Exodus 12

Και ειπε Κυριος προς τον Μωυσην και προς τον Ααρων εν τη γη της Αιγυπτου, λεγων,
وَكَلَّمَ الرَّبُّ مُوسَى وَهَارُونَ فِي أَرْضِ مِصْرَ قَائِلاً:
Ο μην ουτος θελει εισθαι εις εσας αρχη μηνων θελει εισθαι εις εσας πρωτος των μηνων του ενιαυτου.
«هذَا الشَّهْرُ يَكُونُ لَكُمْ رَأْسَ الشُّهُورِ. هُوَ لَكُمْ أَوَّلُ شُهُورِ السَّنَةِ.
Λαλησατε προς πασαν την συναγωγην του Ισραηλ, λεγοντες, Την δεκατην τουτου του μηνος ας λαβωσιν εις εαυτους εκαστος εν αρνιον κατα τους οικους των πατριων αυτων, εν αρνιον δι εκαστον οικον.
كَلِّمَا كُلَّ جَمَاعَةِ إِسْرَائِيلَ قَائِلَيْنِ: فِي الْعَاشِرِ مِنْ هذَا الشَّهْرِ يَأْخُذُونَ لَهُمْ كُلُّ وَاحِدٍ شَاةً بِحَسَبِ بُيُوتِ الآبَاءِ، شَاةً لِلْبَيْتِ.
Εαν ομως ηναι οι εν τω οικω ολιγοστοι δια το αρνιον, αυτος και ο γειτων αυτου ο πλησιεστερος της οικιας αυτου ας λαβωσιν αυτο κατα τον αριθμον των ψυχων εκαστος θελει συναριθμεισθαι δια το αρνιον αναλογως με το αρκετον εις αυτον να φαγη.
وَإِنْ كَانَ الْبَيْتُ صَغِيرًا عَنْ أَنْ يَكُونَ كُفْوًا لِشَاةٍ، يَأْخُذُ هُوَ وَجَارُهُ الْقَرِيبُ مِنْ بَيْتِهِ بِحَسَبِ عَدَدِ النُّفُوسِ. كُلُّ وَاحِدٍ عَلَى حَسَبِ أُكْلِهِ تَحْسِبُونَ لِلشَّاةِ.
Το δε αρνιον σας θελει εισθαι τελειον, αρσενικον ενιαυσιον εκ των προβατων η εκ των αιγων θελετε λαβει αυτο.
تَكُونُ لَكُمْ شَاةً صَحِيحَةً ذَكَرًا ابْنَ سَنَةٍ، تَأْخُذُونَهُ مِنَ الْخِرْفَانِ أَوْ مِنَ الْمَوَاعِزِ.
Και θελετε φυλαττει αυτο μεχρι της δεκατης τεταρτης του αυτου μηνος και τοτε απαν το πληθος της συναγωγης του Ισραηλ θελει σφαξει αυτο προς το εσπερας.
وَيَكُونُ عِنْدَكُمْ تَحْتَ الْحِفْظِ إِلَى الْيَوْمِ الرَّابِعَ عَشَرَ مِنْ هذَا الشَّهْرِ. ثُمَّ يَذْبَحُهُ كُلُّ جُمْهُورِ جَمَاعَةِ إِسْرَائِيلَ فِي الْعَشِيَّةِ.
Και θελουσι λαβει εκ του αιματος και βαλει επι τους δυο παραστατας και επι το ανωφλιον της θυρας των οικιων, οπου θελουσι φαγει αυτο.
وَيَأْخُذُونَ مِنَ الدَّمِ وَيَجْعَلُونَهُ عَلَى الْقَائِمَتَيْنِ وَالْعَتَبَةِ الْعُلْيَا فِي الْبُيُوتِ الَّتِي يَأْكُلُونَهُ فِيهَا.
Και θελουσι φαγει το κρεας την νυκτα εκεινην, οπτον εν πυρι με αζυμα, και με χορτα πικρα θελουσι φαγει αυτο
وَيَأْكُلُونَ اللَّحْمَ تِلْكَ اللَّيْلَةَ مَشْوِيًّا بِالنَّارِ مَعَ فَطِيرٍ. عَلَى أَعْشَابٍ مُرَّةٍ يَأْكُلُونَهُ.
μη φαγητε απ αυτου ωμον, μηδε βραστον εν υδατι, αλλα οπτον εν πυρι την κεφαλην αυτου μετα των ποδων αυτου και μετα των εντοσθιων αυτου
لاَ تَأْكُلُوا مِنْهُ نِيئًا أَوْ طَبِيخًا مَطْبُوخًا بِالْمَاءِ، بَلْ مَشْوِيًّا بِالنَّارِ. رَأْسَهُ مَعَ أَكَارِعِهِ وَجَوْفِهِ.
και μη αφησητε υπολοιπον απ αυτου εως το πρωι ο, τι δε περισσευση απ αυτου εως το πρωι, καυσατε εν πυρι.
وَلاَ تُبْقُوا مِنْهُ إِلَى الصَّبَاحِ. وَالْبَاقِي مِنْهُ إِلَى الصَّبَاحِ، تُحْرِقُونَهُ بِالنَّارِ.
Και ουτω θελετε φαγει αυτο Εζωσμενοι τας οσφυας σας, εχοντες τα υποδηματα σας εις τους ποδας σας και την ραβδον σας εις την χειρα σας και θελετε φαγει αυτο μετα σπουδης ειναι πασχα του Κυριου.
وَهكَذَا تَأْكُلُونَهُ: أَحْقَاؤُكُمْ مَشْدُودَةٌ، وَأَحْذِيَتُكُمْ فِي أَرْجُلِكُمْ، وَعِصِيُّكُمْ فِي أَيْدِيكُمْ. وَتَأْكُلُونَهُ بِعَجَلَةٍ. هُوَ فِصْحٌ لِلرَّبِّ.
Διοτι την νυκτα ταυτην θελω περασει δια μεσου της γης της Αιγυπτου και θελω παταξει παν πρωτοτοκον εν τη γη της Αιγυπτου, απο ανθρωπου εως κτηνους και θελω καμει κρισεις εναντιον παντων των θεων της Αιγυπτου. Εγω ο Κυριος.
فَإِنِّي أَجْتَازُ فِي أَرْضِ مِصْرَ هذِهِ اللَّيْلَةَ، وَأَضْرِبُ كُلَّ بِكْرٍ فِي أَرْضِ مِصْرَ مِنَ النَّاسِ وَالْبَهَائِمِ. وَأَصْنَعُ أَحْكَامًا بِكُلِّ آلِهَةِ الْمِصْرِيِّينَ. أَنَا الرَّبُّ.
Και το αιμα θελει εισθαι εις εσας δια σημειον επι των οικιων, εις τας οποιας κατοικειτε και οταν ιδω το αιμα, θελω σας παρατρεξει, και η πληγη δεν θελει εισθαι εις εσας δια να σας εξολοθρευση, οταν παταξω την γην της Αιγυπτου.
وَيَكُونُ لَكُمُ الدَّمُ عَلاَمَةً عَلَى الْبُيُوتِ الَّتِي أَنْتُمْ فِيهَا، فَأَرَى الدَّمَ وَأَعْبُرُ عَنْكُمْ، فَلاَ يَكُونُ عَلَيْكُمْ ضَرْبَةٌ لِلْهَلاَكِ حِينَ أَضْرِبُ أَرْضَ مِصْرَ.
Και η ημερα αυτη θελει εισθαι εις εσας εις μνημοσυνον και θελετε εορταζει αυτην εορτην εις τον Κυριον εις τας γενεας σας κατα νομον παντοτεινον θελετε εορταζει αυτην.
وَيَكُونُ لَكُمْ هذَا الْيَوْمُ تَذْكَارًا فَتُعَيِّدُونَهُ عِيدًا لِلرَّبِّ. فِي أَجْيَالِكُمْ تُعَيِّدُونَهُ فَرِيضَةً أَبَدِيَّةً.
Επτα ημερας θελετε τρωγει αζυμα απο της πρωτης ημερας θελετε σηκωσει το προζυμιον εκ των οικιων σας διοτι οστις φαγη ενζυμα απο της πρωτης εως της εβδομης ημερας, η ψυχη εκεινη θελει εξολοθρευθη εκ του Ισραηλ.
«سَبْعَةَ أَيَّامٍ تَأْكُلُونَ فَطِيرًا. الْيَوْمَ الأَوَّلَ تَعْزِلُونَ الْخَمِيرَ مِنْ بُيُوتِكُمْ، فَإِنَّ كُلَّ مَنْ أَكَلَ خَمِيرًا مِنَ الْيَوْمِ الأَوَّلِ إِلَى الْيَوْمِ السَّابعِ تُقْطَعُ تِلْكَ النَّفْسُ مِنْ إِسْرَائِيلَ.
Και εν τη πρωτη ημερα θελει εισθαι συναξις αγια και εν τη εβδομη ημερα συναξις αγια θελει εισθαι εις εσας ουδεμια εργασια θελει γινεσθαι εν αυταις, εκτος ο, τι χρειαζεται εις εκαστον ανθρωπον δια να φαγη τουτο μονον θελετε καμει.
وَيَكُونُ لَكُمْ فِي الْيَوْمِ الأَوَّلِ مَحْفَلٌ مُقَدَّسٌ، وَفِي الْيَوْمِ السَّابعِ مَحْفَلٌ مُقَدَّسٌ. لاَ يُعْمَلُ فِيهِمَا عَمَلٌ مَا إِلاَّ مَا تَأْكُلُهُ كُلُّ نَفْسٍ، فَذلِكَ وَحْدَهُ يُعْمَلُ مِنْكُمْ.
Θελετε φυλαξει λοιπον την εορτην των αζυμων διοτι την αυτην ταυτην ημεραν θελω εξαγαγει τα ταγματα σας εκ της γης της Αιγυπτου οθεν κατα νομον παντοτεινον θελετε φυλαττει την ημεραν ταυτην εις τας γενεας σας
وَتَحْفَظُونَ الْفَطِيرَ لأَنِّي فِي هذَا الْيَوْمِ عَيْنِهِ أَخْرَجْتُ أَجْنَادَكُمْ مِنْ أَرْضِ مِصْرَ، فَتَحْفَظُونَ هذَا الْيَوْمَ فِي أَجْيَالِكُمْ فَرِيضَةً أَبَدِيَّةً.
αρχομενοι απο της δεκατης τεταρτης ημερας του μηνος αφ εσπερας, θελετε τρωγει αζυμα εως της εικοστης πρωτης ημερας του μηνος την εσπεραν
فِي الشَّهْرِ الأَوَّلِ، فِي الْيَوْمِ الرَّابعَ عَشَرَ مِنَ الشَّهْرِ، مَسَاءً، تَأْكُلُونَ فَطِيرًا إِلَى الْيَوْمِ الْحَادِي وَالْعِشْرِينَ مِنَ الشَّهْرِ مَسَاءً.
επτα ημερας δεν θελει ευρισκεσθαι προζυμιον εν ταις οικιαις υμων διοτι οστις φαγη ενζυμα, η ψυχη εκεινη θελει εξολοθρευθη εκ της συναγωγης του Ισραηλ, ειτε ξενος ειναι ειτε αυτοχθων
سَبْعَةَ أَيَّامٍ لاَ يُوجَدْ خَمِيرٌ فِي بُيُوتِكُمْ. فَإِنَّ كُلَّ مَنْ أَكَلَ مُخْتَمِرًا تُقْطَعُ تِلْكَ النَّفْسُ مِنْ جَمَاعَةِ إِسْرَائِيلَ، الْغَرِيبُ مَعَ مَوْلُودِ الأَرْضِ.
ουδεν ενζυμον θελετε φαγει εν πασαις ταις κατοικιαις υμων αζυμα θελετε τρωγει.
لاَ تَأْكُلُوا شَيْئًا مُخْتَمِرًا. فِي جَمِيعِ مَسَاكِنِكُمْ تَأْكُلُونَ فَطِيرًا».
Τοτε εκαλεσεν ο Μωυσης παντας τους πρεσβυτερους του Ισραηλ και ειπε προς αυτους, Εκλεξατε και λαβετε εις εαυτους εν αρνιον, κατα τας οικογενειας σας, και θυσατε το πασχα
فَدَعَا مُوسَى جَمِيعَ شُيُوخِ إِسْرَائِيلَ وَقَالَ لَهُمُ: «اسْحَبُوا وَخُذُوا لَكُمْ غَنَمًا بِحَسَبِ عَشَائِرِكُمْ وَاذْبَحُوا الْفِصْحَ.
επειτα θελετε λαβει δεσμην υσσωπου και θελετε εμβαψει αυτην εις το αιμα, το οποιον θελει εισθαι εις λεκανην και απο του αιματος του εν τη λεκανη θελετε κτυπησει το ανωφλιον και τους δυο παραστατας των θυρων και ουδεις απο σας θελει εξελθει εκ της θυρας της οικιας αυτου εως το πρωι
وَخُذُوا بَاقَةَ زُوفَا وَاغْمِسُوهَا فِي الدَّمِ الَّذِي فِي الطَّسْتِ وَمُسُّوا الْعَتَبَةَ الْعُلْيَا وَالْقَائِمَتَيْنِ بِالدَّمِ الَّذِي فِي الطَّسْتِ. وَأَنْتُمْ لاَ يَخْرُجْ أَحَدٌ مِنْكُمْ مِنْ بَابِ بَيْتِهِ حَتَّى الصَّبَاحِ،
διοτι ο Κυριος θελει περασει δια να παταξη τους Αιγυπτιους και οταν ιδη το αιμα επι το ανωφλιον και επι τους δυο παραστατας, ο Κυριος θελει παρατρεξει την θυραν, και δεν θελει αφησει τον εξολοθρευτην να εισελθη εις τας οικιας σας, δια να παταξη.
فَإِنَّ الرَّبَّ يَجْتَازُ لِيَضْرِبَ الْمِصْرِيِّينَ. فَحِينَ يَرَى الدَّمَ عَلَى الْعَتَبَةِ الْعُلْيَا وَالْقَائِمَتَيْنِ يَعْبُرُ الرَّبُّ عَنِ الْبَابِ وَلاَ يَدَعُ الْمُهْلِكَ يَدْخُلُ بُيُوتَكُمْ لِيَضْرِبَ.
Και θελετε φυλαξει το πραγμα τουτο ως νομον, εις σεαυτον και εις τους υιους σου, εως αιωνος.
فَتَحْفَظُونَ هذَا الأَمْرَ فَرِيضَةً لَكَ وَلأَوْلاَدِكَ إِلَى الأَبَدِ.
Και οταν εισελθητε εις την γην, την οποιαν ο Κυριος θελει σας δωσει καθως ελαλησε, θελετε φυλαξει την λατρειαν ταυτην.
وَيَكُونُ حِينَ تَدْخُلُونَ الأَرْضَ الَّتِي يُعْطِيكُمُ الرَّبُّ كَمَا تَكَلَّمَ، أَنَّكُمْ تَحْفَظُونَ هذِهِ الْخِدْمَةَ.
Και οταν σας λεγωσιν οι υιοι σας, Τι σημαινει εις εσας η λατρεια αυτη;
وَيَكُونُ حِينَ يَقُولُ لَكُمْ أَوْلاَدُكُمْ: مَا هذِهِ الْخِدْمَةُ لَكُمْ؟
θελετε αποκρινεσθαι, Τουτο ειναι θυσια του πασχα εις τον Κυριον, διοτι παρετρεξε τας οικιας των υιων Ισραηλ εν Αιγυπτω, οτε επαταξε τους Αιγυπτιους και εσωσε τας οικιας ημων. Τοτε ο λαος κυψας προσεκυνησε.
أَنَّكُمْ تَقُولُونَ: هِيَ ذَبِيحَةُ فِصْحٍ لِلرَّبِّ الَّذِي عَبَرَ عَنْ بُيُوتِ بَنِي إِسْرَائِيلَ فِي مِصْرَ لَمَّا ضَرَبَ الْمِصْرِيِّينَ وَخَلَّصَ بُيُوتَنَا». فَخَرَّ الشَّعْبُ وَسَجَدُوا.
Και αναχωρησαντες οι υιοι Ισραηλ, εκαμον καθως προσεταξεν ο Κυριος εις τον Μωυσην και τον Ααρων ουτως εκαμον.
وَمَضَى بَنُو إِسْرَائِيلَ وَفَعَلُوا كَمَا أَمَرَ الرَّبُّ مُوسَى وَهَارُونَ. هكَذَا فَعَلُوا.
Κατα δε το μεσονυκτιον ο Κυριος επαταξε παν πρωτοτοκον εν τη γη της Αιγυπτου απο του πρωτοτοκου του Φαραω οστις καθηται επι του θρονου αυτου, εως του πρωτοτοκου του αιχμαλωτου του εν τω δεσμωτηριω και παντα τα πρωτοτοκα των κτηνων.
فَحَدَثَ فِي نِصْفِ اللَّيْلِ أَنَّ الرَّبَّ ضَرَبَ كُلَّ بِكْرٍ فِي أَرْضِ مِصْرَ، مِنْ بِكْرِ فِرْعَوْنَ الْجَالِسِ عَلَى كُرْسِيِّهِ إِلَى بِكْرِ الأَسِيرِ الَّذِي فِي السِّجْنِ، وَكُلَّ بِكْرِ بَهِيمَةٍ.
Και εσηκωθη ο Φαραω την νυκτα, αυτος και παντες οι θεραποντες αυτου και παντες οι Αιγυπτιοι και εγεινε βοη μεγαλη εν τη Αιγυπτω διοτι δεν ητο οικια εις την οποιαν δεν υπηρχε νεκρος.
فَقَامَ فِرْعَوْنُ لَيْلاً هُوَ وَكُلُّ عَبِيدِهِ وَجَمِيعُ الْمِصْرِيِّينَ. وَكَانَ صُرَاخٌ عَظِيمٌ فِي مِصْرَ، لأَنَّهُ لَمْ يَكُنْ بَيْتٌ لَيْسَ فِيهِ مَيْتٌ.
Και εκαλεσε τον Μωυσην και τον Ααρων δια νυκτος και ειπε, Σηκωθητε, εξελθετε εκ μεσου του λαου μου και σεις και οι υιοι του Ισραηλ και υπαγετε, λατρευσατε τον Κυριον, καθως ειπετε
فَدَعَا مُوسَى وَهَارُونَ لَيْلاً وَقَالَ: «قُومُوا اخْرُجُوا مِنْ بَيْنِ شَعْبِي أَنْتُمَا وَبَنُو إِسْرَائِيلَ جَمِيعًا، وَاذْهَبُوا اعْبُدُوا الرَّبَّ كَمَا تَكَلَّمْتُمْ.
και τα ποιμνια σας και τας αγελας σας λαβετε, καθως ειπετε, και απελθετε ευλογησατε δε και εμε.
خُذُوا غَنَمَكُمْ أَيْضًا وَبَقَرَكُمْ كَمَا تَكَلَّمْتُمْ وَاذْهَبُوا. وَبَارِكُونِي أَيْضًا».
Και εβιαζον οι Αιγυπτιοι τον λαον δια να εκβαλωσιν αυτον ταχεως εκ του τοπου διοτι ειπον, Ημεις παντες αποθνησκομεν.
وَأَلَحَّ الْمِصْرِيُّونَ عَلَى الشَّعْبِ لِيُطْلِقُوهُمْ عَاجِلاً مِنَ الأَرْضِ، لأَنَّهُمْ قَالُوا: «جَمِيعُنَا أَمْوَاتٌ».
Και εσηκωσεν ο λαος την ζυμην αυτου πριν αναβη, εχων εκαστος την σκαφην αυτου επι τους ωμους αυτου, εντετυλιγμενην εις τα φορεματα αυτου.
فَحَمَلَ الشَّعْبُ عَجِينَهُمْ قَبْلَ أَنْ يَخْتَمِرَ، وَمَعَاجِنُهُمْ مَصْرُورَةٌ فِي ثِيَابِهِمْ عَلَى أَكْتَافِهِمْ.
Και εκαμον οι υιοι του Ισραηλ κατα τον λογον του Μωυσεως και εζητησαν παρα των Αιγυπτιων σκευη αργυρα και σκευη χρυσα, και ενδυματα
وَفَعَلَ بَنُو إِسْرَائِيلَ بِحَسَبِ قَوْلِ مُوسَى. طَلَبُوا مِنَ الْمِصْرِيِّينَ أَمْتِعَةَ فِضَّةٍ وَأَمْتِعَةَ ذَهَبٍ وَثِيَابًا.
και ο Κυριος εδωκεν εις τον λαον χαριν ενωπιον των Αιγυπτιων, και εδανεισαν εις αυτους οσα εζητησαν και εγυμνωσαν τους Αιγυπτιους.
وَأَعْطَى الرَّبُّ نِعْمَةً لِلشَّعْبِ فِي عُِيُونِ الْمِصْرِيِّينَ حَتَّى أَعَارُوهُمْ. فَسَلَبُوا الْمِصْرِيِّينَ.
Ανεχωρησαν δε οι υιοι Ισραηλ απο Ραμεσση εις Σοκχωθ, περιπου εξακοσιαι χιλιαδες ανδρες πεζοι χωρις των παιδιων.
فَارْتَحَلَ بَنُو إِسْرَائِيلَ مِنْ رَعَمْسِيسَ إِلَى سُكُّوتَ، نَحْوَ سِتِّ مِئَةِ أَلْفِ مَاشٍ مِنَ الرِّجَالِ عَدَا الأَوْلاَدِ.
Μετ αυτων συνανεβη και μεγα πληθος συμμικτον ανθρωπων και ποιμνια και αγελαι, κτηνη πολλα σφοδρα.
وَصَعِدَ مَعَهُمْ لَفِيفٌ كَثِيرٌ أَيْضًا مَعَ غَنَمٍ وَبَقَرٍ، مَوَاشٍ وَافِرَةٍ جِدًّا.
Και εκ της ζυμης, την οποιαν εφεραν εξ Αιγυπτου, εψησαν εγκρυφιας αζυμους διοτι δεν ητο προζυμιον, επειδη εδιωχθησαν εξ Αιγυπτου και δεν εδυνηθησαν να βραδυνωσιν, ουδε εφοδιον προητοιμασαν εις εαυτους.
وَخَبَزُوا الْعَجِينَ الَّذِي أَخْرَجُوهُ مِنْ مِصْرَ خُبْزَ مَلَّةٍ فَطِيرًا، إِذْ كَانَ لَمْ يَخْتَمِرْ. لأَنَّهُمْ طُرِدُوا مِنْ مِصْرَ وَلَمْ يَقْدِرُوا أَنْ يَتَأَخَّرُوا، فَلَمْ يَصْنَعُوا لأَنْفُسِهِمْ زَادًا.
Ο καιρος δε της παροικιας των υιων Ισραηλ, την οποιαν παρωκησαν εν Αιγυπτω, ητο τετρακοσια και τριακοντα ετη.
وَأَمَّا إِقَامَةُ بَنِي إِسْرَائِيلَ الَّتِي أَقَامُوهَا فِي مِصْرَ فَكَانَتْ أَرْبَعَ مِئَةٍ وَثَلاَثِينَ سَنَةً.
Και μετα τα τετρακοσια και τριακοντα ετη, την αυτην εκεινην ημεραν εξηλθον παντα τα ταγματα του Κυριου εκ γης Αιγυπτου.
وَكَانَ عِنْدَ نِهَايَةِ أَرْبَعِ مِئَةٍ وَثَلاَثِينَ سَنَةً، فِي ذلِكَ الْيَوْمِ عَيْنِهِ، أَنَّ جَمِيعَ أَجْنَادِ الرَّبِّ خَرَجَتْ مِنْ أَرْضِ مِصْرَ.
Αυτη ειναι νυξ, ητις πρεπει να φυλαττηται εις τον Κυριον, διοτι εξηγαγεν αυτους εκ γης Αιγυπτου αυτη ειναι η νυξ εκεινη του Κυριου, ητις πρεπει να φυλαττηται παρα παντων των υιων Ισραηλ εις τας γενεας αυτων.
هِيَ لَيْلَةٌ تُحْفَظُ لِلرَّبِّ لإِخْرَاجِهِ إِيَّاهُمْ مِنْ أَرْضِ مِصْرَ. هذِهِ اللَّيْلَةُ هِيَ لِلرَّبِّ. تُحْفَظُ مِنْ جَمِيعِ بَنِي إِسْرَائِيلَ فِي أَجْيَالِهِمْ.
Ειπε δε Κυριος προς τον Μωυσην και Ααρων, Ουτος ειναι ο νομος του πασχα ουδεις αλλογενης θελει φαγει απ αυτου
وَقَالَ الرَّبُّ لِمُوسَى وَهَارُونَ: «هذِهِ فَرِيضَةُ الْفِصْحِ: كُلُّ ابْنِ غَرِيبٍ لاَ يَأْكُلُ مِنْهُ.
και εκαστος δουλος αργυρωνητος αφου περιτμηθη, τοτε θελει φαγει απ αυτου
وَلكِنْ كُلُّ عَبْدِ رَجُلٍ مُبْتَاعٍ بِفِضَّةٍ تَخْتِنُهُ ثُمَّ يَأْكُلُ مِنْهُ.
ο ξενος δε και ο μισθωτος δεν θελουσι φαγει απ αυτου.
النَّزِيلُ وَالأَجِيرُ لاَ يَأْكُلاَنِ مِنْهُ.
Εν τη αυτη οικια θελει φαγωθη απο του κρεατος δεν θελετε φερει εξω της οικιας, και οστουν δεν θελετε συντριψει απ αυτου.
فِي بَيْتٍ وَاحِدٍ يُؤْكَلُ. لاَ تُخْرِجْ مِنَ اللَّحْمِ مِنَ الْبَيْتِ إِلَى خَارِجٍ، وَعَظْمًا لاَ تَكْسِرُوا مِنْهُ.
Πασα η συναγωγη του Ισραηλ θελει καμει τουτο.
كُلُّ جَمَاعَةِ إِسْرَائِيلَ يَصْنَعُونَهُ.
Και εαν τις ξενος, παροικων μετα σου, θελη να καμη το πασχα εις τον Κυριον, ας περιτμηθωσι παντα τα αρσενικα αυτου, και τοτε ας πλησιαση δια να καμη αυτο και θελει εισθαι ως ο αυτοχθων της γης διοτι ουδεις απεριτμητος θελει φαγει απ αυτου.
وَإِذَا نَزَلَ عِنْدَكَ نَزِيلٌ وَصَنَعَ فِصْحًا لِلرَّبِّ، فَلْيُخْتَنْ مِنْهُ كُلُّ ذَكَرٍ، ثُمَّ يَتَقَدَّمُ لِيَصْنَعَهُ، فَيَكُونُ كَمَوْلُودِ الأَرْضِ. وَأَمَّا كُلُّ أَغْلَفَ فَلاَ يَأْكُلُ مِنْهُ.
Ο αυτος νομος θελει εισθαι δια τον αυτοχθονα και δια τον ξενον τον παροικουντα μεταξυ σας.
تَكُونُ شَرِيعَةٌ وَاحِدَةٌ لِمَوْلُودِ الأَرْضِ وَلِلنَّزِيلِ النَّازِلِ بَيْنَكُمْ».
Και εκαμον παντες οι υιοι του Ισραηλ καθως προσεταξεν ο Κυριος εις τον Μωυσην και τον Ααρων ουτως εκαμον.
فَفَعَلَ جَمِيعُ بَنِي إِسْرَائِيلَ كَمَا أَمَرَ الرَّبُّ مُوسَى وَهَارُونَ. هكَذَا فَعَلُوا.
Και την αυτην εκεινην ημεραν εξηγαγεν ο Κυριος τους υιους Ισραηλ εκ γης Αιγυπτου κατα τα ταγματα αυτων.
وَكَانَ فِي ذلِكَ الْيَوْمِ عَيْنِهِ أَنَّ الرَّبَّ أَخْرَجَ بَنِي إِسْرَائِيلَ مِنْ أَرْضِ مِصْرَ بِحَسَبِ أَجْنَادِهِمْ.