Micah 7

Aue, te mate i ahau! he rite hoki ahau ki nga kohikohinga o nga hua raumati, ki nga hamunga i te wa e whawhaki karepe ana: kahore he tautau hei kai; e hiahia ana toku wairua ki te hua piki matamua.
Ουαι εις εμε, διοτι ειμαι ως επικαρπολογια θερους, ως επιφυλλις τρυγητου δεν υπαρχει βοτρυς δια να φαγη τις η ψυχη μου επεθυμησε τας απαρχας των καρπων.
Kua ngaro te tangata tapu i runga i te whenua, kahore hoki he tangata tika i roto i nga tangata: kei te whanga katoa ratou ki te toto; kei te whai ratou i tona hoa, i tona hoa ki te kupenga.
Ο οσιος απωλεσθη εκ της γης και ο ευθυς δεν υπαρχει μεταξυ των ανθρωπων παντες ενεδρευουσι δια αιμα κυνηγουσιν εκαστος τον αδελφον αυτου.
Kei runga o ratou ringa i te mea kino kia mahia marietia e ratou; ka tono te rangatira, kei te tatari hoki te kaiwhakawa kia utua; a ko te tangata nui, e puaki ana i a ia te nanakia o tona wairua: na, whiria tahitia ake e ratou.
Εις το να κακοποιωσιν ετοιμαζουσι τας χειρας αυτων ο αρχων απαιτει και ο κριτης κρινει επι μισθω και ο μεγαλος προφερει την πονηραν αυτου επιθυμιαν, την οποιαν συμπεριστρεφομενοι εκπληρουσιν.
Ko te tangata pai o ratou, rite tonu ki te tumatakuru: ko te mea tino tika, kino atu i te taiepa tataramoa: kua tae mai te ra o au tutei, ara te ra e whiua ai koe; ko aianei ratou pokaikaha ai.
Ο καλητερος αυτων ειναι ως ακανθα ο ευθυς οξυτερος φραγμου ακανθωδους η ημερα των φυλακων σου, η επισκεψις σου εφθασε τωρα θελει εισθαι η αμηχανια αυτων.
Kaua e whakapono ki te hoa, kaua e whakawhirinaki ki te kaiarahi: kaiponuhia nga tatau o tou mangai ki te wahine e takoto na i tou uma.
Μη εμπιστευεσθε εις φιλον, μη θαρρειτε εις οικειον φυλαττε τας θυρας του στοματος σου απο της συγκαθευδουσης εν τω κολπω σου
E whakaiti ana hoki te tama ki te papa, e whakatika atu ana te kotiro ki tona whaea, te hunaonga ki tona hungawai wahine; ko nga hoariri o te tangata ko nga tangata o tona whare.
διοτι ο υιος περιφρονει τον πατερα, η θυγατηρ επανισταται κατα της μητρος αυτης, η νυμφη κατα της πενθερας αυτης οι εχθροι του ανθρωπου ειναι οι ανθρωποι της εαυτου οικιας.
Tena ko ahau, ka titiro ahau ki a Ihowa; ka tatari ahau ki te Atua o toku whakaoranga: tera toku Atua e rongo ki ahau.
Εγω δε θελω επιβλεψει επι Κυριον θελω προσμεινει τον Θεον της σωτηριας μου ο Θεος μου θελει μου εισακουσει.
Kei whakamanamana ki ahau e toku hoariri; ki te hinga ahau, ka ara ano ahau; ki te noho ahau i te pouri, ko Ihowa hei whakamarama moku.
Μη ευφραινου εις εμε, η εχθρα μου αν και επεσα, θελω σηκωθη αν και εκαθησα εν σκοτει, ο Κυριος θελει εισθαι φως εις εμε.
Maku e waha te riri o Ihowa, kua hara nei hoki ahau ki a ia; kia tohe ra ano ia i taku tohe, kia whakarite ra ano i taku whakawa, ka whakaputaina ahau e ia ki waho ki te marama, a ka kite ahau i tona tika.
Θελω υποφερει την οργην του Κυριου, διοτι ημαρτησα εις αυτον, εωσου διαδικαση την δικην μου και καμη την κρισιν μου θελει με εξαξει εις το φως, θελω ιδει την δικαιοσυνην αυτου.
Katahi toku hoariri ka kite, a ka taupokina e te whakama; i ki mai ra hoki ia ki ahau, Kei hea a Ihowa, tou Atua? Ka kite oku kanohi i taua wahine; akuanei ia takahia ai, peratia ai me te paru o nga ara.
Και θελει ιδει η εχθρα μου, και αισχυνη θελει περικαλυψει αυτην, ητις λεγει προς εμε, Που ειναι Κυριος ο Θεος σου; οι οφθαλμοι μου θελουσιν ιδει αυτην τωρα θελει εισθαι εις καταπατημα ως ο πηλος των οδων.
He ra hei hanganga mo ou taiepa! a taua ra ka matara rawa atu te tikanga i whakatakotoria.
Καθ ην ημεραν τα τειχη σου μελλουσι να κτισθωσι, την ημεραν εκεινην θελει διαδοθη εις μακραν το προσταγμα.
A taua ra ka haere mai ratou ki a koe, mai i Ahiria me nga pa o Ihipa, mai i Ihipa ki te awa, mai i tetahi moana ki tetahi, i tetahi maunga ki tetahi maunga.
Την ημεραν εκεινην θελουσιν ελθει εως εις σε απο της Ασσυριας και των πολεων της Αιγυπτου και απο της Αιγυπτου εως του ποταμου και απο θαλασσης εως θαλασσης και απο ορους εως ορους.
Otiia ka ururuatia te whenua, he mea mo te hunga e noho ana i reira, mo nga hua hoki o a ratou mahi.
Και η γη θελει ερημωθη εξ αιτιας των κατοικουντων αυτην, δια τον καρπον των πραξεων αυτων.
Whangaia tau iwi ki tau rakau, nga hipi o tou kainga tupu, e noho mokemoke nei i te ngahere i waenganui o Karamere: kia kai ratou ki Pahana, ki Kireara, kia pera me nga ra o mua,
Ποιμαινε τον λαον σου εν τη αβδω σου, το ποιμνιον της κληρονομιας σου, το οποιον κατοικει μεμονωμενον εν τω δασει, εν μεσω του Καρμηλου ας νεμωνται την Βασαν και την Γαλααδ καθως εν ταις αρχαιαις ημεραις.
Ka rite ki nga ra i haere mai ai koe i te whenua o Ihipa, ka whakaaturia e ahau ki a ia nga mea whakamiharo.
Καθως εν ταις ημεραις της εξοδου σου εκ γης Αιγυπτου θελω δειξει εις αυτον θαυμασια.
Ka kite nga iwi, ka whakama ki to ratou marohirohi katoa: ka kopania to ratou mangai ki to ratou ringa, a ka turi o ratou taringa.
Τα εθνη θελουσιν ιδει και θελουσι καταισχυνθη δια πασαν την ισχυν αυτων θελουσιν επιθεσει την χειρα επι το στομα, τα ωτα αυτων θελουσι κωφωθη.
Ka mitimiti ratou i te puehu, ano he nakahi; ka oho wiri mai ratou i o ratou piringa kopiri, ano ko nga mea ngokingoki o te whenua: ka haere wehi mai ratou ki a Ihowa, ki to tatou Atua, a ka mataku ki a koe.
Θελουσι γλειφει το χωμα ως οφεις, ως τα ερπετα της γης θελουσι συρεσθαι απο των τρυπων αυτων θελουσιν εκπλαγη εις Κυριον τον Θεον ημων και θελουσι φοβηθη απο σου.
Ko wai he Atua hei rite mou, e muru nei i te he, e whakarere noa nei i te poka ke o nga morehu o tona wahi tupu? E kore ia e kawe tonu i tona riri a ake ake, no te mea e ngakau nui ana ia ki te tohu tangata.
Τις Θεος ομοιος σου, συγχωρων ανομιαν και παραβλεπων την παραβασιν του υπολοιπου της κληρονομιας αυτου; δεν φυλαττει την οργην αυτου διαπαντος, διοτι αυτος αρεσκεται εις το ελεος.
Tera ia e tahuri ano, ka aroha ki a tatou; ka pehia e ia o tatou kino ki raro ki ona waewae; ka panga ano e koe o ratou hara ki nga rire o te moana.
Θελει επιστρεψει, θελει ευσπλαγχνισθη ημας, θελει καταστρεψει τας ανομιας ημων και θελεις ιψει πασας τας αμαρτιας αυτων εις τα βαθη της θαλασσης.
Ka whakatutukitia e koe te mea tika ki a Hakopa, te aroha ki a Aperahama, ko tau i oati ai ki o matou matua i nga ra o mua.
Θελεις εκτελεσει αληθειαν εις τον Ιακωβ, ελεος εις τον Αβρααμ, καθως ωμοσας εις τους πατερας ημων απο των αρχαιων ημερων.