκαυσεν επι του θυσιαστηριου, καθως προσεταξεν ο Κυριος εις τον Μωυσην.
وَالشَّحْمَ وَالْكُلْيَتَيْنِ وَزِيَادَةَ الْكَبِدِ مِنْ ذَبِيحَةِ الْخَطِيَّةِ أَوْقَدَهَا عَلَى الْمَذْبَحِ، كَمَا أَمَرَ الرَّبُّ مُوسَى.
Το δε κρεας και το δερμα εκαυσεν εν πυρι εξω του στρατοπεδου.
وَأَمَّا اللَّحْمُ وَالْجِلْدُ فَأَحْرَقَهُمَا بِنَارٍ خَارِجَ الْمَحَلَّةِ.
Και εσφαξε το ολοκαυτωμα και οι υιοι του Ααρων παρεστησαν εις αυτον το αιμα, και ερραντισεν αυτο επι του θυσιαστηριου κυκλω.
ثُمَّ ذَبَحَ الْمُحْرَقَةَ، فَنَاوَلَهُ بَنُو هَارُونَ الدَّمَ، فَرَشَّهُ عَلَى الْمَذْبَحِ مُسْتَدِيرًا.
Και εφεραν προς αυτον το ολοκαυτωμα διαμεμελισμενον και την κεφαλην και εκαυσεν αυτα επι του θυσιαστηριου.
ثُمَّ نَاوَلُوهُ الْمُحْرَقَةَ بِقِطَعِهَا وَالرَّأْسَ، فَأَوْقَدَهَا عَلَى الْمَذْبَحِ.
Και επλυνε τα εντοσθια και τους ποδας και εκαυσεν αυτα επι το ολοκαυτωμα επι του θυσιαστηριου.
وَغَسَّلَ الأَحْشَاءَ وَالأَكَارِعَ وَأَوْقَدَهَا فَوْقَ الْمُحْرَقَةِ عَلَى الْمَذْبَحِ.
Και προσεφερε το δωρον του λαου και ελαβε τον τραγον της περι αμαρτιας προσφορας του λαου και εσφαξεν αυτον, και προσεφερεν αυτον περι αμαρτιας, καθως και το πρωτον.
ثُمَّ قَدَّمَ قُرْبَانَ الشَّعْبِ، وَأَخَذَ تَيْسَ الْخَطِيَّةِ الَّذِي لِلشَّعْبِ وَذَبَحَهُ وَعَمِلَهُ لِلْخَطِيَّةِ كَالأَوَّلِ.
Και προσεφερε το ολοκαυτωμα και εκαμεν αυτο κατα το διατεταγμενον.
ثُمَّ قَدَّمَ الْمُحْرَقَةَ وَعَمِلَهَا كَالْعَادَةِ.
Και προσεφερε την εξ αλφιτων προσφοραν και ενεπλησε την χειρα αυτου απ αυτης και εκαυσεν αυτην επι του θυσιαστηριου, εκτος του πρωινου ολοκαυτωματος.
ثُمَّ قَدَّمَ التَّقْدِمَةَ وَمَلأَ كَفَّهُ مِنْهَا، وَأَوْقَدَهَا عَلَى الْمَذْبَحِ، عَدَا مُحْرَقَةِ الصَّبَاحِ.
Εσφαξεν ετι τον βουν και τον κριον της ειρηνικης θυσιας της υπερ του λαου και οι υιοι του Ααρων παρεστησαν το αιμα προς αυτον, και ερραντισεν αυτο επι του θυσιαστηριου κυκλω,
ثُمَّ ذَبَحَ الثَّوْرَ وَالْكَبْشَ ذَبِيحَةَ السَّلاَمَةِ الَّتِي لِلشَّعْبِ. وَنَاوَلَهُ بَنُو هَارُونَ الدَّمَ فَرَشَّهُ عَلَى الْمَذْبَحِ مُسْتَدِيرًا.
και το στεαρ του βοος και του κριου, την ουραν και το στεαρ το καλυπτον τα εντοσθια και τους νεφρους και τον λοβον του ηπατος
وَالشَّحْمَ مِنَ الثَّوْرِ وَمِنَ الْكَبْشِ: الأَلْيَةَ وَمَا يُغَشِّي، وَالْكُلْيَتَيْنِ وَزِيَادَةَ الْكَبِدِ.
και εθεσαν τα στεατα επι τα στηθη, και εκαυσε τα στεατα επι του θυσιαστηριου
وَوَضَعُوا الشَّحْمَ عَلَى الصَّدْرَيْنِ، فَأَوْقَدَ الشَّحْمَ عَلَى الْمَذْبَحِ.
τα δε στηθη και τον ωμον τον δεξιον εκινησεν ο Ααρων εις προσφοραν κινητην ενωπιον του Κυριου, καθως προσεταξεν ο Μωυσης.
وَأَمَّا الصَّدْرَانِ وَالسَّاقُ الْيُمْنَى فَرَدَّدَهَا هَارُونُ تَرْدِيدًا أَمَامَ الرَّبِّ، كَمَا أَمَرَ مُوسَى.
Και υψωσας ο Ααρων τας χειρας αυτου προς τον λαον, ευλογησεν αυτους και κατεβη, αφου προσεφερε την περι αμαρτιας προσφοραν και το ολοκαυτωμα και τας ειρηνικας προσφορας.
ثُمَّ رَفَعَ هَارُونُ يَدَهُ نَحْوَ الشَّعْبِ وَبَارَكَهُمْ، وَانْحَدَرَ مِنْ عَمَلِ ذَبِيحَةِ الْخَطِيَّةِ وَالْمُحْرَقَةِ وَذَبِيحَةِ السَّلاَمَةِ.
Και εισηλθεν ο Μωυσης και ο Ααρων εις την σκηνην του μαρτυριου και εξελθοντες ευλογησαν τον λαον και εφανη η δοξα του Κυριου εις παντα τον λαον.
وَدَخَلَ مُوسَى وَهَارُونُ إِلَى خَيْمَةِ الاجْتِمَاعِ، ثُمَّ خَرَجَا وَبَارَكَا الشَّعْبَ، فَتَرَاءَى مَجْدُ الرَّبِّ لِكُلِّ الشَّعْبِ
Και εξηλθε πυρ απ εμπροσθεν του Κυριου και κατεφαγεν επι του θυσιαστηριου το ολοκαυτωμα, και τα στεατα ιδων δε πας ο λαος ηλαλαξαν και επεσον κατα προσωπον αυτων.
وَخَرَجَتْ نَارٌ مِنْ عِنْدِ الرَّبِّ وَأَحْرَقَتْ عَلَى الْمَذْبَحِ الْمُحْرَقَةَ وَالشَّحْمَ. فَرَأَى جَمِيعُ الشَّعْبِ وَهَتَفُوا وَسَقَطُوا عَلَى وُجُوهِهِمْ.