James 1

Iacov, rob al lui Dumnezeu şi al Domnului Isus Hristos, către cele douăsprezece seminţii cari sînt împrăştiate: sănătate!
Ιακωβος, δουλος του Θεου και του Κυριου Ιησου Χριστου, προς τας δωδεκα φυλας τας διεσπαρμενας, χαιρειν.
Fraţii mei, să priviţi ca o mare bucurie cînd treceţi prin felurite încercări,
Πασαν χαραν νομισατε, αδελφοι μου, οταν περιπεσητε εις διαφορους πειρασμους,
ca unii cari ştiţi că încercarea credinţei voastre lucrează răbdare.
γνωριζοντες οτι η δοκιμασια της πιστεως σας εργαζεται υπομονην.
Dar răbdarea trebuie să-şi facă desăvîrşit lucrarea, pentruca să fiţi desăvîrşiţi, întregi, şi să nu duceţi lipsă de nimic.
Η δε υπομονη ας εχη εργον τελειον, δια να ησθε τελειοι και ολοκληροι, μη οντες εις μηδεν ελλιπεις.
Dacă vreunuia dintre voi îi lipseşte înţelepciunea, s'o ceară dela Dumnezeu, care dă tuturor cu mînă largă şi fără mustrare, şi ea îi va fi dată.
Εαν δε τις απο σας ηναι ελλιπης σοφιας, ας ζητη παρα του Θεου του διδοντος εις παντας πλουσιως και μη ονειδιζοντος, και θελει δοθη εις αυτον.
Dar s'o ceară cu credinţă, fără să se îndoiască deloc: pentrucă cine se îndoieşte, seamănă cu valul mării, turburat şi împins de vînt încoace şi încolo.
Ας ζητη ομως μετα πιστεως, χωρις να δισταζη παντελως διοτι ο δισταζων ομοιαζει με κυμα θαλασσης κινουμενον υπο ανεμων και συνταραττομενον.
Un astfel de om să nu se aştepte să primească ceva dela Domnul,
Διοτι ας μη νομιζη ο ανθρωπος εκεινος οτι θελει λαβει τι παρα του Κυριου.
căci este un om nehotărît şi nestatornic în toate căile sale.
Ανθρωπος διγνωμος ειναι ακαταστατος εν πασαις ταις οδοις αυτου.
Fratele dintr'o stare de jos să se laude cu înălţarea lui.
Ας καυχαται δε ο αδελφος ο ταπεινος εις το υψος αυτου,
Bogatul, dimpotrivă, să se laude cu smerirea lui: căci va trece ca floarea ierbii.
ο δε πλουσιος εις την ταπεινωσιν αυτου, επειδη ως ανθος χορτου θελει παρελθει.
Răsare soarele cu căldura lui arzătoare, şi usucă iarba: floarea ei cade jos, şi frumuseţea înfăţişării ei piere: aşa se va vesteji bogatul în umbletele lui.
Διοτι ανετειλεν ο ηλιος με τον καυσωνα και εξηρανε τον χορτον, και το ανθος αυτου εξεπεσε, και το καλλος του προσωπου αυτου ηφανισθη ουτω και ο πλουσιος θελει μαρανθη εν ταις οδοις αυτου.
Ferice de cel ce rabdă ispita. Căci dupăce a fost găsit bun, va primi cununa vieţii, pe care a făgăduit -o Dumnezeu celor ce -L iubesc.
Μακαριος ο ανθρωπος, οστις υπομενει πειρασμον διοτι αφου δοκιμασθη, θελει λαβει τον στεφανον της ζωης, τον οποιον υπεσχεθη ο Κυριος εις τους αγαπωντας αυτον.
Nimeni, cînd este ispitit, să nu zică: ,,Sînt ispitit de Dumnezeu``. Căci Dumnezeu nu poate fi ispitit ca să facă rău, şi El însuş nu ispiteşte pe nimeni.
Μηδεις πειραζομενος ας λεγη οτι απο του Θεου πειραζομαι διοτι ο Θεος ειναι απειραστος κακων και αυτος ουδενα πειραζει.
Ci fiecare este ispitit, cînd este atras de pofta lui însuş şi momit.
Πειραζεται δε εκαστος υπο της ιδιας αυτου επιθυμιας, παρασυρομενος και δελεαζομενος.
Apoi pofta, cînd a zămislit, dă naştere păcatului; şi păcatul odată făptuit, aduce moartea.
Επειτα η επιθυμια αφου συλλαβη, γεννα την αμαρτιαν, η δε αμαρτια εκτελεσθεισα γεννα τον θανατον.
Nu vă înşelaţi prea iubiţii mei fraţi:
Μη πλανασθε, αδελφοι μου αγαπητοι.
orice ni se dă bun şi orice dar desăvîrşit este de sus, pogorîndu-se dela Tatăl luminilor, în care nu este nici schimbare, nici umbră de mutare.
Πασα δοσις αγαθη και παν δωρημα τελειον ειναι ανωθεν καταβαινον απο του Πατρος των φωτων, εις τον οποιον δεν υπαρχει αλλοιωσις η σκια μεταβολης.
El, de bună voia Lui, ne -a născut prin Cuvîntul adevărului, ca să fim un fel de pîrgă a făpturilor Lui.
Εξ ιδιας αυτου θελησεως εγεννησεν ημας δια του λογου της αληθειας, δια να ημεθα ημεις απαρχη τις των κτισματων αυτου.
Ştiţi bine lucrul acesta, prea iubiţii mei fraţi! Orice om să fie grabnic la ascultare, încet la vorbire, zăbavnic la mînie;
Λοιπον, αδελφοι μου αγαπητοι, ας ειναι πας ανθρωπος ταχυς εις το να ακουη, βραδυς εις το να λαλη, βραδυς εις οργην
căci mînia omului nu lucrează neprihănirea lui Dumnezeu.
διοτι η οργη του ανθρωπου δεν εργαζεται την δικαιοσυνην του Θεου.
De aceea lepădaţi orice necurăţie şi orice revărsare de răutate şi primiţi cu blîndeţă Cuvîntul sădit în voi, care vă poate mîntui sufletele.
Δια τουτο απορριψαντες πασαν ρυπαριαν και περισσειαν κακιας δεχθητε μετα πραοτητος τον εμφυτευθεντα λογον τον δυναμενον να σωση τας ψυχας σας.
Fiţi împlinitori ai Cuvîntului, nu numai ascultători, înşelîndu-vă singuri.
Γινεσθε δε εκτελεσται του λογου και μη μονον ακροαται, απατωντες εαυτους.
Căci dacă ascultă cineva Cuvîntul, şi nu -l împlineşte cu fapta, seamănă cu un om, care îşi priveşte faţa firească într'o oglindă;
Διοτι εαν τις ηναι ακροατης του λογου και ουχι εκτελεστης, ουτος ομοιαζει με ανθρωπον, οστις θεωρει το φυσικον αυτου προσωπον εν κατοπτρω
şi, dupăce s'a privit, pleacă şi uită îndată cum era.
διοτι εθεωρησεν εαυτον και ανεχωρησε, και ευθυς ελησμονησεν οποιος ητο.
Dar cine îşi va adînci privirile în legea desăvîrşită, care este legea slobozeniei, şi va stărui în ea, nu ca un ascultător uituc, ci ca un împlinitor cu fapta, va fi fericit în lucrarea lui.
Οστις ομως εγκυψη εις τον τελειον νομον της ελευθεριας και επιμεινη εις αυτον, ουτος γενομενος ουχι ακροατης επιλησμων, αλλ εκτελεστης εργου, ουτος θελει εισθαι μακαριος εις την εκτελεσιν αυτου.
Dacă crede cineva că este religios, şi nu-şi înfrînează limba, ci îşi înşeală inima, religiunea unui astfel de om este zădarnică.
Εαν τις μεταξυ σας νομιζη οτι ειναι θρησκος, και δεν χαλινονη την γλωσσαν αυτου αλλ απατα την καρδιαν αυτου, τουτου η θρησκεια ειναι ματαια.
Religiunea curată şi neîntinată, înaintea lui Dumnezeu, Tatăl nostru, este să cercetăm pe orfani şi pe văduve în necazurile lor, şi să ne păzim neîntinaţi de lume.
Θρησκεια καθαρα και αμιαντος ενωπιον του Θεου και Πατρος ειναι αυτη, να επισκεπτηται τους ορφανους και τας χηρας εν τη θλιψει αυτων, και να φυλαττη εαυτον αμολυντον απο του κοσμου.