Astfel, te -a smerit, te -a lăsat să suferi de foame, şi te -a hrănit cu mană, pe care nici tu n'o cunoşteai şi nici părinţii tăi n'o cunoscuseră, ca să te înveţe că omul nu trăieşte numai cu pîne, ci cu orice lucru care iese din gura Domnului trăieşte omul.
Και σε εταπεινωσε και σε εκαμε να πεινασης και σε εθρεψε με μαννα, το οποιον δεν εγνωριζες, ουδε οι πατερες σου εγνωριζον, δια να σε καμη να μαθης οτι ο ανθρωπος δεν ζη με μονον αρτον, αλλ ο ανθρωπος ζη με παντα λογον εξερχομενον εκ του στοματος του Κυριου.