Zephaniah 3

Ve den gjenstridige og urene, staden som er full av vold!
Ουαι η παραδεδειγματισμενη και μεμολυσμενη η πολις η καταθλιβουσα
Den hører ikke på nogens røst, tar ikke mot tukt; til Herren setter den ikke sin lit, til sin Gud holder den sig ikke nær.
Δεν υπηκουσεν εις την φωνην δεν εδεχθη διορθωσιν δεν ηλπισεν επι τον Κυριον δεν επλησιασεν εις τον Θεον αυτης.
Høvdingene i den er brølende løver, dens dommere er som ulver om aftenen; de gjemmer ikke noget til om morgenen;
Οι αρχοντες αυτης ειναι εν αυτη λεοντες ωρυομενοι οι κριται αυτης λυκοι της εσπερας δεν αφινουσιν ουδεν δια το πρωι.
dens profeter er storskrytere, troløse menn; dens prester vanhelliger det som er hellig, de gjør vold på loven.
Οι προφηται αυτης ειναι προπετεις, ανθρωποι δολιοι οι ιερεις αυτης εβεβηλωσαν το αγιαστηριον, ηθετησαν τον νομον.
Herren råder der med rettferd, han gjør ikke urett; hver morgen lar han sin dom komme for lyset, det slår ikke feil. Men den urettferdige kjenner ikke til skam.
Ο Κυριος ειναι δικαιος εν μεσω αυτης δεν θελει καμει αδικιαν κατα πασαν πρωιαν φερει την κρισιν αυτου εις φως, δεν απολειπει αλλ ο διεφθαρμενος δεν γνωριζει αισχυνην.
Jeg har utryddet hedningefolk, deres murtinder er ødelagt; jeg har gjort deres gater øde, så ingen går gjennem dem; deres byer er herjet, så det ikke finnes folk, ikke bor nogen der.
Εξωλοθρευσα εθνη οι πυργοι αυτων ειναι ηρημωμενοι ηρημωσα τας οδους αυτων, ωστε να μη υπαρχη διαβαινων αι πολεις αυτων ηφανισθησαν, ωστε δεν υπαρχει ουδεις κατοικων.
Jeg sa: Bare du vil frykte mig, ta mot tukt; da skal din bolig ikke bli utryddet, ikke noget skje av det jeg har besluttet mot dig. Men de har tvert imot lagt vinn på å forderve alle sine gjerninger.
Ειπα, Βεβαιως ηθελες με φοβηθη, ηθελες δεχθη παιδειαν, και η κατοικια αυτης δεν ηθελεν εξολοθρευθη, οσον και αν ετιμωρουν αυτην πλην αυτοι εσπευσαν να διαφθειρωσι πασας τας πραξεις αυτων.
Derfor, bi på mig, sier Herren, på den dag jeg reiser mig for å ta hærfang! For min dom er at jeg samler hedningefolk, sanker riker sammen, utøser min harme over dem, all min brennende vrede; for ved min nidkjærhets ild skal hele jorden bli fortært.
Δια τουτο προσμενετε με, λεγει Κυριος, μεχρι της ημερας καθ ην εγειρομαι προς λεηλασιαν διοτι η αποφασις μου ειναι να συναξω τα εθνη, να συναθροισω τα βασιλεια, να εκχεω επ αυτα την αγανακτησιν μου, ολην την εξαψιν της οργης μου επειδη πασα η γη θελει καταναλωθη υπο του πυρος του ζηλου μου.
For da vil jeg gi folkene nye, rene leber, så de alle påkaller Herrens navn og tjener ham med ett sinn.
Διοτι τοτε θελω αποκαταστησει εις τους λαους γλωσσαν καθαραν, δια να επικαλωνται παντες το ονομα του Κυριου, να δουλευωσιν αυτον υπο ενα ζυγον.
Fra landet bortenfor Etiopias elver skal de føre mine tilbedere, mitt spredte folk, som offergave til mig.
Απο του περαν των ποταμων της Αιθιοπιας οι ικεται μου, η θυγατηρ των διεσπαρμενων μου, θελουσι φερει την προσφοραν μου.
På den dag skal du ikke mere skamme dig over alle de gjerninger hvormed du forbrøt dig mot mig; for da vil jeg rydde bort hos dig dem som jubler så stolt i din midte, og du skal ikke mere ophøie dig selv på mitt hellige berg.
Εν τη ημερα εκεινη δεν θελεις αισχυνεσθαι δια πασας τας πραξεις σου, δι ων ηνομησας εναντιον μου διοτι τοτε θελω αφαιρεσει εκ μεσου σου τους καυχωμενους εις την μεγαλοπρεπειαν σου, και δεν θελεις πλεον μεγαλαυχει κατα του ορους του αγιου μου.
Men jeg vil levne hos dig et bøiet og ringe folk, og de skal ta sin tilflukt til Herrens navn.
Και θελω αφησει εν μεσω σου λαον τεθλιμμενον και πτωχον, και ουτοι θελουσιν ελπιζει επι το ονομα του Κυριου.
Israels rest skal ikke gjøre urett; de skal ikke tale løgn, og det skal ikke finnes en svikefull tunge i deres munn; for de skal finne føde og leve i ro, og ingen skal forferde dem.
Το υπολοιπον του Ισραηλ δεν θελει πραξει ανομιαν ουδε λαλησει ψευδη, ουδε θελει ευρεθη εν τω στοματι αυτων γλωσσα δολια διοτι αυτοι θελουσι βοσκει και πλαγιαζει, και δεν θελει υπαρχει ο εκφοβων.
Fryd dig storlig, Sions datter! Rop høit, Israel! Gled dig og fryd dig av fullt hjerte, Jerusalems datter!
Ψαλλε, θυγατερ Σιων αλαλαξατε, Ισραηλ τερπου και ευφραινου εξ ολης καρδιας, θυγατερ Ιερουσαλημ.
Herren har tatt bort dine straffedommer, han har ryddet bort din fiende; Israels konge, Herren, er i din midte, du skal ikke mere se noget ondt.
Αφηρεσεν ο Κυριος τας κρισεις σου, απεστρεψε τον εχθρον σου βασιλευς του Ισραηλ ειναι ο Κυριος εν μεσω σου δεν θελεις πλεον ιδει κακον.
På den dag skal det sies til Jerusalem: Frykt ikke! Sion, la ikke dine hender synke!
Εν τη ημερα εκεινη θελει λεχθη προς την Ιερουσαλημ, Μη φοβου Σιων, ας μη εκλυωνται αι χειρες σου.
Herren din Gud er i din midte, en kjempe som frelser; han fryder sig over dig med glede, han tier i sin kjærlighet, han jubler over dig med fryderop.
Κυριος ο Θεος σου, ο εν μεσω σου, ο δυνατος, θελει σε σωσει, θελει ευφρανθη επι σε εν χαρα, θελει αναπαυεσθαι εις την αγαπην αυτου, θελει ευφραινεσθαι εις σε εν ασμασι.
Dem som sørger for høitidens skyld, samler jeg - de er fra dig, vanære tynger på dem.
Θελω συναξει τους λελυπημενους δια τας επισημους εορτας, τους οντας απο σου, εις τους οποιους ητο βαρος ο ονειδισμος.
Se, jeg skal på den tid ha med alle dem å gjøre som har plaget dig, og jeg vil frelse det haltende og sanke det bortdrevne, og jeg vil gjøre dem til pris og til ry over hele jorden, hvor de er blitt så vanæret.
Ιδου, εν τω καιρω εκεινω θελω αφανισει παντας τους καταθλιβοντας σε και θελω σωσει την χωλαινουσαν και συναξει την εξωσμενην και θελω καταστησει αυτους επαινον και δοξαν εν παντι τοπω της αισχυνης αυτων.
På den tid vil jeg føre eder hit, på den tid vil jeg sanke eder; for jeg vil gjøre eder til ry og til pris blandt alle jordens folk, når jeg gjør ende på eders fangenskap for eders øine, sier Herren.
Εν τω καιρω εκεινω θελω σας φερει και εν τω καιρω εκεινω θελω σας συναξει διοτι θελω σας καμει ονομαστους και επαινετους μεταξυ παντων των λαων της γης, οταν εγω αποστρεψω την αιχμαλωσιαν σας εμπροσθεν των οφθαλμων σας, λεγει Κυριος.