Isaiah 54

Giubila, o sterile, tu che non partorivi! Da’ in gridi di gioia ed esulta, tu che non provavi doglie di parto! Poiché i figliuoli della derelitta saran più numerosi dei figliuoli di colei che ha marito, dice l’Eterno.
Ευφρανθητι, στειρα, η μη τικτουσα αναβοησον εν αγαλλιασει και τερπου, η μη ωδινουσα διοτι πλειοτερα ειναι τα τεκνα της ηρημωμενης παρα τα τεκνα της εχουσης τον ανδρα, λεγει Κυριος.
Allarga il luogo della tua tenda e si spieghino le tele delle tue dimore, senza risparmio; allunga i tuoi cordami, rafforza i tuoi piuoli!
Πλατυνον τον τοπον της σκηνης σου και ας εκτεινωσι τα παραπετασματα των κατοικιων σου μη φεισθης μακρυνον τα σχοινια σου και στερεωσον τους πασσαλους σου.
Poiché tu ti spanderai a destra ed a sinistra; la tua progenie possederà le nazioni e popolerà le città deserte.
Διοτι θελεις εκταθη εις τα δεξια και εις τα αριστερα και το σπερμα σου θελει κληρονομησει τα εθνη και θελει καμει τας ηρημωμενας πολεις να κατοικισθωσι.
Non temere, poiché tu non sarai più confusa; non aver vergogna, ché non avrai più da arrossire; ma dimenticherai l’onta della tua giovinezza, e non ricorderai più l’obbrobrio della tua vedovanza.
Μη φοβου διοτι δεν θελεις καταισχυνθη μηδε εντρεπου διοτι δεν θελεις αισχυνθη διοτι θελεις λησμονησει την αισχυνην της νεοτητος σου και δεν θελεις ενθυμηθη πλεον το ονειδος της χηρειας σου.
Poiché il tuo creatore è il tuo sposo; il suo nome è: l’Eterno degli eserciti; e il tuo redentore è il Santo d’Israele, che sarà chiamato l’Iddio di tutta la terra.
Διοτι ο ανηρ σου ειναι ο Ποιητης σου το ονομα αυτου ειναι, Ο Κυριος των δυναμεων και ο Λυτρωτης σου ειναι ο Αγιος του Ισραηλ αυτος θελει ονομασθη, Ο Θεος πασης της γης.
Poiché l’Eterno ti richiama come una donna abbandonata e afflitta nel suo spirito, come la sposa della giovinezza ch’è stata ripudiata, dice il tuo Dio.
Διοτι ο Κυριος σε εκαλεσεν ως γυναικα εγκαταλελειμμενην και τεθλιμμενην το πνευμα και γυναικα νεοτητος αποβεβλημενην, λεγει ο Θεος σου.
Per un breve istante io t’ho abbandonata, ma con immensa compassione io ti raccoglierò.
Σε εγκατελιπον δια ολιγον καιρον πλην με ελεος μεγα θελω σε περισυναξει.
In un accesso d’ira, t’ho per un momento nascosta la mia faccia, ma con un amore eterno io avrò pietà di te, dice l’Eterno, il tuo redentore.
Εν θυμω μικρω εκρυψα το προσωπον μου απο σου δια μιαν στιγμην με ελεος ομως αιωνιον θελω σε ελεησει, λεγει Κυριος ο Λυτρωτης σου.
Avverrà per me come delle acque di Noè; poiché, come giurai che le acque di Noè non si spanderebbero più sopra la terra, così io giuro di non più irritarmi contro di te, e di non minacciarti più.
Διοτι τουτο ειναι εις εμε ως τα υδατα του Νωε επειδη, καθως ωμοσα οτι τα υδατα του Νωε δεν θελουσιν επελθει πλεον επι την γην, ουτως ωμοσα οτι δεν θελω θυμωθη πλεον κατα σου ουδε σε ελεγξει.
Quand’anche i monti s’allontanassero e i colli fossero rimossi, l’amor mio non s’allontanerà da te, né il mio patto di pace sarà rimosso, dice l’Eterno, che ha pietà di te.
Διοτι τα ορη θελουσι μετατοπισθη και οι λοφοι μετακινηθη πλην το ελεος μου δεν θελει εκλειψει απο σου ουδε η διαθηκη της ειρηνης μου μετακινηθη, λεγει Κυριος ο ελεων σε.
O afflitta, sbattuta dalla tempesta, sconsolata, ecco, io incasserò le tue pietre nell’antimonio, e ti fonderò sopra zaffiri.
Ω τεθλιμμενη, τεταραγμενη, απαρηγορητος, ιδου, εγω θελω στρωσει τους λιθους σου εκ μαρμαρων πορφυρων και θελω βαλει τα θεμελια σου εκ σαπφειρων.
Farò i tuoi merli di rubini, le tue porte di carbonchi, e tutto il tuo recinto di pietre preziose.
Και θελω καμει τας επαλξεις σου εξ αχατου και τας πυλας σου εξ ανθρακων και απαντα τον περιβολον σου εκ λιθων εκλεκτων.
Tutti i tuoi figliuoli saran discepoli dell’Eterno, e grande sarà la pace dei tuoi figliuoli.
Παντες δε οι υιοι σου θελουσιν εισθαι διδακτοι του Κυριου, και θελει εισθαι μεγαλη η ειρηνη των υιων σου.
Tu sarai stabilita fermamente mediante la giustizia; sarai lungi dall’oppressione, ché non avrai niente da temere; e dalla ruina, ché non si accosterà a te.
Εν δικαιοσυνη θελεις στερεωθη μακραν απο της καταδυναστειας θελεις εισθαι, διοτι δεν θελεις φοβεισθαι και απο του τρομου, διοτι δεν θελει σε πλησιασει.
Ecco, potranno far delle leghe; ma senza di me. Chiunque farà lega contro di te, cadrà dinanzi a te.
Ιδου, βεβαιως θελουσι συναχθη ομου εναντιον σου, πλην ουχι δι εμου Οσοι συναχθωσιν ομου εναντιον σου, ενεκα σου, θελουσι πεσει.
Ecco, io ho creato il fabbro che soffia nel fuoco sui carboni e ne trae uno strumento per il suo lavoro; ed io pure ho creato il devastatore per distruggere.
Ιδου, εγω εκαμον τον χαλκεα, οστις φυσα τους ανθρακας εν τω πυρι και εξαγει το εργαλειον δια το εργον αυτου και εγω εκαμον τον πορθητην δια να καταστρεφη.
Nessun’arma fabbricata contro di te riuscirà; e ogni lingua che sorgerà in giudizio contro di te, tu la condannerai. Tal è l’eredità dei servi dell’Eterno, e la giusta ricompensa che verrà loro da me, dice l’Eterno.
Ουδεν οπλον κατασκευασθεν εναντιον σου θελει ευοδωθη και πασαν γλωσσαν, ητις ηθελε κινηθη κατα σου, θελεις νικησει εν τη κρισει. Αυτη ειναι η κληρονομια των δουλων του Κυριου και η δικαιοσυνη αυτων ειναι εξ εμου, λεγει ο Κυριος.