II Samuel 7

Αφου δε εκαθησεν ο βασιλευς εν τω οικω αυτου και ανεπαυσεν αυτον ο Κυριος πανταχοθεν απο παντων των εχθρων αυτου
وَكَانَ لَمَّا سَكَنَ الْمَلِكُ فِي بَيْتِهِ، وَأَرَاحَهُ الرَّبُّ مِنْ كُلِّ الْجِهَاتِ مِنْ جَمِيعِ أَعْدَائِهِ،
ειπεν ο βασιλευς προς Ναθαν τον προφητην, Ιδε τωρα, εγω κατοικω εν οικω κεδρινω η δε κιβωτος του Θεου καθηται εν μεσω παραπετασματων.
أَنَّ الْمَلِكَ قَالَ لِنَاثَانَ النَّبِيِّ: «انْظُرْ. إِنِّي سَاكِنٌ فِي بَيْتٍ مِنْ أَرْزٍ، وَتَابُوتُ اللهِ سَاكِنٌ دَاخِلَ الشُّقَقِ».
Και ειπεν ο Ναθαν προς τον βασιλεα, Υπαγε, καμε παν το εν καρδια σου διοτι ο Κυριος ειναι μετα σου.
فَقَالَ نَاثَانُ لِلْمَلِكِ: «اذْهَبِ افْعَلْ كُلَّ مَا بِقَلْبِكَ، لأَنَّ الرَّبَّ مَعَكَ».
Και την νυκτα εκεινην εγεινε λογος του Κυριου προς τον Ναθαν, λεγων,
وَفِي تِلْكَ اللَّيْلَةِ كَانَ كَلاَمُ الرَّبِّ إِلَى نَاثَانَ قَائِلاً:
Υπαγε και ειπε προς τον δουλον μου τον Δαβιδ, Ουτω λεγει Κυριος συ θελεις οικοδομησει εις εμε οικον, δια να κατοικω;
«اِذْهَبْ وَقُلْ لِعَبْدِي دَاوُدَ: هكَذَا قَالَ الرَّبُّ: أَأَنْتَ تَبْنِي لِي بَيْتًا لِسُكْنَايَ؟
Διοτι δεν κατωκησα εν οικω, αφ ης ημερας ανεβιβασα τους υιους Ισραηλ εξ Αιγυπτου μεχρι της ημερας ταυτης, αλλα περιηρχομην εντος σκηνης και παραπετασματων.
لأَنِّي لَمْ أَسْكُنْ فِي بَيْتٍ مُنْذُ يَوْمَ أَصْعَدْتُ بَنِي إِسْرَائِيلَ مِنْ مِصْرَ إِلَى هذَا الْيَوْمِ، بَلْ كُنْتُ أَسِيرُ فِي خَيْمَةٍ وَفِي مَسْكَنٍ.
Πανταχου οπου περιεπατησα μετα παντων των υιων Ισραηλ, ελαλησα ποτε προς τινα εκ των φυλων του Ισραηλ, εις τον οποιον προσεταξα να ποιμαινη τον λαον μου τον Ισραηλ, λεγων, Δια τι δεν ωκοδομησατε εις εμε οικον κεδρινον;
فِي كُلِّ مَا سِرْتُ مَعَ جَمِيعِ بَنِي إِسْرَائِيلَ، هَلْ تَكَلَّمْتُ بِكَلِمَةٍ إِلَى أَحَدِ قُضَاةِ إِسْرَائِيلَ الَّذِينَ أَمَرْتُهُمْ أَنْ يَرْعَوْا شَعْبِي إِسْرَائِيلَ قَائِلاً: لِمَاذَا لَمْ تَبْنُوا لِي بَيْتًا مِنَ الأَرْزِ؟
Τωρα λοιπον, ουτω θελεις ειπει προς τον δουλον μου τον Δαβιδ Ουτω λεγει ο Κυριος των δυναμεων Εγω σε ελαβον εκ της μανδρας, απο οπισθεν των προβατων, δια να ησαι ηγεμων επι τον λαον μου, επι τον Ισραηλ
وَالآنَ فَهكَذَا تَقُولُ لِعَبْدِي دَاوُدَ: هكَذَا قَالَ رَبُّ الْجُنُودِ: أَنَا أَخَذْتُكَ مِنَ الْمَرْبَضِ مِنْ وَرَاءِ الْغَنَمِ لِتَكُونَ رَئِيسًا عَلَى شَعْبِي إِسْرَائِيلَ.
και ημην μετα σου πανταχου οπου περιεπατησας, και εξωλοθρευσα παντας τους εχθρους σου απ εμπροσθεν σου, και σε εκαμον ονομαστον, κατα το ονομα των μεγαλων των επι της γης
وَكُنْتُ مَعَكَ حَيْثُمَا تَوَجَّهْتَ، وَقَرَضْتُ جَمِيعَ أَعْدَائِكَ مِنْ أَمَامِكَ، وَعَمِلْتُ لَكَ اسْمًا عَظِيمًا كَاسْمِ الْعُظَمَاءِ الَّذِينَ فِي الأَرْضِ.
και θελω διορισει τοπον δια τον λαον μου τον Ισραηλ και θελω φυτευσει αυτους, και θελουσι κατοικει εν τοπω ιδιω εαυτων και δεν θελουσι μεταφερεσθαι πλεον και οι υιοι της αδικιας δεν θελουσι καταθλιβει αυτους πλεον ως το προτερον,
وَعَيَّنْتُ مَكَانًا لِشَعْبِي إِسْرَائِيلَ وَغَرَسْتُهُ، فَسَكَنَ فِي مَكَانِهِ، وَلاَ يَضْطَرِبُ بَعْدُ، وَلاَ يَعُودُ بَنُو الإِثْمِ يُذَلِّلُونَهُ كَمَا فِي الأَوَّلِ،
και ως απο των ημερων καθ ας κατεστησα κριτας επι τον λαον μου Ισραηλ και θελω σε αναπαυσει απο παντων των εχθρων σου. Ο Κυριος προσετι αναγγελλει προς σε οτι ο Κυριος θελει οικοδομησει οικον εις σε.
وَمُنْذُ يَوْمَ أَقَمْتُ فِيهِ قُضَاةً عَلَى شَعْبِي إِسْرَائِيلَ. وَقَدْ أَرَحْتُكَ مِنْ جَمِيعِ أَعْدَائِكَ. وَالرَّبُّ يُخْبِرُكَ أَنَّ الرَّبَّ يَصْنَعُ لَكَ بَيْتًا.
Αφου πληρωθωσιν αι ημεραι σου και κοιμηθης μετα των πατερων σου, θελω αναστησει μετα σε το σπερμα σου, το οποιον θελει εξελθει εκ των σπλαγχνων σου, και θελω στερεωσει την βασιλειαν αυτου.
مَتَى كَمُلَتْ أَيَّامُكَ وَاضْطَجَعْتَ مَعَ آبَائِكَ، أُقِيمُ بَعْدَكَ نَسْلَكَ الَّذِي يَخْرُجُ مِنْ أَحْشَائِكَ وَأُثَبِّتُ مَمْلَكَتَهُ.
αυτος θελει οικοδομησει οικον εις το ονομα μου και θελω στερεωσει τον θρονον της βασιλειας αυτου εως αιωνος
هُوَ يَبْنِي بَيْتًا لاسْمِي، وَأَنَا أُثَبِّتُ كُرْسِيَّ مَمْلَكَتِهِ إِلَى الأَبَدِ.
εγω θελω εισθαι εις αυτον πατηρ και αυτος θελει εισθαι εις εμε υιος εαν πραξη ανομιαν, θελω σωφρονισει αυτον εν αβδω ανδρων και δια μαστιγωσεων υιων ανθρωπων
أَنَا أَكُونُ لَهُ أَبًا وَهُوَ يَكُونُ لِيَ ابْنًا. إِنْ تَعَوَّجَ أُؤَدِّبْهُ بِقَضِيبِ النَّاسِ وَبِضَرَبَاتِ بَنِي آدَمَ.
το ελεος μου ομως δεν θελει αφαιρεθη απ αυτου, ως αφηρεσα αυτο απο του Σαουλ, τον οποιον εξεβαλον απ εμπροσθεν σου
وَلكِنَّ رَحْمَتِي لاَ تُنْزَعُ مِنْهُ كَمَا نَزَعْتُهَا مِنْ شَاوُلَ الَّذِي أَزَلْتُهُ مِنْ أَمَامِكَ.
και θελει στερεωθη ο οικος σου και η βασιλεια σου εμπροσθεν σου εως αιωνος ο θρονος σου θελει εισθαι εστερεωμενος εις τον αιωνα.
وَيَأْمَنُ بَيْتُكَ وَمَمْلَكَتُكَ إِلَى الأَبَدِ أَمَامَكَ. كُرْسِيُّكَ يَكُونُ ثَابِتًا إِلَى الأَبَدِ».
Κατα παντας τους λογους τουτους και καθ ολην ταυτην την ορασιν, ουτως ελαλησεν ο Ναθαν προς τον Δαβιδ.
فَحَسَبَ جَمِيعِ هذَا الْكَلاَمِ وَحَسَبَ كُلِّ هذِهِ الرُّؤْيَا كَذلِكَ كَلَّمَ نَاثَانُ دَاوُدَ.
Τοτε εισηλθεν ο βασιλευς Δαβιδ και εκαθησεν ενωπιον του Κυριου και ειπε, Τις ειμαι εγω, Κυριε Θεε; και τις ο οικος μου, ωστε με εφερες μεχρι τουτου.
فَدَخَلَ الْمَلِكُ دَاوُدُ وَجَلَسَ أَمَامَ الرَّبِّ وَقَالَ: «مَنْ أَنَا يَا سَيِّدِي الرَّبَّ؟ وَمَا هُوَ بَيْتِي حَتَّى أَوْصَلْتَنِي إِلَى ههُنَا؟
Αλλα και τουτο ετι εσταθη μικρον εις τους οφθαλμους σου, Κυριε Θεε και ελαλησας ετι περι του οικου του δουλου σου δια μελλον μακρον. Και ειναι ουτος ο τροπος των ανθρωπων, Δεσποτα Κυριε;
وَقَلَّ هذَا أَيْضًا فِي عَيْنَيْكَ يَا سَيِّدِي الرَّبَّ، فَتَكَلَّمْتَ أَيْضًا مِنْ جِهَةِ بَيْتِ عَبْدِكَ إِلَى زَمَانٍ طَوِيل، وَهذِهِ عَادَةُ الإِنْسَانِ يَا سَيِّدِي الرَّبَّ.
Και τι δυναται να ειπη πλεον ο Δαβιδ προς σε; διοτι συ γνωριζεις τον δουλον σου, Δεσποτα Κυριε.
وَبِمَاذَا يَعُودُ دَاوُدُ يُكَلِّمُكَ وَأَنْتَ قَدْ عَرَفْتَ عَبْدَكَ يَا سَيِّدِي الرَّبَّ؟
Δια τον λογον σου και κατα την καρδιαν σου επραξας παντα ταυτα τα μεγαλεια, δια να γνωστοποιησης αυτα εις τον δουλον σου.
فَمِنْ أَجْلِ كَلِمَتِكَ وَحَسَبَ قَلْبِكَ فَعَلْتَ هذِهِ الْعَظَائِمَ كُلَّهَا لِتُعَرِّفَ عَبْدَكَ.
Δια τουτο μεγας εισαι, Κυριε Θεε διοτι δεν ειναι ομοιος σου ουδε ειναι Θεος εκτος σου, κατα παντα οσα ηκουσαμεν με τα ωτα ημων.
لِذلِكَ قَدْ عَظُمْتَ أَيُّهَا الرَّبُّ الإِلهُ، لأَنَّهُ لَيْسَ مِثْلُكَ وَلَيْسَ إِلهٌ غَيْرَكَ حَسَبَ كُلِّ مَا سَمِعْنَاهُ بِآذَانِنَا.
Και τι αλλο εθνος επι της γης ειναι ως ο λαος σου, ως ο Ισραηλ, τον οποιον ο Θεος ηλθε να εξαγοραση δια λαον εαυτου και δια να καμη αυτον ονομαστον, και να ενεργηση υπερ υμων πραγματα μεγαλα και θαυμαστα, υπερ της γης σου, εμπροσθεν του λαου σου, τον οποιον ελυτρωσας δια σεαυτον εξ Αιγυπτου, εκ των εθνων και εκ των θεων αυτων;
وَأَيَّةُ أُمَّةٍ عَلَى الأَرْضِ مِثْلُ شَعْبِكَ إِسْرَائِيلَ الَّذِي سَارَ اللهُ لِيَفْتَدِيَهُ لِنَفْسِهِ شَعْبًا، وَيَجْعَلَ لَهُ اسْمًا، وَيَعْمَلَ لَكُمُ الْعَظَائِمَ وَالتَّخَاوِيفَ لأَرْضِكَ أَمَامَ شَعْبِكَ الَّذِي افْتَدَيْتَهُ لِنَفْسِكَ مِنْ مِصْرَ، مِنَ الشُّعُوبِ وَآلِهَتِهِمْ.
Διοτι εστερεωσας εις σεαυτον τον λαον σου Ισραηλ, δια να ηναι λαος σου εις τον αιωνα και συ, Κυριε, εγεινες Θεος αυτων.
وَثَبَّتَّ لِنَفْسِكَ شَعْبَكَ إِسْرَائِيلَ، شَعْبًا لِنَفْسِكَ إِلَى الأَبَدِ، وَأَنْتَ يَا رَبُّ صِرْتَ لَهُمْ إِلهًا.
και τωρα, Κυριε Θεε, τον λογον τον οποιον ελαλησας περι του δουλου σου και περι του οικου αυτου ας στερεωθη ας τον αιωνα, και καμε ως ελαλησας.
وَالآنَ أَيُّهَا الرَّبُّ الإِلهُ أَقِمْ إِلَى الأَبَدِ الْكَلاَمَ الَّذِي تَكَلَّمْتَ بِهِ عَنْ عَبْدِكَ وَعَنْ بَيْتِهِ، وَافْعَلْ كَمَا نَطَقْتَ.
Και ας μεγαλυνθη το ονομα σου εως αιωνος, ωστε να λεγωσιν, Ο Κυριος των δυναμεων ειναι ο Θεος επι τον Ισραηλ και ο οικος του δουλου σου Δαβιδ ας ηναι εστερεωμενος ενωπιον σου.
وَلِْيَتَعَظَّمِ اسْمُكَ إِلَى الأَبَدِ، فَيُقَالَ: رَبُّ الْجُنُودِ إِلهٌ عَلَى إِسْرَائِيلَ. وَلْيَكُنْ بَيْتُ عَبْدِكَ دَاوُدَ ثَابِتًا أَمَامَكَ.
Διοτι συ, Κυριε των δυναμεων, Θεε του Ισραηλ, απεκαλυψας εις τον δουλον σου, λεγων, Οικον θελω οικοδομησει εις σε δια τουτο ο δουλος σου ευρηκε την καρδιαν αυτου ετοιμην να προσευχηθη προς σε την προσευχην ταυτην.
لأَنَّكَ أَنْتَ يَا رَبَّ الْجُنُودِ إِلهَ إِسْرَائِيلَ قَدْ أَعْلَنْتَ لِعَبْدِكَ قَائِلاً: إِنِّي أَبْنِي لَكَ بَيْتًا، لِذلِكَ وَجَدَ عَبْدُكَ فِي قَلْبِهِ أَنْ يُصَلِّيَ لَكَ هذِهِ الصَّلاَةَ.
Και τωρα, Δεσποτα Κυριε, συ εισαι ο Θεος, και οι λογοι σου θελουσιν εισθαι αληθινοι, και συ υπεσχεθης τα αγαθα ταυτα προς τον δουλον σου
وَالآنَ يَا سَيِّدِي الرَّبَّ أَنْتَ هُوَ اللهُ وَكَلاَمُكَ هُوَ حَقٌّ، وَقَدْ كَلَّمْتَ عَبْدَكَ بِهذَا الْخَيْرِ.
τωρα λοιπον ευδοκησον να ευλογησης τον οικον του δουλου σου, δια να ηναι ενωπιον σου εις τον αιωνα διοτι συ, Δεσποτα Κυριε, ελαλησας και υπο της ευλογιας σου ας ηναι ο οικος του δουλου σου ευλογημενος εις τον αιωνα.
فَالآنَ ارْتَضِ وَبَارِكْ بَيْتَ عَبْدِكَ لِيَكُونَ إِلَى الأَبَدِ أَمَامَكَ، لأَنَّكَ أَنْتَ يَا سَيِّدِي الرَّبَّ قَدْ تَكَلَّمْتَ. فَلْيُبَارَكْ بَيْتُ عَبْدِكَ بِبَرَكَتِكَ إِلَى الأَبَدِ».