Şi Eliachim, fiul lui Hilchia, căpetenia casei împăratului, Şebna, logofătul, şi Ioah, fiul lui Asaf, scriitorul, au venit astfel la Ezechia, cu hainele sfîşiate, şi i-au spus cuvintele lui Rabşache.
Τοτε Ελιακειμ ο υιος του Χελκιου, ο οικονομος, και Σομνας ο γραμματευς, και Ιωαχ ο υιος του Ασαφ, ο υπομνηματογραφος, ηλθον προς τον Εζεκιαν με διεσχισμενα ιματια και απηγγειλαν προς αυτον τους λογους του Ραβ−σακη.