Psalms 91

Aki a Felségesnek rejtekében lakozik, a Mindenhatónak árnyékában nyugoszik az.
Ο κατοικων υπο την σκεπην του Υψιστου υπο την σκιαν του Παντοκρατορος θελει διατριβει.
Azt mondom az Úrnak: Én oltalmam, váram, Istenem ő benne bízom!
Θελω λεγει προς τον Κυριον, Συ εισαι καταφυγη μου και φρουριον μου Θεος μου επ αυτον θελω ελπιζει.
Mert ő szabadít meg téged a madarásznak tőréből, a veszedelmes dögvésztől.
Διοτι αυτος θελει σε λυτρονει εκ της παγιδος των κυνηγων και εκ θανατηφορου λοιμου.
Tollaival fedez be téged, és szárnyai alatt lészen oltalmad; paizs és pánczél az ő hűsége.
Με τα πτερα αυτου θελει σε σκεπαζει, και υπο τας πτερυγας αυτου θελεις εισθαι ασφαλης η αληθεια αυτου ειναι πανοπλια και ασπις.
Nem félhetsz az éjszakai ijesztéstől, a repülő nyíltól nappal;
Δεν θελεις φοβεισθαι απο φοβου νυκτερινου, την ημεραν απο βελους πετωμενου.
A dögvésztől, a mely a homályban jár; a döghaláltól, a mely délben pusztít.
Απο θανατικου, το οποιον περιπατει εν σκοτει απο ολεθρου, οστις ερημονει εν μεσημβρια
Elesnek mellőled ezeren, és jobb kezed felől tízezeren; és hozzád nem is közelít.
Χιλιας θελει πιπτει εξ αριστερων σου και μυριας εκ δεξιων σου πλην εις σε δεν θελει πλησιαζει.
Bizony szemeiddel nézed és meglátod a gonoszoknak megbüntetését!
Μονον με τους οφθαλμους σου θελεις θεωρει και θελεις βλεπει των ασεβων την ανταποδοσιν.
Mert *azt mondtad* te: Az Úr az én oltalmam; a Felségest választottad a te hajlékoddá:
Επειδη συ τον Κυριον, την ελπιδα μου, τον Υψιστον εκαμες καταφυγιον σου,
Nem illet téged a veszedelem, és csapás nem közelget a sátorodhoz;
δεν θελει συμβαινει εις σε κακον, και μαστιξ δεν θελει πλησιαζει εις την σκηνην σου.
Mert az ő angyalainak parancsolt felőled, hogy őrizzenek téged minden útadban.
Διοτι θελει προσταξει εις τους αγγελους αυτου περι σου, δια να σε διαφυλαττωσιν εν πασαις ταις οδοις σου.
Kézen hordoznak téged, hogy meg ne üssed lábadat a kőbe.
Θελουσι σε σηκονει επι των χειρων αυτων, δια να μη προσκοψης προς λιθον τον ποδα σου.
Oroszlánon és áspiskígyón jársz, megtaposod az oroszlánkölyköt és a sárkányt.
Θελεις πατησει επι λεοντα και επι ασπιδα θελεις καταπατησει σκυμνον και δρακοντα.
Mivelhogy ragaszkodik hozzám, megszabadítom őt, felmagasztalom őt, mert ismeri az én nevemet!
Επειδη εθεσεν εις εμε την αγαπην αυτου, δια τουτο θελω λυτρωσει αυτον θελω υψωσει αυτον, διοτι εγνωρισε το ονομα μου.
Segítségül hív engem, ezért meghallgatom őt; vele vagyok háborúságában: megmentem és megdicsőítem őt.
Θελει με επικαλεισθαι, και θελω εισακουει αυτου μετ αυτου θελω εισθαι εν θλιψει θελω λυτρονει αυτον και θελω δοξαζει αυτον.
Hosszú élettel elégítem meg őt, és megmutatom néki az én szabadításomat.
Θελω χορτασει αυτον μακροτητα ημερων και θελω δειξει εις αυτον την σωτηριαν μου.