Judges 12

Então os homens de Efraim se congregaram, passaram para Zafom e disseram a Jefté: Por que passaste a combater contra os amonitas, e não nos chamaste para irmos contigo? Queimaremos a fogo a tua casa contigo.
Και συνηχθησαν οι ανδρες Εφραιμ, και επερασαν προς βορραν και ειπαν προς τον Ιεφθαε, Δια τι επερασας να πολεμησης εναντιον των υιων Αμμων, και δεν εκαλεσας ημας να ελθωμεν μετα σου; τον οικον σου θελομεν καυσει επανω σου εν πυρι.
Disse-lhes Jefté: Eu e o meu povo tivemos grande contenda com os amonitas; e quando vos chamei, não me livrastes da sua mão.
Και ειπεν ο Ιεφθαε προς αυτους, Εγω και ο λαος μου ηλθομεν εις μεγαλην φιλονεικιαν μετα των υιων Αμμων και σας εκραξα και δεν με εσωσατε εκ της χειρος αυτων
Vendo eu que não me livráveis, arrisquei a minha vida e fui de encontro aos amonitas, e o Senhor mos entregou nas mãos; por que, pois, subistes vós hoje para combater contra mim?
και ιδων οτι δεν με εσωσατε, ερριψοκινδυνευσα την ζωην μου και επερασα εναντιον των υιων Αμμων, και ο Κυριος παρεδωκεν αυτους εις την χειρα μου δια τι λοιπον ανεβητε προς εμε σημερον δια να με πολεμησητε;
Depois ajuntou Jefté todos os homens de Gileade, e combateu contra Efraim, e os homens de Gileade feriram a Efraim; porque este lhes dissera: Fugitivos sois de Efraim, vós gileaditas que habitais entre Efraim e Manassés.
Τοτε συνηθροισεν ο Ιεφθαε παντας τους ανδρας της Γαλααδ και επολεμησε τον Εφραιμ και επαταξαν οι ανδρες της Γαλααδ τους Εφραιμιτας, διοτι ειπαν, Φυγαδες του Εφραιμ εισθε σεις οι Γαλααδιται, μεταξυ του Εφραιμ και μεταξυ του Μανασση.
E tomaram os gileaditas aos efraimitas os vaus do Jordão; e quando algum dos fugitivos de Efraim diza: Deixai-me passar; então os homens de Gileade lhe perguntavam: És tu efraimita? E dizendo ele: Não;
Και επιασαν αι Γαλααδιται διαβασεις του Ιορδανου προ των Εφραιμιτων και οποτε τις εκ των Εφραιμιτων φυγαδων ελεγε, Θελω να περασω, τοτε οι ανδρες της Γαλααδ ελεγον προς αυτον, Μηπως εισαι Εφραιμιτης; Εαν εκεινος ελεγεν, Ουχι,
então lhe diziam: Dize, pois, Chibolete; porém ele dizia: Sibolete, porque não o podia pronunciar bem. Então pegavam dele, e o degolavam nos vaus do Jordão. Cairam de Efraim naquele tempo quarenta e dois mil.
τοτε ελεγον προς αυτον, Ειπε λοιπον Σχιββωλεθ και εκεινος ελεγε Σιββωλεθ διοτι δεν ηδυνατο να προφερη ουτω. Τοτε επιανον αυτον και εφονευον αυτον εις τας διαβασεις του Ιορδανου. Και επεσον κατ εκεινον τον καιρον τεσσαρακοντα δυο χιλιαδες Εφραιμιται.
Jefté julgou a Israel seis anos; e morreu Jefté, o gileadita, e foi sepultado numa das cidades de Gileade.
Και εκρινεν ο Ιεφθαε τον Ισραηλ εξ ετη. Και απεθανεν ο Ιεφθαε ο Γαλααδιτης και εταφη εν πολει τινι της Γαλααδ.
Depois dele julgou a Israel Ibzã de Belém.
Και μετ αυτον εκρινε τον Ισραηλ Αβαισαν ο εκ Βηθλεεμ.
Tinha este trinta filhos, e trinta filhas que casou fora; e trinta filhas trouxe de fora para seus filhos. E julgou a Israel sete anos.
Και ειχε τριακοντα υιους και τριακοντα θυγατερας, τας οποιας υπανδρευσεν ελαβε δε εξωθεν τριακοντα νεας δια τους υιους αυτου. Και εκρινε τον Ισραηλ επτα ετη.
Morreu Ibzã, e foi sepultado em Belém.
Και απεθανεν ο Αβαισαν και εταφη εν Βηθλεεμ.
Depois dele Elom, o zebulonita, julgou a Israel dez anos.
Και μετ αυτον εκρινε τον Ισραηλ Αιλων ο Ζαβουλωνιτης και εκρινε τον Ισραηλ δεκα ετη.
Morreu Elom, o zebulonita, e foi sepultado em Aijalom, na terra de Zebulom.
Και απεθανεν Αιλων ο Ζαβουλωνιτης και εταφη εις Αιαλων εν τη γη Ζαβουλων.
Depois dele julgou a Israel Abdom, filho de Hilel, o piratonita.
Και μετ αυτον εκρινε τον Ισραηλ Αβδων, ο υιος του Ελληλ, ο Πιραθωνιτης.
Tinha este quarenta filhos e trinta netos, que cavalgavam sobre setenta jumentos. E julgou a Israel oito anos.
Και ειχε τεσσαρακοντα υιους και τριακοντα εγγονους, επιβαινοντας επι εβδομηκοντα πωλαρια και εκρινε τον Ισραηλ οκτω ετη.
Morreu Abdom, filho de Hilel, o piratonita, e foi sepultado em Piratom, na terra de Efraim, na região montanhosa dos amalequitas.
Και απεθανεν Αβδων ο υιος του Ελληλ ο Πιραθωνιτης και εταφη εν Πιραθων εν γη Εφραιμ, επι το ορος Αμαληκ.